HELLENOPHONIA

Παρασκευή 4 Ιουλίου 2025

 

Κυριακή Δ´ Ματθαίου, 6 Ιουλίου 2025- (5-6-2020) (Αριθμ. 23Ν1)

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

Α. Εχθές η Εκκλησία μας εόρτασε τη μνήμη του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός Αθανασίου του Αθωνίτη, που έζησε πριν περίπου χίλια χρόνια και είναι ο ιδρυτής της Ιεράς Μονής της Μεγίστης Λαύρας του Αγίου Όρους. Η Μεγίστη Λαύρα είναι το αρχαιότερο μοναστήρι του Όρους. Καταγόμενος ο Άγιος από την περιοχή της Τραπεζούντας με τον περίφημο ναό της Παναγίας της Χρυσοκεφάλου αλλά και της Αγίας Σοφίας, με σπουδές στην Κωνσταντινούπολη και γνωριμία με τους αυτοκρατορικούς κύκλους, μετέφερε στο χώρο του Άθω ιδιαιτέρως την τιμή στην Παναγία. Βρισκόμαστε σε μία εποχή που είχε ήδη διαμορφωθεί ο ενιαύσιος εορτολογικός κύκλος με την εκρηκτική υμνογραφική παραγωγή ερμηνείας του μυστηρίου της Θείας Ενανθρωπήσεως, υμνολογικής ερμηνείας της ομολογίας του Τριαδικού Θεού και εξαίρετης υμνολόγησης και εορτολογικής θεολόγησης της Υπεραγίας Θεοτόκου στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας. Πάνω σ᾽ αυτές τις σταθερές βάσεις οι Πατέρες του Αγίου Όρους θα προσκομίσουν τη νηπτική τους πράξη στο κοινό της Εκκλησίας ως μαρτυρία και βεβαιότητα συνέχειας του αγιακού βίου μέχρι τις μέρες μας. Το Δοξαστικό του Αγίου αποδίδει ακριβώς αυτήν την πορεία, ἦχος πλ. β´: «Τὸν τῆς Ἀθανασίας ἐπώνυμον, ἅπαντες εὐφημήσωμεν, τὸν ἐν τῷ Ἄθῳ, ἀνδρικῶς καὶ γενναίως ἀσκήσαντα, ὃς καὶ τὴν ποίμνην συνήγαγε ταύτην, καὶ οἶκον Κυρίῳ ἀνήγειρε πόθῳ, καὶ τῇ Μητρί του Θεοῦ ἀνέθετο· ᾗ πρεσβεύει ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν ἐν πίστει τελούντων τὴν μνήμην αὐτοῦ».

Β. Τα Αναγνώσματα της Δ´ Κυριακής Ματθαίου βρίσκονται σε θεολογική συνέχεια της Γ´ Κυριακής Ματθαίου, η οποία εφέτος καλύφθηκε από την εορτή των Πρωτοκορυφαίων Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Ωστόσο, εν συνόψει και στην προοπτική ενός νοηματικού άξονα εκδιπλώσεως ερμηνευτικά του Μυστηρίου της Θείας Οικονομίας μέσω των Αναγνωσμάτων, μπορεί να τεθεί ως συμπέρασμα των Αναγνωσμάτων της προηγούμενης Κυριακής ότι η Εκκλησία αγκαλιάζει όλη την κτίση και την ιστορία του ανθρώπινου γένους, ως συναγωγή παλαιού και νέου Ισραήλ εν πορεία, -και γι᾽ αυτό η Εκκλησία είναι Καθολική-, πίστη, δικαιοσύνη και χάρη ταυτίζονται, γιατί είναι ο ίδιος ο Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός ο οποίος ενεργεί την αποκάλυψη, άσαρκος, ένσαρκος και Πνευματικώς ορώμενος και διαδιδόμενος χάριτι προς ημάς εν μεθέξει από εμάς της μιας και αυτής άκτιστης Βασιλείας του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος! 

Γ. 1. α) Ως προς το σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα: Αυτό είναι το συμπερασματικό απόσπασμα του έκτου κεφαλαίου της Προς Ρωμαίους Επιστολής. Υπενθυμίζω την προηγηθείσα θεματολογία: Προαναγγελία της περιοδείας στη Ρώμη, για την κοινή αποστασία των ανθρώπων Ιουδαίων και εθνών και τη σημασία της μετάνοιας, τη δικαιοσύνη που ενέχει τη μετάνοια και την πίστη στο Χριστό, έχοντες όλοι οι άνθρωποι Πατριάρχη τον Αβραάμ, που προανήγγειλε το νόμο αλλά και την υπέρβασή του διά της πίστεως.

β) Η αναδρομή στον Πατριάρχη Αβραάμ, ο οποίος προηγείται χρονικά της παραδόσεως του Νόμου, του Μωϋσέως και όλων των μεταγενέστερων διατάξεων, που περιγράφονται στην Πεντάτευχο, είναι συγχρόνως αναγωγή όλων των ανθρώπων, όλων των πιστών αδιακρίτως, στα τέκνα του Αβραάμ, κατονομάζοντάς τους ως «κατ᾽ ἐπαγγελίαν» κληρονόμους, ότι, δηλαδή, οι Θεοφάνειες και υποσχέσεις του Θεού προς τον Αβραάμ αφορούν σε όλους που αποδέχονται την πίστη του Αβραάμ και, επομένως, η ενδιάμεση φάση του Μωσαϊκού Νόμου έχει προπαρακευαστικό χαρακτήρα για την αποδοχή του Χριστού, ως του ενός και του αυτού Θεού του παλαιού και νέου Ισραήλ, όπου κυριαρχεί το ζεύγος επαγγελία πατριαρχική (οικουμενική)- πίστη στο Χριστό, και όχι το ζεύγος Νόμος- πίστη ως επιμέρους παιδαγωγική διαδικασία δεκτικότητας των νηπίων. Η υπέρβαση της ενδιάμεσης κατάστασης, που είναι ρίξη με την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα και όχι με τις Προφητικές επαγγελίες, εκβάλλει στην ενότητα πάντων στο πρόσωπο του Χριστού, του νέου Αδάμ. Η υπόμνηση του βαπτίσματος (κατά το «ὁμολογῶ ἓν βάπτισμα εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» αργότερα στο Σύμβολο της Πίστεως) και η αποδοχή του κοινού ανακαινισμού παντός του ανθρωπίνου γένους ως κοινής δωρεάς του Ενανθρωπήσαντος και Σταυρωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός, αίρει όλες τις φυλετικές, κοινωνικές, ακόμη και τις βιολογικές διακρίσεις σε γυναίκα και άνδρα, καθώς η δωρούμενη υπό του Ενανθρωπήσαντος υιοθεσία συνιστά επάνοδο στην προπτωτική κατάσταση. Γι᾽ αυτό λέγεται ότι οι Θεοφάνειες του Ισραήλ εκβάλλουν και ανακεφαλαιώνονται στο Χριστό, ο οποίος συνέχει τα τρία αξιώματα του Ισραήλ, τον οποίο εισάγει στο Μυστικό Δείπνο ολοτελώς, βασιλεύς- δημιουργός, προφήτης/διδάσκαλος, (γι᾽ αυτό χρησιμοποιεί τις παραβολές) και Αρχιερεύς/ θύτης και θύμα, προσφέρων,  προσφερόμενος, δεχόμενος τη λογική θυσία, διαδιδόμενος, ορώμενος και μετεχόμενος Πνευματικώς υπό όλων των μελών της Εκκλησίας και ως κλήση προς πάν το ανθρώπινο.

γ) Ο Απόστολος Παύλος από την πλαστή αντίθεση Νόμος ή πίστη στο Χριστό μεταβαίνει καταρχάς στο Σταυρωθέντα Χριστό και την ελευθερία που χάρισε με την ανάπλαση του ανθρώπινου γένους, που είναι κλήση να υπερβούμε την αμαρτητική κατάσταση, στην οποία υπόκεινται όλοι οι άνθρωποι, κάνοντας ως ζωή τη ζωή του Χριστού, του Υιού του Θεού. Έτσι, από το επιμέρους μεταβαίνει ο Απόστολος Παύλος στο όλο του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, καλώντας μας να αρνηθούμε όλη τη μεταπατορική αμαρτητική κατάσταση και να συσσωματωθούμε χάριτι, Πνευματικώς, στο Χριστό με συγκεκριμένη καρποφορία, απαλλαγμένοι από την καταδυνάστευση των ανθρώπων από την αμαρτία, από τους εμπαθείς λογισμούς και τα αδελφοκτόνα έργα της ιδιοτέλειας.

2. Πρέπει να σημειώσουμε ότι αποστασία, απομάκρυνση από το φωτοδότη Θεό και η κυριαρχία από τους εμπαθείς λογισμούς είναι η μεταπατορική ασθένεια της νοσούσας ανθρώπινης φύσης, η πραγματική δουλεία, που παράγει αντίστοιχους καρπούς, όπως αντίθετα οι θεόπτες Πατριάρχες καταυγάζονται από τη χάρη και τη Δόξα του Θεού και παράγουν έργα δικαιοσύνης για όλο τον Ισραήλ και πέραν αυτού και ζουν εν οράσει την αναμονή της ανακεφαλαιώσεως του σύμπαντος κόσμου. Με τον ίδιο τρόπο στη νηπτική μας παράδοση και τη ζωή της Εκκλησίας η διαρκής θεραπεία προβάλλει την εξαγόρευση των εμπαθών λογισμών, που αποκόπτουν τον άνθρωπο από το κοινό σώμα, ώστε ο νους να αναπαύεται στην έμπρακτη πίστη, καθώς η σωτηρία δεν είναι ατομική υπόθεση, ούτε καν σχέση, γιατί τέτοιες καταστάσεις χαρακτηρίζουν τους εφήμερους οργανισμούς και τις όποιες ομάδες, παρά είναι ενοείδεια νοός, που καταυγάζεται από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Πρόκειται για την ένταξη του ανθρώπου στο κοινό σώμα της Εκκλησίας, όπου κτίση και πορεία ως αναπαυμός νου και έργων μετά πάντων των Αγίων εκβάλλουν στα έσχατα της τελειώσεως.

3. Στο λόγο της Εκκλησίας περί παραιτήσεως από παντός νόμου και δικαιώματος, με τη «δουλεία» στο Θεό, την αφοσίωση σ᾽ αυτόν, οδηγούμαστε στην αγάπη που «οὐ ζητεῖ τὰ ἑαυτῆς», στην αποκτήση χάριτι νουν Χριστού Εσταυρωμένου, με τη διαρκή αναφορά του ονόματος του Χριστού μονολογίστως, του Κυρίου της Δόξης, οπότε ακόμη και ο όποιος λόγος περί προσώπου και σχέσεων μοιάζει με κοινωνιολογική καρικατούρα και φιλοσοφικό μετεωρισμό, που μένει άνευ καρπών ως παραθεωρία, ή «τεχνολογία». Ένας τέτοιος λόγος είναι πειρασμικός έναντι του λόγου της Εκκλησίας που αγκαλιάζει το σύμπαντα κόσμο, κτίση, ιστορία και έσχατα και γι᾽ αυτό ο λόγος της Εκκλησίας είναι ένας λόγος οικουμενικής αγιοσύνης, επίκαιρος και ανοιχτός στον κάθε άνθρωπο εν τη πράξει, γιατί αίρει τις συμβάσεις του βίου και οδηγεί στην εγρήγορση και την αναμονή της Βασιλείας του Θεού ως παρούσας πραγματικότητας και ασφαλέστατα δεν έχει ουδεμία σχέση με την πειρασμική αγωνία της όποιας ιδιοτέλειας και κοσμικής δουλείας και κατεξουσίασης.

4. Εξάλλου πρέπει να υποσημειώσω ότι η διασαφήνηση για τη χρήση του όρου «δουλεία», κατά το «ανθρώπινον», όπως υπογραμμίζει ο Απόστολος Παύλος, ενέχει αγιογραφικό υπόβαθρο, καθότι έχει χρησιμοποιηθεί στην Παλαιά Διαθήκη, ιδίως στους Ψαλμούς, όπου ταυτίζεται με την αφοσίωση στο Θεό, τη διάκριση Θεού και δημιουργημάτων, αλλά και την πίστη των δικαίων Πατριαρχών. Επιπλέον, λαμβάνοντας υπόψιν μας τη διάκριση των ανθρώπων του εθνικού κόσμου σε ελεύθερους και δούλους η προβολή για τη «δουλεία» στο Θεό δια της κοινής πίστης στο Χριστό, ουσιαστικώς αποτελεί αναίρεση της κοινωνικής και πολιτικής διάκρισης των ανθρώπων σε δούλους και ελέυθερους, πράγμα που αποτέλεσε το πνευματικό επαναστατικό κτύπημα της Εκκλησίας έναντι όποιου καταναγκασμού και επιβολής και κατεξουσίασης του ανθρώπου στη συνέχεια της ιστορίας.

Δ. 1. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα προέρχεται από το όγδοο κεφάλαιο του Κατά Ματθαίον Ευαγγελίου. Από τα κεφάλαια 5-7 προερχόταν το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της προηγούμενης Κυριακής περί της ανακεφαλαιώσεως της πίστης στο Χριστό και της αληθινής προσευχής, του Πάτερ ἡμῶν, που είναι μία διαρκής επίκληση της βασιλείας των οὐρανών, όπως την ακούμε σε κάθε Θεία Λειτουργία. Οι Μακαρισμοί, που συνοψίζουν τη δικαιοσύνη του Νόμου εκβάλλουν στην πίστη της ελεύσεως της βασιλείας του Πατρός, δηλαδή όλου του κόσμου, Ιουδαίων και εθνών, γι᾽ αυτό πίστη, δικαιοσύνη και χάρη ταυτίζονται, όπως έχουμε ήδη σημειώσει.

2. Η γενόμενη αναφορά σε Μακαρισμούς και όχι στη λεγόμενη Επί του Όρους Ομιλία έγινε με ένα καθαρά λειτουργικό στόχο, καθώς το Πάτερ ἡμῶν και οι Μακαρισμοί, που είναι αναγωγή στους Ψαλμούς, ανήκουν στο λειτουργικό πυρήνα της Αγίας Αναφοράς και ιδιαιτέρως της Ευχής της Επικλήσεως, ανήκουν δηλαδή στην τέλεση της Θείας Ευχαριστίας. Δεν πρόκειται για ένα κήρυγμα κάποιων επιταγών και εντολών, ενός κοινωνικού προφητισμού, για να ξεγελαστούν οι άνθρωποι με ωραία λόγια, όπως κάνουν οι σύγχρονοι φαρισαίοι. Με τους Μακαρισμούς ο Χριστός ανακεφαλαιώνει το Νόμο και τους Προφήτες και κηρύσσει την έλευση της Βασιλείας του Πατρός, που είναι υπέρβαση της δικαιοσύνης του Ισραήλ και έλευση της χάριτος για όλο τον κόσμο κατά την ενότητα της αποκαλύψεως του Τριαδικού Θεού.

3. Ασφαλώς οι άνθρωποι που ακολούθησαν το Χριστό στο Όρος πλησίον της λίμνης της Τιβεριάδος, όπου έκανε την κλήση των Αποστόλων, ήταν κυρίως Γαλιλαίοι του Ισραήλ αλλά και εθνικοί. Έχουμε ήδη επισημάνει αρκετές φορές για την πληθυσμιακή συγκρότηση της Γαλιλαίας και τις πληθυσμιακές επιμειξίες, πράγμα που ήταν ένα σταθερό υπόβαθρο για το κήρυγμα του Χριστού από τον Ισραήλ προς τα έθνη και με αντίστοιχη παιδαγωγία για τους Μαθητές του για το άπλωμα στην Οικουμένη.

4. Στην αρχή, λοιπόν, του όγδοου κεφαλαίου ο Ευαγγελιστής Ματθαίος σημειώνει ότι κατά την κατάβαση από το Όρος είχαν ακολουθήσει το Χριστό «ὄχλοι πολλοί», κόσμος δηλαδή και κοσμάκης, όπως θα λέγαμε σήμερα, ένα ποικίλο ακροατήριο από Ισραηλίτες της Γαλιλαίας και εθνικούς, όλοι αυτοί που άκουσαν για την έλευση της Βασιλείας του Πατρός. Η πρώτη θεοσημία του Χριστού διενεργείται σε ένα λεπρό. Για να μεταφερθούμε στις μέρες μας πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Χριστός με τη θεοσημία αυτήν κάνει μία κορυφαία ανατροπή και ως προς το Ισραήλ και ως προς τα έθνη· Ο Ισραήλ φρόντιζε για την υγεία του κοινωνικού σώματος και απέπεμπε τους θεωρούμενους μολυσματικούς ανθρώπους εκτός των τειχών, τους έθετε εκτός κοινωνίας, ο εθνικός κόσμος έφτανε μέχρι την εξολόθρευσή τους. Έρχεται ο Χριστός και τους ξανακάνει αδελφούς, χωρίς να καταργεί τον κοινωνικό έλεγχο. Ενεργεί τη θεραπεία ως σημείο ελεύσεως της Βασιλείας του Θεού, ως σημείο πίστεως και χάριτος!

5. Συνέχεια της θεραπείας του λεπρού είναι το απόσπασμα από το όγδοο κεφάλαιο, δηλαδή, το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της θεραπείας του παιδός του εκατόνταρχου. Και πάλι η θεοσημία ενεργείται όχι στον περιούσιο Ισραήλ αλλά σε ένα εθνικό! Και μάλιστα ο Ευαγγελιστής Ματθαίος σημειώνει ότι: «ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε» για την πίστη του εκατόνταρχου: «Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον». Πρώτα πρώτα πρέπει να σημειώσουμε ότι ο Χριστός αποκαλύπτεται ενεργών ως Θεός κατενώπιον του Ισραήλ επιλέγοντας, όμως, ό,τι ο Ισραήλ θεωρούσε απορριπτέο, επανενώνων το γένος των ανθρώπων, καταργώντας τις κοινωνικές συμβάσεις της μεταπατορικής αμαρτητικής σύμβασης. Την ίδια στιγμή, ωστόσο, «θαυμάζει» για την πίστη ενός εθνικού, που ήταν φορέας της κατεξουσίασης του Ισραήλ. Μέγα σκάνδαλο! Αυτό το ρήμα, όπως και άλλα που δηλώνουν τα αδιάβλητα πάθη του Χριστού, είναι οι αποδείξεις, όπως ερμήνευσε μετά η συνοδική πράξη της Εκκλησίας, ότι ο Υιός και Λόγος του Θεού Πατρός ενηνθρώπησε πραγματικά και δεν ήταν κατά φαντασία άνθρωπος, και γι᾽ αυτό η παρεχόμενη θεραπεία- σωτηρία είναι πραγματική και όχι μία θεωρία που κηρύττεται, για να ξεγελαστούν οι άνθρωποι, όπως ξεγελιούνται από τους αυτόκλητους σωτήρες του κόσμου όπου γης, που φροντίζουν για τα πορτοφόλια τους και τους κάθε είδους ημετέρους.

6. Όλη η φρασεολογία του Ευαγγελικού Αναγνώσματος είναι μία φρασεολογία που προέρχεται από την προσπάθεια των ανθρώπων να βρουν μέσα θεραπείας και ιάσεως της νοσούσας ανθρώπινης φύσης, της φέρουσας τα σημεία της μεταπατορικής φθοράς και του θανάτου. Ο Χριστός, λοιπόν, ως ο αυτός Υιός και Λόγος του Θεού, αυτός που η βούλησή του, ως του ενός της Αγίας Τριάδος, είναι και λόγος έμπρακτος ακαρεί, «δι᾽ οὗ τὰ πάντα ἐγένετο», θεραπεύει και μόνο με το λόγο του εκ του μακρόθεν τον παίδα του εκατόνταρχου, βεβαιώνοντας για την έλευση σε όλο τον κόσμο της Βασιλείας του Πατρός αλλά και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, που υπερβαίνει τους όρους της κτιστότητος και της φθοράς ως άνωθεν χορηγούμενη χάρη και γι᾽ αυτό πίστη, δικαιοσύνη και χάρη ταυτίζονται!

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Ῥωμ. στ´, 18-23: «18 ἐλευθερωθέντες δὲ ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας ἐδουλώθητε τῇ δικαιοσύνῃ.19 ἀνθρώπινον λέγω διὰ τὴν ἀσθένειαν τῆς σαρκὸς ὑμῶν. ὥσπερ γὰρ παρεστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ ἀκαθαρσίᾳ καὶ τῇ ἀνομίᾳ εἰς τὴν ἀνομίαν, οὕτω νῦν παραστήσατε τὰ μέλη ὑμῶν δοῦλα τῇ δικαιοσύνῃ εἰς ἁγιασμόν. 20 ὅτε γὰρ δοῦλοι ἦτε τῆς ἁμαρτίας, ἐλεύθεροι ἦτε τῇ δικαιοσύνῃ. 21 τίνα οὖν καρπὸν εἴχετε τότε ἐφ᾿ οἷς νῦν ἐπαισχύνεσθε; τὸ γὰρ τέλος ἐκείνων θάνατος. 22 νυνὶ δὲ ἐλευθερωθέντες ἀπὸ τῆς ἁμαρτίας δουλωθέντες δὲ τῷ Θεῷ ἔχετε τὸν καρπὸν ὑμῶν εἰς ἁγιασμόν, τὸ δὲ τέλος ζωὴν αἰώνιον. 23 τὰ γὰρ ὀψώνια τῆς ἁμαρτίας θάνατος, τὸ δὲ χάρισμα τοῦ Θεοῦ ζωὴ αἰώνιος ἐν Χριστῷ ᾿Ιησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν».

 Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Ματθ. η´, 5-13: «5 Εἰσελθόντι δὲ αὐτῷ εἰς Καπερναοὺμ προσῆλθεν αὐτῷ ἑκατόνταρχος παρακαλῶν αὐτὸν καὶ λέγων· 6 Κύριε, ὁ παῖς μου βέβληται ἐν τῇ οἰκίᾳ παραλυτικός, δεινῶς βασανιζόμενος. 7 καὶ λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· Ἐγὼ ἐλθὼν θεραπεύσω αὐτόν. 8 καὶ ἀποκριθεὶς ὁ ἑκατόνταρχος ἔφη· Κύριε, οὐκ εἰμὶ ἱκανὸς ἵνα μου ὑπὸ τὴν στέγην εἰσέλθῃς· ἀλλὰ μόνον εἰπὲ λόγῳ, καὶ ἰαθήσεται ὁ παῖς μου. 9 καὶ γὰρ ἐγὼ ἄνθρωπός εἰμι ὑπὸ ἐξουσίαν, ἔχων ὑπ' ἐμαυτὸν στρατιώτας, καὶ λέγω τούτῳ, πορεύθητι, καὶ πορεύεται, καὶ ἄλλῳ, ἔρχου, καὶ ἔρχεται, καὶ τῷ δούλῳ μου, ποίησον τοῦτο, καὶ ποιεῖ. 10 ἀκούσας δὲ ὁ Ἰησοῦς ἐθαύμασε καὶ εἶπε τοῖς ἀκολουθοῦσιν· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, οὐδὲ ἐν τῷ Ἰσραὴλ τοσαύτην πίστιν εὗρον. 11 λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι πολλοὶ ἀπὸ ἀνατολῶν καὶ δυσμῶν ἥξουσιν καὶ ἀνακλιθήσονται μετὰ Ἀβραὰμ καὶ Ἰσαὰκ καὶ Ἰακὼβ ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν, 12 οἱ δὲ υἱοὶ τῆς βασιλείας ἐκβληθήσονται εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. 13 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς τῷ ἑκατοντάρχῳ· Ὕπαγε, καὶ ὡς ἐπίστευσας γενηθήτω σοι. καὶ ἰάθη ὁ παῖς αὐτοῦ ἐν τῇ ὥρᾳ ἐκείνῃ».

Δεν υπάρχουν σχόλια: