HELLENOPHONIA

Παρασκευή 29 Αυγούστου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΒ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 31 Αυγούστου 2025 (27 /8 /2023) Τὰ καταθέσια τῆς τιμίας Ζώνης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τῷ ἐν Κωνσταντινουπόλει ναῷ αὐτῆς τῷ ἐν τοῖς Χαλκοπρατείοις (Αριθμ. 36N1)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

 

Α. 1. Η ΙΒ´ Κυριακή του Ματθαίου φέτος προσδιορίζεται από το Κοντάκιο της Θεοτόκου «Τὴν θεοδόχον γαστέρα σου», τους ειρμούς των Καταβασιών της Θεοτόκου και το Αποστολικό Ανάγνωσμα που είναι της Θεοτόκου, ως καταγράφεται στα Δίπτυχα της 21ης Νοεμβρίου, ουσιαστικώς, όμως, της 2ας Ιουλίου.

2. α. Στο Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας[1] υπάρχει η σύντομη καταγραφή: «μνήμην ἐπιτελοῦμεν τῶν καταθέσεων τῆς τιμίας ζώνης τῆς παναγίας Θεοτόκου ἐν τῇ Σορῷ τῶν Χαλκοπρατείων» και η σημείωση ότι η διάταξη της εορτής είναι η αυτή με εκείνη της 2ας Ιουλίου, κατά την οποία τελείται «ἡ ἀνάμνησις τῆς ἐν Βλαχέρναις καταθέσεως τῆς τιμίας ἐσθῆτος τῆς παναγίας ἀχράντου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας» με τέλεση της συνάξεως «ἐν Βλαχέρναις», και έναρξη τον Άγιο Λαυρέντιο (νότια του Χριστού Ευεργέτη), όθεν απήρχετο η λιτή για την Παναγία των Βλαχερνών και Αναγνώσματα, Αποστολικό το Ἑβρ. θ´, 1-7, το ίδιο με τη σημερινή εορτή των Καταθεσίων τῆς τιμίας Ζώνης και Ευαγγελικό Λουκ. α´, 39-56.

β. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η επομένη ημέρα, 1η Σεπτεμβρίο, αρχή της Ινδίκτου, κατά την οποία γίνεται και η «σύναξις τῆς ἁγίας Θεοτόκου τῶν Μιασηνῶν». Στο Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας η παρουσία του Πατριάρχη συνιστούσε μία σύνθετη διάταξη που τον έφερε να κινείται μεταξύ Μεγάλης Εκκλησίας για τη Ακολουθία της Ινδίκτου, Παναγίας των Χαλκοπρατείων, Θεοτόκου «ἐν τοῖς Οὐρβικίου» και διαδόσεως των ευλογιών στο μεγάλο σεκρέτο. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι και η ανάγνωση διαφορετικών Αποστολικών και Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων, της Θεοτόκου στην Παναγία των Χαλκοπρατείων με τα αναφερόμενα και ενταύθα Προφητικά Αναγνώσματα και της Ινδίκτου στη Μεγάλη Εκκλησία. Τέλος, θα πρέπει να σημειώσουμε τα στιχηρά, τον Κανόνα και τα Προφητικά Αναγνώσματα της Παμμακαρίστου των νεότερων Μηναίων, που προφανώς απηχούν την ίδρυση της Μονής της Παμμακαρίστου επί Κομνηνών και Παλαιολόγων, για ένα διάστημα και έδρα του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί Αγίου Ιερεμίου του Α´, με την περίφημο εικόνα της Θεοτόκου της Παμμακαρίστου, που είναι ένα από τα πολυτιμότατα καταπιστεύματα του Οικουμενικού Πατριαρχείου.

 

Β. Εξ επόψεως Αναγνωσμάτων της ΙΒ´ Κυριακής του Ματθαίου το Ευαγγελικό βρίσκεται σε συνέχεια με το Ανάγνωσμα της ΙΑ´ Κυριακής του Ματθαίου, το οποίο και κειμενικά αποτελεί συνέχεια του τέλους του δέκατου όγδοου κεφαλαίου με παράλειψη των δέκα πέντε πρώτων στίχων από το παρόν δέκατο ένατο κεφάλαιο. Ωστόσο, η θεματολογία είναι η αυτή, δηλαδή, η βασιλεία του Θεού, ένα θέμα που είχε ανοίξει μεταξύ των Μαθητών μετά την κάθοδο από το όρος Θαβώρ.

 

Γ. Στην αρχή, λοιπόν, του δέκατου ένατου κεφαλαίου δίδεται η πληροφορία ότι ο Χριστός άφησε τη Γαλιλαία και προχώρησε προς τα όρια της Ιουδαίας πέραν του Ιορδάνου. Εκεί τον πλησίασαν οι Φαρισαίοι, που αποτελούσαν σκληρό πυρήνα του ιουδαϊκού υποκριτισμού, και τον ρώτησαν πειράζοντάς τον: εάν είναι επιτρεπτό κάποιος να διώξει τη γυναίκα του με οποιαδήποτε αφορμή. Ο Χριστός τούς απαντά κατά το βιβλίο της Γενέσεως και με το «ὃ οὖν ὁ Θεὸς συνέζευξεν, ἄνθρωπος μὴ χωριζέτω» (ιθ´, 6), αλλά πάει ένα βήμα παραπέρα αναιρώντας την αναμονή μιας μεσσιανικής βιολογικής επικράτησης των Ιουδαίων και ουσιαστικώς παραδεικνύει το γεγονός της ελεύσεώς του ως του αληθινού Μεσσία, που προήλθε εκ παρθένου ασπόρως: «καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι... οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω» (ιθ´, 12), μία εκ βάθρων ανατροπή κατὰ της βιολογικής διαδοχής ως αναμονής για το βασιλέα του Ισραήλ. Και ενώ γινόταν αυτή η συζήτηση κάποιοι έφεραν τα παιδιά τους να τα ευλογήσει ο Χριστός. Οι μαθητές προσπάθησαν να τα εμποδίσουν, για να μη διακοπεί η κουβέντα, αλλά ο Χριστός κρατά πάλι υψηλά το θέμα της βασιλείας λέγοντας: «Ἄφετε τὰ παιδία καὶ μὴ κωλύετε αὐτὰ ἐλθεῖν πρός με· τῶν γὰρ τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν. 15 καὶ ἐπιθεὶς τὰς χεῖρας αὐτοῖς ἐπορεύθη ἐκεῖθεν» (ιθ´, 14-15). Πάντως, πρέπει να παρατηρήσουμε ότι οι Μαθητές, μολονότι ο Χριστός σε προηγούμενη συζήτηση είχε δηλώσει, υψώνοντας ένα παιδί από το πλήθος, ότι όποιος είναι ταπεινός σαν αυτό το παιδί, αυτός θα είναι μείζων στη βασιλεία του Θεού, εντούτοις αυτοί προσπάθησαν να απωθήσουν τα παιδιά.

 

Δ. Σ᾽ αυτό το σημείο αρχίζει το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, το οποίο συνεχίζει με το ίδιο θέμα, περί της βασιλείας των ουρανών. Ένας νέος πλησιάζει το Χριστό και τον ρωτά τί καλό μπορεί να κάνει, για να έχει ζωή αιώνιο. Ο Χριστός του αραδειάζει τις εντολές του Μωσαϊκού Νόμου καλώντας τον να τίς τηρεί, κι όταν ο νέος λέει ότι είναι πιστός τηρητής αυτών, ο Χριστός τον προτρέπει να πουλήσει τα πάντα, να μοιράσει τα χρήματα στους πτωχούς και να τον ακολουθήσει, «καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ». Ο νεανίσκος έφυγε λυπημένος. Ο Ευαγγελιστής Ματθαίος σημειώνει «ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά» και επιπλέον σημειώνει και το λόγο του Χριστού ότι είναι πολύ δύσκολο να μπει στη βασιλεία του Θεού άνθρωπος πλούσιος, τόσο δύσκολο που είναι πιο εύκολο να περάσει ένα καραβόσχοινο από την τρύπα της βελόνας παρά πλούσιος άνθρωπος στη βασιλεία των ουρανών: «πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν». (Κι οι Μαθητές, σαν ψαράδες που ήσαν, ήξεραν από καραβόσχοινα!).

 

Ε. Ο νεανίσκος της συνάντησης, ένας πολύ πλούσιος άνθρωπος και τυπικά εντάξει ως Ιουδαίος, ακούγοντας το Χριστό να ομιλεί για βασιλεία των ουρανών και αιώνια ζωή, με την ερώτησή του απηχεί ουσιαστικώς την κοινή αντίληψη όλων των Ιουδαίων για τον ερχόμενο Μεσσία ως βασιλέα του Ισραήλ, ο οποίος θα ελευθέρωνε τους Ισραηλίτες από τους Ρωμαίους και θα ίδρυε ένα αιώνιο βασίλειο με επιβολή επί όλων των λαών. Ο νεανίσκος ζητάει από το Χριστό να μάθει τί θα κάνει, ώστε να έχει αιώνια ζωή αυτός και τα πλούτη του σ᾽ αυτή την αιώνια βασιλεία! Δεν είναι μία ερώτηση άσχετη με αυτήν την αντίληψη των Ιουδαίων της εποχής του Χριστού. Παράδειγμα ακόμη κι οι Μαθητές, που, ενώ τον είδαν μεταμορφούμενο, ρωτούσαν ποιός θα είναι μείζων στη βασιλεία των ουρανών, ονειρευόμενοι, αιώνιες δόξες και τιμές και όλα τα συνεπαγόμενα. Ο Χριστός πορευόμενος προς την Ιουδαία έρχεται βαθμιαία σε αντίθεση με όλους εκείνους τους φορείς της ιουδαϊκής αποκλειστικότητας. Έτσι δεν ομιλεί για τους Ιουδαίους αλλά για τον κάθε άνθρωπο, που στηρίζει τις βεβαιότητές του σε ό,τι έχει και όχι σε ό,τι είναι ως ύπαρξή του. Μάλιστα δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι καλεί τους Μαθητές και τον όχλο να γίνουν σαν τα παιδιά, απεκδυόμενοι, δηλαδή, το συμβατικό βίο των ενηλίκων. Πρόκειται για ένα λόγο ανακλήσεως στην αρχέγονη παραδείσια κατάσταση, που αφορά σε κάθε άνθρωπο και όχι αποκλειστικά στους νομίζοντες ότι τηρούν το Νόμο και τις εντολές Ιουδαίους.

 

ΣΤ. Το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, το ίδιο με τη 2α Ιουλίου, ένα κοινό Ανάγνωσμα των εορτών της Θεοτόκου μπορεί να ερμηνευθεί μόνο με τα αντίστοιχα Προφητικά Αναγνώσμα των εορτών, μολονότι απουσιάζουν στη σημερινή εορτή. Επειδή τα θεωρώ ερμηνευτικά αναγκαία τα παραθέτω:

α. Τό Αποστολικό Ανάγνωσμα βρίσκεται σε αντιστοιχία προς το πρώτο και τρίτο Προφητικό Ανάγνωσμα των εορτών της Θεοτόκου, όπου στο πρώτο (Ἐξόδ. κεφ. 40, 1-9,14 καὶ 28-29) o Θεός δίνει οδηγίες στο Μωϋσή για το πώς θα κατασκευάσει τη σκηνή του Μαρτυρίου και πού θα τοποθετήσει την Κιβωτό του Μαρτυρίου (κατά το Αποστολικό Ανάγνωσμα, Ἑβρ. η´: 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης»), με το πρώτο καταπέτασμα, το κάλυμμα του καταπετάσματος, την τράπεζα, την πρόθεση, τη λυχνία, το θυσιαστήριο των καρπωμάτων, τον αγιασμό του χρυσού θυσιαστηρίου στο ἅγιον τῶν ἁγίων, όπου και η Κιβωτός του Μαρτυρίου. Το απόσπασμα κατακλείεται με την παρατήρηση: «Καὶ ἐκάλυψεν ἡ νεφέλη τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου καὶ δόξης Κυρίου ἐπλήσθη ἡ σκηνή. Καὶ οὐκ ἠδυνάσθη Μωυσῆς εἰσελθεῖν εἰς τὴν σκηνὴν τοῦ μαρτυρίου, ὅτι ἐπεσκίαζεν ἐπ᾽ αὐτὴν ἡ νεφέλη καὶ δόξης Κυρίου ἐνεπλήσθη ἡ σκηνή», γιατί ο Μωϋσής δὲν είχε ούτε το ιερατικό ούτε το αρχιερατικό αξίωμα. Το τρίτο Προφητικό Ανάγνωσμα προέρχεται από το όραμα του Προφήτη Ιεζεκιήλ, κεφ. 43, 27 καὶ 44, 14, όπου ο Προφήτης βρίσκεται ενώπιον του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, στο οποίο ο Αρχιερεύς, έχοντας προσφέρει τα ολοκαυτώματα ζωντανών κτηνών, όπως λέγεται και στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα, εισήρχετο μια φορά το χρόνο στη Σκηνή του Μαρτυρίου: «7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων» (Ἑβρ. θ´, 7). Ο Προφήτης οράται την όγδοη ημέρα και το επέκεινα αυτής, το ευχαριστιακό δείπνο της Πεντηκοστής με την κατά ανατολάς κλειστή πύλη, δηλαδή την Παναγία και το γεγονός της Ενανθρωπήσεως του Λόγου και τη Θεία Ευχαριστία: «Ἔσται ἀπὸ τῆς ἡμέρας τῆς ὀγδόης καὶ ἐπέκεινα, ποιήσουσιν οἱ ἱερεῖς ἐπὶ τὸ θυσιαστήριον τὰ ὁλοκαυτώματα ὑμῶν καὶ τὰ τοῦ σωτηρίου ὑμῶν, καὶ προσδέξομαι ὑμᾶς, λέγει Κύριος. Καὶ ἐπέστρεψέ με κατὰ τὴν ὁδὸν τῆς πύλης τῶν Ἁγίων τῆς ἐξωτέρας, τῆς βλεπούσης κατὰ ἀνατολάς, καὶ αὕτη ἦν κεκλεισμένη. Καὶ εἶπε Κύριος πρός με· ἡ πύλη αὕτη κεκλεισμένη ἔσται, οὐκ ἀνοιχθήσεται, καὶ οὐδεὶς μὴ διέλθῃ δι᾽ αὐτῆς ὅτι Κύριος ὁ Θεὸς Ἰσραὴλ εἰσελεύσεται δι᾽ αὐτῆς καὶ ἔσται κεκλεισμένη. Διότι ὁ ἡγούμενος οὗτος καθήσεται ἐν αὐτῇ, τοῦ φαγεῖν ἄρτον ἐναντίον Κυρίου» (Ἰεζ. κεφ. 43, 27- 44, 2-3).

β. Στο δεύτερο Προφητικό Ανάγνωσμα (Ἐξόδ. κεφ. 3, 1-8)[2] καταγράφεται το γνωστό σε όλους μας περιστατικό με το Μωϋσή στο όρος Χωρήβ, όπου βρέθηκε ενώπιον της φλεγόμενης και μη κατακαιόμενης βάτου, μία σκηνή γνωστή και από την αγιογραφία, που θυμίζει το γεγονός της Μεταμορφώσεως, και συνομίλησε με τον εξερχόμενο εκ της βάτου Άγγελο, το Μεγάλης βουλής Άγγελο, τον άσαρκο Λόγο, ο οποίος τον κάλεσε να ελευθερώσει και να οδηγήσει το λαό του Ισραήλ από την Αίγυπτο πίσω στη γη της επαγγελίας, αποκαλύπτοντάς του ότι είναι ο Θεός των Πατέρων του: «ἐγὼ εἰμι ὁ Θεὸς τοῦ πατρός σου, Θεὸς Ἀβραὰμ καὶ Θεὸς Ἰσαάκ καὶ Θεὸς Ἰακώβ» (Ἐξόδ. 3, 6). Πρόκειται για μία από τις πολύ γνωστές Θεοφάνειες του άσαρκου Λόγου της προφητικής παραδόσεως, όπου με τη βάτο προτυπώνεται η Θεοτόκος.

γ. Ο Απόστολος Παύλος, απευθυνόμενος προς τους Εβραίους χριστιανούς (και δεν λαμβάνω υπόψη μου τί λένε οι βιβλικοί θεολόγοι, αν προέρχεται η Επιστολή από τη γραφίδα του Αποστόλου Παύλου ή από άλλο χέρι χριστιανού, γιατί τα κείμενα της Αγίας Γραφής καταγράφουν τα γεγονότα της εκκλησιαστικής κοινότητας του αρχαίου και του νέου Ισραήλ σε μία συνέχεια μαρτυρίας κηρύγματος και υμνολογίας, ανεξαρτήτως κονδυλογράφων), τους εξηγεί ότι όλες οι Θεοφάνειες του Ισραήλ εκβάλλουν και ανακεφαλαιώνονται στο Χριστό, ο οποίος συνέχει τα τρία αξιώματα του Ισραήλ, τον οποίο εισάγει στο Μυστικό Δείπνο ολοτελώς (βασιλεύς-δημιουργός, προφήτης/διδάσκαλος (γι᾽ αυτό χρησιμοποιεί τις παραβολές) και ιερεύς/ θύτης και θύμα, θύων και θυόμενος, προσφέρων και προσφερόμενος και προσδεχόμενος τη λογική θυσία μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, ορώμενος και μετεχόμενος Πνευματικώς δυνάμει υπό όλων κατά την εκάστου δεκτικότητα και όχι κατά ειδωλικό, ήτοι μηχανιστικό τρόπο, όπως εισηγούνται τα μεταπρατικά αρπακτικά της ζωής της Εκκλησίας και όχι μόνο.

δ. To Αποστολικό Ανάγνωσμα, που ήδη μάς είναι οικείο, σε συνάρτηση με τα Προφητικά Αναγνώσματα που ανακυκλώνονται στις εορτές προς τιμήν της Θεοτόκου με ελάχιστες διαφοροποιήσεις, μας καθιστούν οικεία μία υμνολογία Προφητικών εξαγγελιών, προτυπώσεων και παραστατικών φυσικών συμβόλων, ώστε από τη σκιά του Νόμου να προοδεύσουμε στην αποδοχή της αληθείας για την προετοιμασία της Θεοτόκου να αποδεχθεί να γίνει η δούλη Κυρίου, η Κεχαριτωμένη, ο Ναός και το παλάτιον του Παμβασιλέως Χριστού, η μόνη Θεοτόκος.

Ζ. Σ᾽ όλη αυτήν την περίοδο από τη μνήμη του Προφήτη Ηλία και μέχρις της Υψώσεως του Σταυρού, περίοδο που διαβάζονται στην Εκκλησία τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα (με ημερομηνιακή διακύμανση λόγω Πάσχα και Πεντηκοστής) για τη βασιλεία του Θεού, συγχρόνως κυριαρχούν δύο γεγονότα, η Μεταμόρφωση του Χριστού και η Κοίμηση της Θεοτόκου, ενώ στην υμνολογία της Εκκλησίας, ακόμη και ως φρασεολογία, υπομνηματίζεται το μυστήριο της ένσαρκης δι᾽ ημάς Οικονομίας του Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός. Στην κλήση του Χριστού για τη βασιλεία των ουρανών με παράδειξη της Θεότητός του, η Εκκλησία απαντά με τον πρώτο και μοναδικό της καρπό, τη Θεοτόκο, η οποία, μολονότι πέθανε (χωρίστηκε η ψυχή της από το σώμα) και ετάφη, όμως, το ακήρατο σώμα της δεν υπέστη φθορά, ως θρόνος του Παμβασιλέως Χριστού, και μετέστη υπό του Χριστού ως μία και η αυτή οντότητα, ενώνοντας ο Χριστός και πάλι το σώμα και την ψυχή της, μεθισταμένη στους ουρανούς μετά του σώματός της, αφήνοντας κενό τον τάφο και πληρώνοντας την Εκκλησία με αναστάσιμη ευφροσύνη.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Ἑβρ. θ´, 1-7: «1 Εἶχε μὲν οὖν καὶ ἡ πρώτη σκηνὴ δικαιώματα λατρείας τό τε Ἅγιον κοσμικόν. 2 σκηνὴ γὰρ κατεσκευάσθη ἡ πρώτη, ἐν ᾗ ἥ τε λυχνία καὶ ἡ τράπεζα καὶ ἡ πρόθεσις τῶν ἄρτων, ἥτις λέγεται Ἅγια. 3 μετὰ δὲ τὸ δεύτερον καταπέτασμα σκηνὴ ἡ λεγομένη Ἅγια Ἁγίων, 4 χρυσοῦν ἔχουσα θυμιατήριον καὶ τὴν κιβωτὸν τῆς διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίῳ, ἐν ᾗ στάμνος χρυσῆ ἔχουσα τὸ μάννα καὶ ἡ ῥάβδος Ἀαρὼν ἡ βλαστήσασα καὶ αἱ πλάκες τῆς διαθήκης, 5 ὑπεράνω δὲ αὐτῆς Χερουβὶμ δόξης κατασκιάζοντα τὸ ἱλαστήριον· περὶ ὧν οὐκ ἔστι νῦν λέγειν κατὰ μέρος. 6 Τούτων δὲ οὕτω κατεσκευασμένων εἰς μὲν τὴν πρώτην σκηνὴν διὰ παντὸς εἰσίασιν οἱ ἱερεῖς τὰς λατρείας ἐπιτελοῦντες, 7 εἰς δὲ τὴν δευτέραν ἅπαξ τοῦ ἐνιαυτοῦ μόνος ὁ ἀρχιερεύς, οὐ χωρὶς αἵματος, ὃ προσφέρει ὑπὲρ ἑαυτοῦ καὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. 19 (ιθ´), 16-24: «16 Καὶ ἰδοὺ εἷς προσελθὼν εἶπεν αὐτῷ· Διδάσκαλε ἀγαθέ, τί ἀγαθὸν ποιήσω ἵνα ἔχω ζωὴν αἰώνιον; 17 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· Τί με λέγεις ἀγαθόν; οὐδεὶς ἀγαθὸς εἰ μὴ εἷς ὁ Θεὸς. εἰ δὲ θέλεις εἰσελθεῖν εἰς τὴν ζωὴν, τήρησον τὰς ἐντολάς. 18 λέγει αὐτῷ· Ποίας; ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε· Τὸ οὐ φονεύσεις, οὐ μοιχεύσεις, οὐ κλέψεις, οὐ ψευδομαρτυρήσεις, 19 τίμα τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα, καί, ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν. 20 λέγει αὐτῷ ὁ νεανίσκος· Πάντα ταῦτα ἐφυλαξάμην ἐκ νεότητός μου· τί ἔτι ὑστερῶ; 21 ἔφη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Εἰ θέλεις τέλειος εἶναι, ὕπαγε πώλησόν σου τὰ ὑπάρχοντα καὶ δὸς πτωχοῖς, καὶ ἕξεις θησαυρὸν ἐν οὐρανῷ, καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι. 22 ἀκούσας δὲ ὁ νεανίσκος τὸν λόγον ἀπῆλθε λυπούμενος· ἦν γὰρ ἔχων κτήματα πολλά. 23 Ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι δυσκόλως πλούσιος εἰσελεύσεται εἰς τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. 24 πάλιν δὲ λέγω ὑμῖν, εὐκοπώτερόν ἐστι κάμηλον διὰ τρυπήματος ῥαφίδος διελθεῖν ἢ πλούσιον εἰς τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ εἰσελθεῖν».



[1]. Χρησιμοποιώ το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας προ της κατάληψης της Κωνσταντινουπόλεως από τους Σταυροφόρους ως οδηγό, γιατί υπήρχε πάντα ο συνοδικός έλεγχός του, απετέλεσε δε το ευρύτατο πρότυπο για όλες τις επαρχίες του Θρόνου, για τις νεότερες τοπικές εκκλησίες και τα Πατριαρχικά Σταυροπήγεια, ακόμη γιατί συνιστούσε, ίσως και συνιστά μέχρι τις μέρες μας με τις ανανεωμένες εκδοχές του, και ένα λειτουργικό τρόπο, μέσω των ενδημούντων εν Κωνσταντινουπόλει Πατριαρχών και Μητροπολιτών, διεπαφής με όλους τους ορθοδόξους.



[2]. «Καὶ Μωυσῆς ἦν ποιμαίνων τὰ πρόβατα ᾿Ιοθόρ τοῦ γαμβροῦ αὐτοῦ τοῦ ἱερέως Μαδιὰμ καὶ ἤγαγε τὰ πρόβατα ὑπὸ τὴν ἔρημον καὶ ἦλθεν εἰς τὸ ὄρος Χωρήβ. 2 ὤφθη δὲ αὐτῷ ἄγγελος Κυρίου ἐν πυρὶ φλογὸς ἐκ τοῦ βάτου, καὶ ὁρᾷ ὅτι ὁ βάτος καίεται πυρί, ὁ δὲ βάτος οὐ κατεκαίετο. 3 εἶπε δὲ Μωυσῆς· παρελθὼν ὄψομαι τὸ ὅραμα τὸ μέγα τοῦτο, ὅτι οὐ κατακαίεται ὁ βάτος. 4 ὡς δὲ εἶδε Κύριος ὅτι προσάγει ἰδεῖν, ἐκάλεσεν αὐτὸν ὁ Κύριος ἐκ τοῦ βάτου λέγων· Μωυσῆ, Μωυσῆ. ὁ δὲ εἶπε· τί ἐστι; 5 ὁ δὲ εἶπε· μή ἐγγίσῃς ὧδε. λῦσαι τὸ ὑπόδημα ἐκ τῶν ποδῶν σου· ὁ γὰρ τόπος, ἐν ᾧ σὺ ἕστηκας, γῆ ἁγία ἐστί. 6 καὶ εἶπεν· ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς τοῦ πατρός σου, Θεὸς ῾Αβραὰμ καὶ Θεὸς ᾿Ισαὰκ καὶ Θεὸς ᾿Ιακώβ. ἀπέστρεψε δὲ Μωυσῆς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ· εὐλαβεῖτο γὰρ κατεμβλέψαι ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. 7 εἶπε δὲ Κύριος πρὸς Μωυσῆν· ἰδὼν εἶδον τὴν κάκωσιν τοῦ λαοῦ μου τοῦ ἐν Αἰγύπτῳ καὶ τῆς κραυγῆς αὐτῶν ἀκήκοα ἀπὸ τῶν ἐργοδιωκτῶν· οἶδα γὰρ τὴν ὀδύνην αὐτῶν, 8 καὶ κατέβην ἐξελέσθαι αὐτοὺς ἐκ χειρὸς τῶν Αἰγυπτίων καὶ ἐξαγαγεῖν αὐτοὺς ἐκ τῆς γῆς ἐκείνης καὶ εἰσαγαγεῖν αὐτοὺς εἰς γῆν ἀγαθὴν καὶ πολλήν, εἰς γῆν ρέουσαν γάλα καὶ μέλι».

Τρίτη 19 Αυγούστου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 24 Αυγούστου 2025 (20 /8/2023), (Αριθμ. 34Ν1)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

Α. Όπως η Ι´ Κυριακή του Ματθαίου, ιδίως η ΙΑ´ Κυριακή του Ματθαίου παρουσιάζει την ιδιαιτερότητα να βρίσκεται στο διάστημα μεταξύ Μεταμορφώσεως του Χριστού, Κοιμήσεως της Θετόκου ή της Αποδόσεως της εορτής της Κοιμήσεως με τα Αναγνώσματα στον απόηχο της Μεταμορφώσεως του Χριστού, ή στην αρχή της περιόδου για την Παγκόσμια Ύψωση του Τιμίου Σταυρού. Υμνολογικά μετά την Απόδοση της Κοιμήσεως κυριαρχούν οι Καταβασίες «Σταυρὸν χαράξας Μωσῆς...» (μέχρι 21η Σεπτεμβρίου) και το Κοντάκιο «Ἰωακεὶμ καὶ Ἄννα» (μέχρι τη 12η Σεπτεμβρίου- εκτός την 31η Αυγούστου, 1η και 7η Σεπτεμβρίου, λόγω των εορτών της Ινδίκτου αλλά και της Θεοτόκου). Πάντως πρέπει να επισημάνουμε το γεγονός για το πόση σπουδαιότητα έχει για τη λειτουργική πράξη και την πίστη της Εκκλησίας η μνήμη των Αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, γονέων της Θεοτόκου, καθώς το σχετικό Κοντάκιο καλύπτει εν συνόλω σχεδόν ένα εικοσαήμερο.

 

Β. Εξ επόψεως Ευαγγελικού Αναγνώσματος υπάρχει μία εσωτερική σύνδεση με το γεγονός της Μεταμορφώσεως, μολονότι ενδιάμεσα συνέβησαν και άλλα γεγονότα, τα οποία, ωστόσο, ενισχύουν αυτήν τη σύνδεση.

1. Ο Χριστός μεταμορφώθηκε στο όρος Θαβώρ, που ήταν σχετικώς κοντά στην πατρίδα του τη Ναζαρέτ, όπου οι κάτοικοί της τον είχαν απορρίψει, ένα όρος που επίσης δεν φημιζόταν καθόλου για το καλό του όνομα, αφού ο Προφήτης Ωσηέ αναφέρει ότι ήταν κέντρο ειδωλολατρίας (Ὠσηέ 5:1). Το παλαιοδιαθηκικό του όνομα ήταν Ιταβύριον. Εξάλλου, η περιοχή της Γαλιλαίας, όπου δρα ο Χριστός, με τα τελευταία γεγονότα να συμβαίνουν σε μία γραμμή από την Καισάρεια της Φιλίππου, βόρεια του όρους Ερμών, διαμέσου του Θαβώρ με κατάληξη την Καπερναούμ, ήταν μία περιοχή που για τους Γραμματείς και τους Φαρισαίους της Ιουδαίας δεν εξέφραζε την καθαρή ιουδαϊκή πίστη, λόγω της επιμειξίας των κατοίκων, όπως επίσης και λόγω του Ελληνορωμαϊκού στοιχείου. Ο Χριστός, όμως, ενεργεί τις θεοσημίες του προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, ακόμη και προς τους εθνικούς, όπως με το δούλο (υιό) του ρωμαίου εκατόνταρχου, μάλιστα επήνεσε την πίστη του εκατόνταρχου, ότι δεν συνάντησε, δηλαδή, τέτοια πίστη ούτε στον Ισραήλ.

2. Ανακεφαλαιώνοντας, λοιπόν, με τη Μεταμόρφωσή του το μυστήριο της Θείας Οικονομίας από κτίσεως κόσμου και μέχρις των εσχάτων όχι μόνο σε σχέση με το ανθρώπινο γένος αλλά και με όλη τη δημιουργία, αναιρεί, θρυμματίζει την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα ακόμη και των ιερών τόπων, αναδεικνύοντας ολόκληρη την κτίση «λίαν καλή», ανάγοντας τα πάντα στο αρχέτυπο κάλλος τους, φωτοειδή ενεργήματα, αποτελέσματα, δηλαδή, κατά την οικεία τάξη έκαστο, της άκτιστης μεταμορφωτικής ενέργειας της Αγίας Τριάδος. Είναι σαν να συμπυκνώνεται ο χρόνος και ο χώρος στην πρώτη στιγμή της δημιουργίας, σαν το «γενηθήτω» της δημιουργίας να συμπίπτει με το «Ναὶ ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ» της κατακλείδος της Αποκαλύψεως.

 

Γ. Γι᾽ αυτό τα επόμενα φέρουν ένα συγκλονισμό, παρά τη λύπη που προκαλεί ο προχειρισμός των Παθών, αλλά και η ένταση για το διαχειρισμό της πορείας των Μαθητών στην ιστορία.

1. Το πρώτο παράδειγμα δίδεται με τη συζήτηση του Χριστού με τον Πέτρο για την πληρωμή του φόρου των διδράχμων, που εισπράττουν οι βασιλείς της γης «ἀπὸ τῶν ἀλλοτρίων», «ἵνα μὴ σκανδαλίσωμεν αυτούς» στην κατακλείδα του δέκατου έβδομου κεφαλαίου, στο οποίο καταγράφεται και το γεγονός της Μεταμορφώσεως. Τελικά, ο Πέτρος καλείται να ψαρέψει ένα ψάρι, προφανώς στη λίμνη της Τιβεριάδος, αφού βρίσκονταν ήδη στην Καπερναούμ, και να πληρώσει με το στατήρα, ένα Μακεδονικό νόμισμα, που θα έβρισκε στο στόμα του ψαριού. Πάντως, δεν ήταν Ρωμαϊκός κῆνσος!

2. Το δεύτερο παράδειγμα, που παραθέτει ο Ευαγγελιστής Ματθαίος προέρχεται από την αρχή του δέκατου όγδοου κεφαλαίου, πριν από το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα. Ο Ματθαίος, που δεν ήταν παρών στη Μεταμόρφωση, καταγράφει: «Ἐν ἐκείνῃ τῇ ὥρᾳ προσῆλθον οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ λέγοντες· Τίς ἄρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν;». (Ματθ. 18,1). Φαίνεται ότι οι τρεις Μαθητές που ήταν στη Μεταμόρφωση, μολονότι ο Χριστός τούς είχε προτρέψει: «9 καὶ καταβαινόντων αὐτῶν ἀπὸ τοῦ ὄρους ἐνετείλατο αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς λέγων· Μηδενὶ εἴπητε τὸ ὅραμα ἕως οὗ ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ» (Ματθ. 17, 9), αυτοί δεν κρατήθηκαν και το συζήτησαν με τους υπόλοιπους. Εξάλλου, ότι αμέσως μετά την κάθοδο από το Θαβώρ θέτουν για συζήτηση το θέμα της ελεύσεως του Ηλία, προ, δηλαδή, της ελεύσεως του Μεσσία, τον οποίο ο Ισραήλ περίμενε να εγκαταστήσει τη βασιλεία του, βασιλεία του Ισραήλ επί όλων των εθνών, δείχνει ότι άναψε όχι τυχαία η συζήτηση για τη βασιλεία του Θεού.

3. Σ᾽ αυτό το πλαίσιο και με δεδομένο ότι ο Ιησούς είχε επιλέξει τους τρεις στην άνοδό του στο Θαβώρ, οι υπόλοιποι ίσως και γιατί θεώρησαν ότι ήσαν «ριγμένοι» και ως προς την ερχόμενη βασιλεία, θέτουν την ερώτηση περί του ποιός θα έχει το μεγαλύτερο αξίωμα στη βασιλεία των ουρανών. Ο Χριστός καλεί ένα παιδί από το πλήθος, το στήνει στη μέση και τους λέει ότι, όποιος θα είναι ταπεινός σαν παιδί, αυτός θα είναι ο μείζων στη βασιλεία του Θεού και εν συνεχεία φέρει το παράδειγμα του ποιμένα που αφήνει τα ενενήντα εννέα πρόβατα, για να σώσει το «ἀπολωλός», μία απώλεια, αμαρτία, που είναι κυρίως αποκοπή από το κοινό σώμα, λόγω ιδιοτέλειας. Ο Πέτρος υποβάλλει την ερώτηση μέχρι πόσες φορές μπορεί κάποιος να συγχωρεί τον άνθρωπο που μας βλάπτει, μέχρις επτά φορές; Φαίνεται ότι ο Πέτρος είχε κάνει, πάντως, πρόοδο με το ἑπτάκις, εν σχέσει με το Μωσαϊκό Νόμο του οδόντος αντί οδόντος. Ο Χριστός του απαντάει: «Οὐ λέγω σοι ἕως ἑπτάκις ἀλλ᾽ ἕως ἑβδομηκοντάκις ἑπτά», δηλαδή, αμέτρητες φορές και συνεχίζει με το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα για τη βασιλεία των ουρανών στον απόηχο, ασφαλώς της Μεταμορφώσεως και της ερωτήσεως των Μαθητών «Τίς ἄρα μείζων ἐστὶν ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν;» με μία παραβολή περί του βασιλέα που από μακροθυμία και ευσπλαχνία χάρισε στο δούλο τα χίλια τάλαντα, ένα τεράστιο, δηλαδή, ποσό, ενώ ο ίδιος ο πονηρός δούλος έφτασε να στείλει το σύνδουλό του στη φυλακή για εκατό δηνάρια, ένα ασήμαντο ποσό (50 με 60Ε). Ο πονηρός δούλος επιφέρει την οργή του κυρίου του, που απαιτεί να ξεπληρώσει όλο το χρέος άπαξ. Και, όπως στην αρχή της παραβολής έχουμε ένα λόγο παραδειγματικό: «ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν», έτσι πάλι ο Χριστός χρησιμοποιεί για τη διδαχή του ένα λόγο παραβολικό: «Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν, ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν». Είναι μία γλώσσα συγκαταβατική, για να καταλάβουν οι ακροατές, όχι γιατί ο Θεός οργίζεται.

 

Δ. Μετά τη Μεταμόρφωση οι Μαθητές δοκιμάζονται από την έκπληξη του γεγονότος και προσπαθούν να ισορροπήσουν ανάμεσα στην ιστορία και τα συνεπαγόμενά της, πληρωμή φόρων, νομικό πλαίσιο νέων κοινωνικών σχέσεων, στο όραμά τους για ένα νέο βασίλειο του Ισραήλ, όπως είχαν αρχίσει να το συζητούν μεταξύ τους και προς τα έξω, όμως ο Χριστός, χωρίς να αναιρεί την ιστορία, τους επαναφέρει σε μία πνευματικά οικουμενική όραση του ανθρώπου, κατά την οποία οι νομικές διατάξεις καταργούνται, γιατί ο άνθρωπος συμφιλιώνεται όχι νομικά αλλά στην ίδια την ύπαρξή του, εν τη καρδία αυτού, με το συνάνθρωπό του, όχι τυπικά αλλά πραγματικά, φιλάνθρωπα και ανιδιοτελώς, σε τέτοιο σημείο που ακόμη και το δικαίωμα να μην χρησιμοποιείται, για να μην αποτελεί εμπόδιο για το Ευαγγέλιο, όπως επισημαίνει ο Απόστολος Παύλος στο Αποστολικό Ανάγνωσμα: «ἀλλ᾽ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ». Πάντως, η τιμωρία του πονηρού δούλου, ιδιοτελή και παρατρεχάμενου απατεώνα, και μετά κατεξουσιαστή και απεχθούς ιδιοποιητή των κοινών αγαθών, στιγματίζεται με διαρκή τιμωρία «ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ». Αυτό για όλα τα κακόμοιρα ιδιοτελή πλάσματα, που νομίζουν ότι μπορούν εν τη αγαθότητι, ή τη αδυναμία, των συνανθρώπων να τους εκμεταλλεύονται δαιμονικώς, ή να ιδιοποιούνται το κοινό της Εκκλησίας, ή της πολιτείας, ή συνοπτικώς τα θέσμια.

 

Ε. Αργότερα οι Πατέρες της Εκκλησίας θα ερμηνεύσουν την πορεία των ανθρώπων από τη κατάσταση της δουλείας, της μισθίας προς αυτήν της υιότητας και της αδελφοσύνης, όπως και τη νηπτική πράξη, καρπός της οποίας είναι και η υμνολογία της Εκκλησίας, σε μία πορεία προς τη θεοπτία και πρόγευση της βασιλείας του Θεού με αποκορύφωμα την ησυχαστική μας πράξη και παράδοση, που έχει κέντρο της τη Μεταμόρφωση του Χριστού, το Σταυρό και την Ανάσταση.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α´ Κορ. 9, 2-12: «2 εἰ ἄλλοις οὐκ εἰμὶ ἀπόστολος, ἀλλά γε ὑμῖν εἰμι· ἡ γὰρ σφραγὶς τῆς ἐμῆς ἀποστολῆς ὑμεῖς ἐστε ἐν Κυρίῳ. 3 ἡ ἐμὴ ἀπολογία τοῖς ἐμὲ ἀνακρίνουσιν αὕτη ἐστί. 4 Μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν φαγεῖν καὶ πιεῖν; 5 μὴ οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν ἀδελφὴν γυναῖκα περιάγειν, ὡς καὶ οἱ λοιποὶ ἀπόστολοι καὶ οἱ ἀδελφοὶ τοῦ Κυρίου καὶ Κηφᾶς; 6 ἢ μόνος ἐγὼ καὶ Βαρνάβας οὐκ ἔχομεν ἐξουσίαν τοῦ μὴ ἐργάζεσθαι; 7 τίς στρατεύεται ἰδίοις ὀψωνίοις ποτέ; τίς φυτεύει ἀμπελῶνα καὶ ἐκ τοῦ καρποῦ αὐτοῦ οὐκ ἐσθίει; ἢ τίς ποιμαίνει ποίμνην καὶ ἐκ τοῦ γάλακτος τῆς ποίμνης οὐκ ἐσθίει; 8 Μὴ κατὰ ἄνθρωπον ταῦτα λαλῶ; ἢ οὐχὶ καὶ ὁ νόμος ταῦτα λέγει; 9 ἐν γὰρ τῷ Μωϋσέως νόμῳ γέγραπται· οὐ φιμώσεις βοῦν ἀλοῶντα. μὴ τῶν βοῶν μέλει τῷ Θεῷ; 10 ἢ δι᾽ ἡμᾶς πάντως λέγει; δι᾽ ἡμᾶς γὰρ ἐγράφη, ὅτι ἐπ᾽ ἐλπίδι ὀφείλει ὁ ἀροτριῶν ἀροτριᾶν, καὶ ὁ ἀλοῶν τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ μετέχειν ἐπ᾽ ἐλπίδι. 11 Εἰ ἡμεῖς ὑμῖν τὰ πνευματικὰ ἐσπείραμεν, μέγα εἰ ἡμεῖς ὑμῶν τὰ σαρκικὰ θερίσομεν; 12 εἰ ἄλλοι τῆς ἐξουσίας ὑμῶν μετέχουσιν, οὐ μᾶλλον ἡμεῖς; ἀλλ᾽ οὐκ ἐχρησάμεθα τῇ ἐξουσίᾳ ταύτῃ, ἀλλὰ πάντα στέγομεν, ἵνα μὴ ἐγκοπήν τινα δῶμεν τῷ εὐαγγελίῳ τοῦ Χριστοῦ».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. 18, 23-35: «23 Διὰ τοῦτο ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ βασιλεῖ ὃς ἠθέλησεν συνᾶραι λόγον μετὰ τῶν δούλων αὐτοῦ. 24 ἀρξαμένου δὲ αὐτοῦ συναίρειν προσηνέχθη αὐτῷ εἷς ὀφειλέτης μυρίων ταλάντων. 25 μὴ ἔχοντος δὲ αὐτοῦ ἀποδοῦναι ἐκέλευσεν αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ πραθῆναι καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ τὰ τέκνα καὶ πάντα ὅσα εἶχε, καὶ ἀποδοθῆναι. 26 πεσὼν οὖν ὁ δοῦλος προσεκύνει αὐτῷ λέγων· κύριε μακροθύμησον ἐπ᾽ ἐμοί, καὶ πάντα σοι ἀποδώσω. 27 σπλαγχνισθεὶς δὲ ὁ κύριος τοῦ δούλου ἐκείνου ἀπέλυσεν αὐτόν, καὶ τὸ δάνειον ἀφῆκεν αὐτῷ. 28 ἐξελθὼν δὲ ὁ δοῦλος ἐκεῖνος εὗρεν ἕνα τῶν συνδούλων αὐτοῦ, ὃς ὤφειλεν αὐτῷ ἑκατὸν δηνάρια, καὶ κρατήσας αὐτὸν ἔπνιγεν λέγων· ἀπόδος μοι εἴ τι ὀφείλεις. 29 πεσὼν οὖν ὁ σύνδουλος αὐτοῦ εἰς τοὺς πόδας αὐτοῦ παρεκάλει αὐτὸν λέγων· μακροθύμησον ἐπ᾽ ἐμοί, καὶ ἀποδώσω σοι· 30 ὁ δὲ οὐκ ἤθελεν, ἀλλὰ ἀπελθὼν ἔβαλεν αὐτὸν εἰς φυλακὴν ἕως οὗ ἀποδῷ τὸ ὀφειλόμενον. 31 ἰδόντες δὲ οἱ σύνδουλοι αὐτοῦ τὰ γενόμενα ἐλυπήθησαν σφόδρα, καὶ ἐλθόντες διεσάφησαν τῷ κυρίῳ ἑαυτῶν πάντα τὰ γενόμενα. 32 τότε προσκαλεσάμενος αὐτὸν ὁ κύριος αὐτοῦ λέγει αὐτῷ· δοῦλε πονηρέ, πᾶσαν τὴν ὀφειλὴν ἐκείνην ἀφῆκά σοι, ἐπεὶ παρεκάλεσάς με· 33 οὐκ ἔδει καὶ σὲ ἐλεῆσαι τὸν σύνδουλόν σου, ὡς καὶ ἐγὼ σὲ ἠλέησα; 34 καὶ ὀργισθεὶς ὁ κύριος αὐτοῦ παρέδωκεν αὐτὸν τοῖς βασανισταῖς ἕως οὗ ἀποδῷ πᾶν τὸ ὀφειλόμενον αὐτῷ. 35 Οὕτω καὶ ὁ πατήρ μου ὁ ἐπουράνιος ποιήσει ὑμῖν ἐὰν μὴ ἀφῆτε ἕκαστος τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ἀπὸ τῶν καρδιῶν ὑμῶν τὰ παραπτώματα αὐτῶν».

Σάββατο 16 Αυγούστου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ι´ ΜΑΤΘΑΙΟΥ, 17 Αυγούστου 2025 (13 /8/2023), Κυριακὴ μετὰ τὴν ἑορτήν, (Αριθμ. 32Ν1)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

 

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

Α. 1. H Κυριακή Ι´ Ματθαίου είναι μία από τις ιδιαίτερες Κυριακές, γιατί συναρτάται με την εορτή της Μεταμορφώσεως του Χριστού ή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, δηλαδή, ανάλογα με τον εορτασμό του Πάσχα και την Πεντηκοστή, καθορίζεται εορτολογικά στο διάστημα πριν την εβδομάδα της Μεταμορφώσεως μέχρι την εβδομάδα της Αποδόσεως της Κομήσεως της Θεοτόκου, οπότε και οι Καταβασίες, το Κοντάκιο και το Απολυτίκιο αλλά και όλη η υμνολογία καθορίζονται από την ημερομηνία τελέσεως. Το χαρακτηριστικό της είναι ότι το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα, όπως είναι φυσικό, αλλά ιδίως το Αποστολικό, παραμένουν τα ίδια και είναι νοηματικά και κειμενικά συνυφασμένα με το γεγονός της Μεταμορφώσεως.

2. α. Κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Εκκλησίας τη 17η Αυγούστου ετελείτο η μνήμη «τῆς ἁγίας καὶ ἐνδόξου Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας ἐν τοῖς Ἀρματίου». Πρόκειται για μία από τις πρώτες οριοθετημένες περιοχές της Κωνσταντινούπολης, και η εκκλησία αυτή, ή μοναστήρι, πρέπει να ήταν από τα αρχαιότερα τα αφιερωμένα στη Θεοτόκο περί το τέλος του 5ου αι.

β. Ας σημειωθεί και ενταύθα εν παρενθέσει ότι από τις παραμονές της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου στην Έφεσο (431) και εντεύθεν και ιδίως μετά τη Δ´ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος (451) και τη στέψη του αυτοκράτορος από τον Πατριάρχη (457) σημειώνεται μία πρωτόγνωρη λειτουργική και αρχιτεκτονική έκρηξη στην Κωνσταντινούπολη με εκκλησίες προς τιμήν της Θεοτόκου και του Χριστού με πρωτεργάτισσες τις ελληνομαθείς βασίλισσες Αγίες Ευδοκία και Πουλχερία. Πρώτο δείγμα είναι η Αγία Σοφία, 425, την ίδια ημερομηνία με το Πανδιδακτήριο, που είναι το πρώτο αυτοκρατορικό πανεπιστημίο, εντός του συγκροτήματος του Παλατίου. Η Αγία Σοφία, επί του χώρου της Κωνσταντίνειας Σοφίας, πλάι στην Ειρήνη,- αμφότερες θεότητες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας- ανακατασκευάζεται εκ βάθρων ως χριστιανικός ναός αφιερωμένος στη Σοφία και Λόγο, το Χριστό, τον τέλειο Θεό και τέλειο άνθρωπο κατά την επί μακρόν προηγηθείσα ερμηνεία του αποσπάσματος των Παροιμιών 8,22-25: «22 Κύριος ἔκτισέ με ἀρχὴν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα αὐτοῦ, 23 πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέ με ἐν ἀρχῇ, πρὸ τοῦ τὴν γῆν ποιῆσαι 24 καὶ πρὸ τοῦ τὰς ἀβύσους ποιῆσαι, πρὸ τοῦ προελθεῖν τὰς πηγὰς τῶν ὑδάτων, 25 πρὸ τοῦ ὄρη ἑδρασθῆναι, πρὸ δὲ πάντων βουνῶν γεννᾷ με» - 9, 1-6 : «...Η σοφία ᾠκοδόμησεν ἑαυτῇ οἶκον καὶ ὑπήρεισε στύλους ἑπτά· 2 ἔσφαξε τὰ ἑαυτῆς θύματα, ἐκέρασεν εἰς κρατῆρα τὸν ἑαυτῆς οἶνον καὶ ἡτοιμάσατο τὴν ἑαυτῆς τράπεζαν· 3 ἀπέστειλε τοὺς ἑαυτῆς δούλους συγκαλοῦσα μετὰ ὑψηλοῦ κηρύγματος ἐπὶ κρατῆρα λέγουσα· 4 ὅς ἐστιν ἄφρων, ἐκκλινάτω πρός με· καὶ τοῖς ἐνδεέσι φρενῶν εἶπεν· 5 ἔλθετε φάγετε τῶν ἐμῶν ἄρτων καὶ πίετε οἶνον, ὃν ἐκέρασα ὑμῖν· 6 ἀπολείπετε ἀφροσύνην, ἵνα εἰς τὸν αἰῶνα βασιλεύσητε, καὶ ζητήσατε φρόνησιν, καὶ κατορθώσατε ἐν γνώσει σύνεσιν» (αποτέλεσε, εξάλλου, όλη η ενότητα και ένα από τα κύρια Προφητικά Αναγνώσματα των εορτών της Θεοτόκου και του Χριστού), το πρώτο κεφάλαιο του Ευαγγελίου του Ευαγγελιστού Ιωάννη και ασφαλώς το βιβλίο της Γενέσεως, καθότι ο Λόγος του Πατρός είναι ο Δημιουργός, «δι᾽ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο», κατά το Σύμβολο της Πίστεως. Κεντρική εορτή ήταν η Γέννηση του Χριστού, 25 Δεκεμβρίου, κατά την οποία κατεξοχήν ομολογείται και η αΐδιος γέννηση εκ του Πατρός και η ομοουσιότητα. Και ασφαλώς η Αγία Σοφία δεν είναι ο «οίκος της ενανθρωπήσεως», γιατί η ενανθρώπηση αφορά σε όλο το μυστήριο της Θείας Οικονομίας και προ των αιώνων- απροϋπόθετος η βουλή του Τριαδικού Θεού- και εις τους αιώνας των αιώνων! Και ασφαλώς ουδέποτε υπήρξε κάποια εορτή της ενανθρωπήσεως.

 

Β. 1. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα κείται ως εισαγωγή και ως προς το Αποστολικό Ανάγνωσμα ως κλήση, γιατί η αποκάλυψη του Λόγου του Θεού Πατρός, του ενός και του αυτού άσαρκου, ένσαρκου και Πνευματικώς ορωμένου, γίνεται «δι᾽ ἡμᾶς καὶ διὰ τὴν ἡμετέραν σωτηρίαν»και όχι για να γράφουν περί εννοιών και αξιών οι σύγχρονοι θεολόγοι. Συγκεκριμένα, η ευαγγελική περικοπή κατά την καταγραφή του Ματθαίου έπεται του γεγονότος της Μεταμορφώσεως, όπως ακούγεται στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα αυτής της εορτής. Οι πρόκριτοι των Μαθητών, τρεις και όχι ένας και δύο, που ήσαν ήδη έμπειροι του γεγονότος της Μεταμορφώσεως, ότι, δηλαδή, ο συνών με αυτούς είναι ο Θεός των Πατέρων τους, ο Κύριος της Δόξης, κατά τη μαρτυρία των συμπαρόντων Ηλιού και Μωϋσέως, παρακλήθηκαν από τον πατέρα του σεληνιαζομένου υιού, να τον θεραπαύσουν, αλλά «οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι». Ο Χριστός αντιδρά εν αγανακτήσει, αφήνει οικονομικώς να φανούν τα αδιάβλητα πάθη, ως τέλειος άνθρωπος δι᾽ ἡμᾶς, και λέγει: «Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾽ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν;», όχι αδίκως, γιατί παρουσιάζονται ολιγόπιστοι εν τη πράξει μετά την προς αυτούς δωρεά της θεοπτίας κατά τη Μεταμόρφωση. Ίσως, μάλιστα, καθώς αντελήφθησαν από την προσλαλιά μεταξύ Χριστού, Μωϋσέως και Ηλία ότι η πορεία προς τα Πάθη είναι εγγύς και δεν ήθελαν να το πιστέψουν, ολιγοπίστησαν, και ίσως σκέφθηκαν ότι και η δική τους πορεία θα είναι, όπως την περιγράφει ο Απόστολος Παύλος στο Αποστολικό Ανάγνωσμα, ως «ἐπιθανατίων». Εξάλλου, ο Χριστός επανέρχεται μετά το γεγονός της θεραπείας του σεληνιαζομένου στον προχειρισμό του σταυρικού του θανάτου, αλλά και της τριημέρου Αναστάσεως: «22 Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων 23 καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται». Και ο Ματθαίος σημειώνει ότι μετά από αυτό: «καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα».

2. Ας σημειωθεί επιπλέον ότι ο Απόστολος Παύλος είναι σαν και να συνεχίζει με λόγο συγκλονιστικό το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα ομιλών για την κλήση των Αποστόλων εν Χριστώ, που είναι ανατροπή και της ιουδαϊκής περιφρούρησης με μία πίστη στερεότυπων, που η ευθύνη μεταβιβαζόταν από τον Ισραήλ στους Προφήτες και τους Πατριάρχες τους κατά το Νόμο και τις εντολές, αλλά και ως προς τα έθνη, που είχαν ως αρετή την ισχύ, προβάλλοντας ο Απόστολος Παύλος την πνευματική πατρότητα εν Χριστώ, που δεν έχει καν σχέση με υλικές απολαβές, αφού ακόμη και η ίδια η ζωή του οικονομείται «ταῖς ἰδίαις χερσί»! Σκληρή είναι και η μίμηση, ασφαλώς, που προτείνει ο Απόστολος Παύλος στους Κορίνθιους, εάν θέλουν να είναι πράγματι τέκνα του και όχι απλώς να υπερηφανεύονται χρησιμοποιώντας το όνομά του.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Α´ Κορ. δ´, 9-16: «9 Δοκῶ γὰρ ὅτι ὁ Θεὸς ἡμᾶς τοὺς ἀποστόλους ἐσχάτους ἀπέδειξεν, ὡς ἐπιθανατίους, ὅτι θέατρον ἐγενήθημεν τῷ κόσμῳ, καὶ ἀγγέλοις καὶ ἀνθρώποις. 10 ἡμεῖς μωροὶ διὰ Χριστόν, ὑμεῖς δὲ φρόνιμοι ἐν Χριστῷ· ἡμεῖς ἀσθενεῖς, ὑμεῖς δὲ ἰσχυροί· ὑμεῖς ἔνδοξοι, ἡμεῖς δὲ ἄτιμοι. 11 ἄχρι τῆς ἄρτι ὥρας καὶ πεινῶμεν καὶ διψῶμεν καὶ γυμνητεύομεν καὶ κολαφιζόμεθα καὶ ἀστατοῦμεν 12 καὶ κοπιῶμεν ἐργαζόμενοι ταῖς ἰδίαις χερσί· λοιδορούμενοι εὐλογοῦμεν, διωκόμενοι ἀνεχόμεθα, 13 βλασφημούμενοι παρακαλοῦμεν· ὡς περικαθάρματα τοῦ κόσμου ἐγενήθημεν, πάντων περίψημα ἕως ἄρτι. 14 Οὐκ ἐντρέπων ὑμᾶς γράφω ταῦτα, ἀλλ᾽ ὡς τέκνα μου ἀγαπητὰ νουθετῶ· 15 ἐὰν γὰρ μυρίους παιδαγωγοὺς ἔχητε ἐν Χριστῷ, ἀλλ οὐ πολλοὺς πατέρας· ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ διὰ τοῦ εὐαγγελίου ἐγὼ ὑμᾶς ἐγέννησα. 16 παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, μιμηταί μου γίνεσθε».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. ιζ´, 14-23: «14 Καὶ ἐλθόντων αὐτῶν πρὸς τὸν ὄχλον προσῆλθεν αὐτῷ ἄνθρωπος γονυπετῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 15 Κύριε, ἐλέησόν μου τὸν υἱόν, ὅτι σεληνιάζεται καὶ κακῶς πάσχει· πολλάκις γὰρ πίπτει εἰς τὸ πῦρ καὶ πολλάκις εἰς τὸ ὕδωρ. 16 καὶ προσήνεγκα αὐτὸν τοῖς μαθηταῖς σου, καὶ οὐκ ἠδυνήθησαν αὐτὸν θεραπεῦσαι. 17 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν· Ὦ γενεὰ ἄπιστος καὶ διεστραμμένη! ἕως πότε ἔσομαι μεθ᾽ ὑμῶν; ἕως πότε ἀνέξομαι ὑμῶν; φέρετέ μοι αὐτὸν ὧδε. 18 καὶ ἐπετίμησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς, καὶ ἐξῆλθεν ἀπ' αὐτοῦ τὸ δαιμόνιον καὶ ἐθεραπεύθη ὁ παῖς ἀπὸ τῆς ὥρας ἐκείνης. 19 Τότε προσελθόντες οἱ μαθηταὶ τῷ Ἰησοῦ κατ᾽ ἰδίαν εἶπον· Διατί ἡμεῖς οὐκ ἠδυνήθημεν ἐκβαλεῖν αὐτό; 20 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Διὰ τὴν ἀπιστίαν ὑμῶν. ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὄρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται· καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμῖν. 21 τοῦτο δὲ τὸ γένος οὐκ ἐκπορεύεται εἰ μὴ ἐν προσευχῇ καὶ νηστείᾳ. 22 Ἀναστρεφομένων δὲ αὐτῶν εἰς τὴν Γαλιλαίαν εἶπεν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· Μέλλει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου παραδίδοσθαι εἰς χεῖρας ἀνθρώπων 23 καὶ ἀποκτενοῦσιν αὐτόν, καὶ τῇ τρίτῃ ἡμέρᾳ ἐγερθήσεται. καὶ ἐλυπήθησαν σφόδρα».

Κυριακή 10 Αυγούστου 2025

 

Μνήμη τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ ἀειπαρθένου Μαρίας, 15 Αυγούστου 2025 (15/8/2023),

(Αριθμ. 35Ν2)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

Α. 1. Στο Εορτολόγιο της Εκκλησίας μας κατά τις πολύ μεγάλες εορτές στην κυρίως εορτή συναρτώνται τα Προεόρτια και τα Μεθέορτα, πράγμα που υφίσταται και στην εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Μάλιστα, η υμνολογία των Προεορτίων είναι εξαιρετικά σημαντική, γιατί δίδεται το έναυσμα για τον αναστάσιμο εορτασμό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Έτσι, αφού στην αρχή του Εσπερινού με τα Στιχηρά Προσόμοια αθροίζονται με παράδοξο τρόπο εκ περάτων οι Απόστολοι, για να ψάλλουν τον εξόδιο ύμνο και την επιτάφιο ωδή μαζί με τους αγγέλους, αλλά και με όλο το σύστημα της Εκκλησίας (Προσόμοιο β´, ἦχος δ´: «Ἀποστόλων ὁ θίασος, παραδόξως ἀθροίσθητε, ἐκ περάτων σήμερον· ἡ γὰρ ἔμψυχος, πόλις τοῦ πάντων δεσπόζοντος, ἀπαίρειν ἐπείγεται, πρὸς τὰ κρείττω εὐκλεῶς, συγχορεύειν βασίλεια, τῷ Υἱῷ αὐτῆς, ἧς τῇ θείᾳ κηδείᾳ ὁμοφρόνως, σὺν ταῖς ἄνω στρατηγίαις, ὕμνον ἐξόδιον ᾄσατε»), (Προσόμοιο γ´, ἦχος δ´: «Ἱερέων ὁ σύλλογος, βασιλεῖς τε καὶ ἄρχοντες, σὺν παρθένων τάγμασι νῦν προφθάσετε, ἅπας λαός τε συνδράμετε, ᾠδὴν ἐπιτάφιον, ἀναπέμποντες ὁμοῦ· ἡ γὰρ πάντων δεσπόζουσα, μέλλει αὔριον, τὴν ψυχὴν παραθέσθαι εἰς τὰς χεῖρας, τοῦ Υἱοῦ μεθισταμένη, πρὸς αἰωνίαν κατοίκησιν», με το Θεοτοκίο και το Προεόρτιο Απολυτίκιο ερμηνεύεται το γεγονός της μεταστάσεως της Θεοτόκου με παράθεση της ψυχής στα χέρια του Χριστού και προς τα άνω μετάθεσημέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν») ως «Ἡ τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα»[1].

2. Κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ο εορτασμός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ετελείτο σε όλες τις Εκκλησίες. Στην Κωνσταντινούπολη ετελείτο με ιδιαίτερη έμφαση στην Παναγία των Βλαχερνών με παρουσία και του αυτοκράτορα, όπου κατά την παραμονή άρχιζε ο εορτασμός, ή οργανωνόταν, στην εκκλησία της Αγίας Ευφημίας στο Πέτριο, απ᾽ όπου ξεκινούσε και η λιτή την κυριώνυμη ημέρα, ενώ ο Πατριάρχης την παραμονή παρίστατο στην Παναγία των Χαλκοπρατείων για το λυχνικόν μέχρι την αρχή της παννυχίδος, ενώ το πρωί ήταν παρών στον όρθρο μέχρι την απόλυση και μετά απερχόταν κι αυτός «εἰς τὴν Πανεύφημον ἐν τῷ Πετρίῳ», δηλαδή στην Αγία Ευφημία, ώστε εν λιτή όλοι να εισέλθουν στις Βλαχέρνες, όπου η ακολουθία συνεχιζόταν με το Προκείμενο, το Αποστολικό Ανάγνωσμα και τα υπόλοιπα της Θείας Λειτουργίας. Την επομένη, περίπου ως μεθέορτο γεγονός, ειδικά στην Κωνσταντινούπολη και πάντα κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ετελείτο η ανάμνηση της απόκρουσης της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως από τους άραβες (15 Αυγούστου 717- 15 Αυγούστου 718), και ο εορτασμός κάλυπτε το χώρο από το Φόρο, την Πύλη του Αττάλου, προφανώς η αυτή με του Μ. Κωνσταντίνου,  μέχρι τη Χρυσή Πύλη και την εκκλησία της Θετόκου Μαρίας με την επωνυμία Ιερουσαλήμ, πιθανόν να είναι η Παναγία η Αγία Μαρία η Περίβλεπτος, στα δυτικά, πλησίον της Χρυσής Πύλης.

 

Β. Εν συνεχεία, χωρίς άλλη παρεμβολή, στον Όρθρο, μετά την α´ Στιχολογία, στο Κάθισμα της Θεοτόκου, ἦχος γ´, ερμηνεύεται η γνωστή αγία εικόνα της Κοιμήσεως, όπου η Θεοτόκος εικονίζεται σε εξόδιο κρεβάτι αλλά και αναλαμβανομένη στα χέρια του εν δόξη κατελθόντος Χριστού, ενώ δίδεται και η πληροφορία ότι κάποιος Ιουδαίος (Ιεφωνίας) στην προσπάθειά του να ανατρέψει το φέρετρο πατάσσεται υπό αγγέλου. Το πλέον σημαντικό σημείο είναι ότι η εις τους ουρανούς άνοδος της Παναγίας είναι μετά ψυχής και σώματος: «Εἰς τὰ οὐράνια, μετὰ τὴν κοίμησιν, ἀνῆλθες Πάναγνε, ψυχῇ καὶ σώματι, τοῦ σοῦ Υἱοῦ θεοπρεπῶς, ἄνωθεν καταβάντος, τὸν δὲ ἐφορμήσαντα, ἀνατρέψαι σὸν φέρετρον, ἀνοσιουργότροπον, θεία δίκη ἐπέταξε. Διὸ σὺν τῷ Ἀγγέλῳ βοῶμέν σοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη». Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν ετάφη, αλλά ότι η ταφή είναι η βεβαίωση της μεταστάσεως με τη διαπίστωση του κενού τάφου: «Ὁ τάφος σου κηρύττει Πανάμωμε, τὴν ταφήν σου, καὶ τὴν μετὰ σώματος, πρὸς οὐρανοὺς νῦν Μετάστασιν» (Κανὼν α´, ᾨδὴ ε´, ἦχος πλ. δ´). Στον Οἶκο μετά το Κοντάκιο των Προεορτίων περιγράφεται η ευφρόσυνη συμμετοχή ουρανού και πάσης κτίσεως στο γεγονός της από της γης στον Παράδεισο μεταβάσεως της Θεοτόκου, που βεβαιώνεται και με τη θαυμαστή παρουσία των Αποστόλων, οι οποίοι έφθασαν στα Ιεροσόλυμα εκ περάτων επί νεφελών. Με τα ρήματα ἀπαίρει και μολεῖ δηλώνεται το γεγονός ότι σωματικά εισήλθε στον Παράδεισο η Θεοτόκος, μολονότι ετάφη πραγματικά: «Νῦν εὐφραινέσθω οὐρανός, σκιρτάτω πᾶσα κτίσις· ἰδοὺ γὰρ ἡ Παρθένος ἀπὸ γῆς ἀπαίρει, καὶ πρὸς Παράδεισον μολεῖ, πᾶσι σωτηρία ἐπεφάνη ἐκ Θεοῦ, πρεσβεύουσα καὶ σκέπουσα. Διὸ καὶ Ἀποστόλων ἐπέδραμε πᾶσα ἡ χορεία, ἐκ περάτων ἀθροισθεῖσα· νεφέλαι γὰρ ἐφάνησαν ἄφνω ἁρπάσασαι αὐτούς, ἐπέστησαν ἅμα τῇ Μητρὶ καὶ τῷ Υἱῷ, καὶ ἀνεβόων· Χαῖρε θησαυρὲ τοῦ Μάννα τῆς διαθήκης, Χαῖρε Παρθένε, Χριστιανῶν τὸ καύχημα».

 

Γ. Εξάλλου,

α) με τα τροπάρια της στ´ Ωδής, ἦχος πλ. δ´, επισημαίνονται ο κενός τάφος και η παράδοξη κοίμηση, μία κοίμηση που είναι συγχρόνως ζωή, δωρηθείσα από το χορηγό της ζωής Λόγο εξαιρέτως στη Θεοτόκο, όπως εξαιρέτως μνημονεύεται στο μυστήριο της Θ. Ευχαριστίας:

«Νόμους τῆς φύσεως λαθοῦσα, τῇ κυήσει σου τῷ ἀνθρωπίνῳ νόμῳ, θνῄσκεις μόνη Ἁγνή, ζωώσασα τοὺς πάλαι, νενεκρωμένους ἄχραντε, τοκετῷ σου.

Μένει κενὸς ὁ θεῖος τάφος, σοῦ τοῦ σώματος, τῆς χάριτος δὲ πλήρης· ποταμοὺς γὰρ ἡμῖν, πηγάζει ἰαμάτων, καὶ ἀποπαύει ῥεύματα, Παναγία Θεοτόκε.

Ἤρθη τὸ σῶμα μὲν τοῦ τάφου παραμένει δὲ ἡμῖν ἡ εὐλογία, σοῦ Παρθένε ἁγνή, τυφλοὺς φωταγοῦσα, καὶ σοῦ τὸ εὐσυμπάθητον, ὑπεμφαίνουσα πλουσίως.

Τόμε καινὲ ἐν ᾧ ὁ Λόγος, ἀναγέγραπται συνόδῳ ξενωτάτῃ, βίβλῳ πάντας ζωῆς, ἱκέτευε γραφῆναι, τοὺς τὴν σεπτήν σου Κοίμησιν, καὶ παράδοξον ὑμνοῦντας».

 

β) Με τα τροπάρια της η´ Ωδής και το Θεοτοκίο, ἦχος πλ. δ´, ερμηνεύεται το γεγονός της εν σώματι μεταστάσεως της Θεοτόκου, γιατί είναι ο θρόνος του Κυρίου:

«Ἐκ τῶν περάτων ἐλθόντες, οἱ περάτων φωτοειδέστατοι στῦλοι πρὸς τὴν Σιὼν παρεγένοντο, πέρας βίου λαβοῦσαν, κηδεῦσαί σε Ἄχραντε.

Ῥητορευόντων οὐ σθένει πᾶσα γλῶσσα, οὐδὲ Ἀγγέλων ἀξίως, ἀνευφημῆσαί σε τάγματα· ἀσυγκρίτως γὰρ πάντων, ὑπέρκεισαι Δέσποινα.

Ἀγαλλιάσθω ἡ κτίσις αἱ νεφέλαι ἐν τῇ παρούσῃ ἡμέρᾳ, δικαιοσύνην ῥανάτωσαν, τῆς Παρθένου τιμῶσαι, τὴν θείαν Μετάστασιν».

Θεοτοκίον: «Ἴδε ὁ θρόνος Κυρίου ὑπερέχων, τὰ Χερουβὶμ καὶ τοὺς θρόνους, γῆθεν ὑψοῦται τεθήσεσθαι, εἰς βασίλεια θεῖα, ἡ μόνη πανάμωμος».

 

γ) Το γ´ Στιχηρό Προσόμοιο των Προεορτίων των Αίνων κλείνει με την ομολογία ότι το σώμα της Θεοτόκου είναι θεῖον καὶ ἀκήρατον: «Ἤθροισται ὁ χορός, Μαθητῶν παραδόξως, ἐκ τῶν περάτων κόσμου, κηδεῦσαί σου τὸ σῶμα, τὸ θεῖον καὶ ἀκήρατον», μία ομολογία που διατρέχει όλα τα Στιχηρά Προσόμοια των Αίνων μέχρι την εορτή της Αποδόσεως.

 

Δ. 1. Επομένως δεν τίθεται θέμα αναστάσεως και κρίσεως για την Παναγία, όπως για την υπόλοιπη κτίση, που βρίσκεται σε αναμονή. Η ομολογία της μητέρας του ενανθρωπήσαντος Λόγου ως Θεοτόκου, που είναι ο Όρος της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου, μαζί με όλες τις ερμηνευτικές διατυπώσεις και επεξηγήσεις μέχρι και τις ησυχαστικές συνόδους της εποχής του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, προβάλλει την ευφροσύνη της Εκκλησίας για τον πρώτο καρπό του ανακαινισμού της κτίσεως, ως νέας ζωής και παραδείσου της δόξης του Θεού. Οι Πατέρες της Εκκλησίας με τη συνοδική και υμνολογική πράξη ερμήνευσαν το μυστήριο της Θείας Οικονομίας με βάση την αγιογραφική καταγραφή των Θεοφανειών του Λόγου από κτίσεως κόσμου, όπου οι οράσεις των Προφητών και η μαρτυρία των Αποστόλων αναπαύονται στην Κόρη Κυρίου, η οποία μεσιτεύει διαρκώς ως δούλη Κυρίου υπέρ πάντων ημών, αναιρώντας με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος την προπατορική αποστασία, γενόμενη γέφυρα, ὄρος, κιβωτός, οἶκος, και πύλη στη χαρά του Κυρίου, όπως τοποθετείται και η παράσταση ακριβώς πάνω από την είσοδο των ιερών ναών στον τοίχο απέναντι από το Ιερό Βήμα.

2. Ως απόδειξη της νέας ζωής εν Χριστώ η Παναγία εν τη κοιμήσει, που είναι συγχρόνως και εν σώματι μετάσταση, συνοψίζει εξαιρέτως τον άνθρωπο της Βασιλείας του Θεού, όπως την προγεύθηκαν οι Απόστολοι κατά τη Μεταμόρφωση. Δεν είναι μάλιστα τυχαίο το γεγονός ότι ήδη από τον 7ο αιώνα (ίσως και νωρίτερα) οι δύο εορτές απέκτησαν και λειτουργική σύνδεση με την κοινή νηστεία.

3. Δεν πρέπει να τίθεται θέμα υστερόχρονης απαλλαγής της Θεοτόκου από το προπατορικό αμάρτημα. Άμα τη άκρα συλλήψει του Λόγου στη μήτρα της Παρθένου επήλθε και η απαλλαγή, γιατί η ενανθρώπηση είναι ανάπλαση του ανθρωπίνου γένους. Η κατάφαση της Παναγίας να γίνει η δούλη Κυρίου αμέσως την κατέστησε Θεοτόκο, εξ άκρας συλλήψεως, δημιουργώντας ο Λόγος την ιδία αυτού ανθρώπινη φύση (ἐν ἑαυτῷ, όπως εξηγεί ο Άγιος Κύριλλος) στη μήτρα της. Γι᾽ αυτό γίνεται τράπεζα και καθέδρα του Παμβασιλέως Χριστού και ο Χριστός λέγεται ὁμοούσιος τη Μητρί αυτού κατά την ανθρωπότητα, όπως είναι ὁμοούσιος τω Πατρί κατά τη θεότητα, δρών ως Θεός και άνθρωπος, ενεργών τις θεοσημίες και τα θαύματα και επιτρέπων ἑκουσίως την εκδήλωση των αδιαβλήτων παθών, όπως πείνα, δίψα, πόνο, το Σταυρό και την ταφή, ως απόδειξη ότι αληθώς ενηνθρώπησε, ανέπλασε την ανθρώπινη φύση, «δι᾽ ἡμᾶς», και γι᾽ αυτό είναι δεδομένη δωρεάν, χάριτι, δυνάμει για κάθε άνθρωπο η σωτηρία. Δρών είναι ο Υιός και Λόγος, ο «δι᾽ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο», ο εις και αυτός, ο προ των αιώνων Θεός ενανθρωπήσας, που χαρίζει την αφθαρσία αμέσως στο ανθρώπινο γένος, με πρώτο μέτοχο την Παναγία. Και γι᾽ αυτό είναι ανόητη η συζήτηση περί του πότε κατέστη αδιάφθορη η ανθρώπινη φύση του Χριστού. Η απάντηση είναι εξ άκρας συλλήψεως, καθότι ο Λόγος ήνωσε ἐν ἑαυτῷ ἀσυγχύτως, ἀτρέπτως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως την ανθρώπινη φύση στη μήτρα της Παρθένου, παραμένων ο Ων ευλογητός Θεός, παραδεικνύων τη θεότητά του, πέραν της Θεοτόκου, ή οποία έχει την υψίστη εμπειρία της ίδιας της Ζωής, στους Μαθητές και Αποστόλους βαθμιαία, «ὅσον ἐχώρουν». Κοινοποίηση των ιδιωμάτων δεν είναι αυτό που συνήθως λέγεται από τους θεολόγους με μία τάχα θεολογική, τεχνική, γλώσσα, αλλά ότι ο Χριστός δρά ως Θεάνθρωπος, δρα, δηλαδή, τόσο τα θεία όσο και τα ανθρώπινα, ο εις και ο αυτός. Συνήθως οι θεολόγοι αρχίζουν και μιλούν για τις δύο φύσεις του Χριστού, ξεχνώντας τον ίδιο το Χριστό, το σαρκωθέντα και ενανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού Πατρός! Γι᾽ αυτό, εξάλλου, σ᾽ όλη την εκκλησιαστική ερμηνευτική, Προφητική, Αποστολική, συνοδική, πατερική, νηπτική, υμνολογική οι χριστιανοί καλούνται να αποκτήσουν νουν Χριστού και να εισέλθουν στη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, όπως η Θεοτόκος, γενόμενοι κατά χάρη, ό, τι ο Χριστός κατά φύση, άκτιστοι και ατελεύτητοι κατά χάρη. Η Θεοτόκος κατέστη καθέδρα και οίκος του Παμβασιλέως ενανθρωπήσαντος Λόγου, γιατί εξ άκρας συλλήψεως κατέστη η μήτρα της ανθρώπινης ανακαινισμένης φύσεως του Λόγου, την οποία δημιούργησε ο Λόγος ἐν ἑαυτῷ, όχι εκ προϋπαρχούσης φύσεως, για να τελειώνουμε με τις ανοησίες και τους αυτοσχεδιασμούς των θεολόγων, που αγνοούν τις ερμηνευτικές προτάσεις του Αγίου Κυρίλλου και της Γ´ Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίες διατρέχουν ολόκληρη τη συνοδική, ερμηνευτική, υμνολογική και εικονόφιλη πράξη της Εκκλησίας.

4. Και το γεγονός της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, όπως και όλα τα γεγονότα της ζωής της, θα πρέπει να προσεγγίζεται με την ενιαία όραση της Προφητικής και Αποστολικής παραδόσεως και γνώσεως, δηλαδή της των πάντων Εκκλησίας, σε άμεσο συσχετισμό με τις επαγγελίες περί του αναμενόμενου εν σαρκί Λόγου, για να μην υποκύπτει η κηρυγματική της Εκκλησίας στις απόκρυφες παιδαριώδεις διηγήσεις.

 

Ε. Ερχόμενη στα Αναγνώσματα της κυρίως εορτής έχω να παρατηρήσω τα εξής:

1. Συμπίπτουν με τα Αναγνώσματα του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου στις 8 Σεπτεμβρίου, ακόμη και τα Προφητικά του Εσπερινού, γιατί, κατά τα παραπάνω εκτεθέντα, η Κοίμηση της Θεοτόκου είναι η κατεξοχήν ζωή, η απόδειξη του νῦν της Βασιλείας του Θεού.

2. Η τιμή στη Θεοτόκο έχει ως κέντρο της τον ενανθρωπήσαντα Λόγο, γι᾽ αυτό όλη η υμνολογία της εορτής και τα Αναγνώσματα δομούνται με τις επαγγελίες των Προφητών για τον εν σαρκί ερχόμενο εκ παρθένου και το χαιρετισμό του Μεγάλου Στρατηγού των Αρχαγγέλων Γαβριήλ Κεχαριτωμένη Χαῖρε!

3. Στο αυτό πλαίσιο είναι ενταγμένο το Αποστολικό Ανάγνωσμα, το οποίο απετέλεσε μαζί με το πρώτο κεφάλαιο του Κατά Ιωάννην Ευαγγελίου, (ιδίως ο στίχος 1, 14: «Καὶ ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν, καὶ ἐθεασάμεθα τὴν δόξαν αὐτοῦ, δόξαν ὡς μονογενοῦς παρὰ πατρός, πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας») το αγιογραφικό πλαίσιο των ερμηνευτικών διατυπώσεων του άρθρου του Συμβόλου της Πίστεως: σαρκωθέντα καὶ ἐνανθρωπήσαντα, για την κατά θεία οικονομία φιλάνθρωπη φανέρωση του Λόγου σαρκί, τοῦ ἑνὸς καὶ τοῦ αὐτοῦ Κυρίου της Δόξης του παλαιού και του νέου Ισραήλ.

4. Η ιδιαίτερη διακονία της Θεοτόκου στο μυστήριο της Θείας Ενανθρωπήσεως καταγράφεται στην κατακλείδα του Ευαγγελικού Αναγνώσματος, όπου ο μακαρισμός της απλής γυναίκας εκ του όχλου, κάπως έτσι: Χαρά στη μάνα που σε γέννησε και τρεις φορές χαρά της, φέρνει την απάντηση από το Χριστό για κλήση του κάθε ανθρώπου να ακούσει και να τηρήσει το λόγο του Θεού, μία πρόταση, που υπονοεί αφενός τη μίμηση του τρόπου της Παναγίας ως δούλης Κυρίου, αφετέρου ότι ο εις και ο αυτός είναι ο Λόγος του Θεού ο παρέχων τη σωτηρία και την ανάσταση.

5. Μία μεταγενέστερη μίμηση επιταφίων και εγκωμίων για την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου δεν έχει σχέση με το Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, το οποίο διενεργείται από τον Ενανανθρωπήσαντα Υιό και Λόγο του Θεού, ενώ συγχρόνως αναιρεί την ευφροσύνη του κενού τάφου της Παναγίας, που πλημμυρίζει με αναστάσιμη μεταμορφωτική χαρά άπασα την κτίση, και παλαιότερα είχε απαγορευτεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο η λειτουργική χρήση αυτού του αντιφιλόκαλου κειμένου (ευτυχώς που επιθέτουν μόνο κάποια τελείως ανορθολογική εικόνα του σκηνώματος της Παναγίας και δεν επιθέτουν και εικόνα της μετά του Χριστού... Καθότι θέατρον καταντήσαμε ακόμη και στα έθνη...).

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα (ίδιο με την εορτή του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, 8 Σεπτεμβρίου): Φιλιπ. 2, 5-11: «5 τοῦτο φρονείσθω ἐν ὑμῖν ὃ καὶ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, 6 ὃς ἐν μορφῇ Θεοῦ ὑπάρχων οὐχ ἁρπαγμὸν ἡγήσατο τὸ εἶναι ἴσα Θεῷ, 7 ἀλλ᾽ ἑαυτὸν ἐκένωσε μορφὴν δούλου λαβών, ἐν ὁμοιώματι ἀνθρώπων γενόμενος, 8 καὶ σχήματι εὑρεθεὶς ὡς ἄνθρωπος ἐταπείνωσεν ἑαυτὸν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δὲ σταυροῦ. 9 διὸ καὶ ὁ Θεὸς αὐτὸν ὑπερύψωσε καὶ ἐχαρίσατο αὐτῷ ὄνομα τὸ ὑπὲρ πᾶν ὄνομα, 10 ἵνα ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ πᾶν γόνυ κάμψῃ ἐπουρανίων καὶ ἐπιγείων καὶ καταχθονίων, 11 καὶ πᾶσα γλῶσσα ἐξομολογήσηται ὅτι Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ πατρός».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: (ίδιο με την εορτή του Γενεθλίου τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, 8 Σεπτεμβρίου): Λουκ. 10, 38-42- 11, 27-28: «38 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ πορεύεσθαι αὐτοὺς καὶ αὐτὸς εἰσῆλθεν εἰς κώμην τινά. γυνὴ δέ τις ὀνόματι Μάρθα ὑπεδέξατο αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον αὐτῆς. 39 καὶ τῇδε ἦν ἀδελφὴ καλουμένη Μαρία, ἣ καὶ παρακαθίσασα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ ἤκουε τὸν λόγον αὐτοῦ. 40 ἡ δὲ Μάρθα περιεσπᾶτο περὶ πολλὴν διακονίαν· ἐπιστᾶσα δὲ εἶπε· Κύριε, οὐ μέλει σοι ὅτι ἡ ἀδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονεῖν; εἰπὲ οὖν αὐτῇ ἵνα μοι συναντιλάβηται. 41 ἀποκριθεὶς δὲ εἶπεν αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· Μάρθα Μάρθα, μεριμνᾷς καὶ τυρβάζῃ περὶ πολλά· 42 ἑνὸς δέ ἐστι χρεία· Μαρία δὲ τὴν ἀγαθὴν μερίδα ἐξελέξατο, ἥτις οὐκ ἀφαιρεθήσεται ἀπ᾽ αὐτῆς. - 27 Ἐγένετο δὲ ἐν τῷ λέγειν αὐτὸν ταῦτα ἐπάρασά τις γυνὴ φωνὴν ἐκ τοῦ ὄχλου εἶπεν αὐτῷ· Μακαρία ἡ κοιλία ἡ βαστάσασά σε καὶ μαστοὶ οὓς ἐθήλασας. 28 αὐτὸς δὲ εἶπε· Μενοῦνγε μακάριοι οἱ ἀκούοντες τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ καὶ φυλάσσοντες αὐτόν».



[1]. Θεοτοκίο Εσπερινού, ἦχος β´: «τῶν οὐρανῶν ὑψηλοτέρα ὑπάρχουσα, καὶ τῶν Χερουβὶμ ἐνδοξοτέρα, καὶ πάσης κτίσεως τιμιωτέρα, ἡ δι᾽ ὑπερβάλλουσαν καθαρότητα, τῆς ἀϊδίου οὐσίας δοχεῖον γεγενημένη, ἐν ταῖς τοῦ Υἱοῦ χερσί, σήμερον τὴν παναγίαν παρατίθεται ψυχήν, καὶ σὺν αὐτῇ πληροῦται τὰ σύμπαντα χαρᾶς, καὶ ἡμῖν δωρεῖται τὸ μέγα ἔλεος», και Απολυτίκιο Προεόρτιο, ἦχος δ´: «Λαοὶ προσκιρτήσατε, χεῖρας κροτοῦντες πιστῶς, καὶ πόθῳ ἀθροίσθητε, σήμερον χαίροντες, καὶ φαιδρῶς ἀλαλάζοντες, πάντες ἐν εὐφροσυνῃ· τοῦ Θεοῦ γὰρ ἡ Μήτηρ, μέλλει τῶν ἐπιγείων, πρὸς τὰ ἄνω ἀπαίρειν, ἐνδόξως ἣν ἐν ὕμνοις ἀεί, ὡς Θεοτόκον δοξάζομεν».