HELLENOPHONIA

Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΛΟΥΚΑ, 2 Νοεμβρίου 2025(5-11-2023) (Αριθμ. 50Β)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

Α. 1. Για το καθορισμένο Ευαγγέλιο της Ε´ Κυριακής Λουκά, το οποίο διαβάζεται προ της έκτης Νοεμβρίου, πέραν της θεολογικής προτάσεως που παρατίθεται στη συνέχεια στη δεύτερη ενότητα, αξίζει να αναφερθεί η σημείωση που καταγράφεται στο Τυπικὸ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ότι το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Ε´ Κυριακής Λουκά, ήτοι Λουκ. ιστ´, 19-31, πρέπει να διαβάζεται την Κυριακή «πρὸ τοῦ γενέσθαι τὴν μνήμην τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης τῇ ἕκτῃ τοῦ παρόντος μηνός», με αναφορά, μάλιστα, ότι και το Αποστολικό Ανάγνωσμα πρέπει να είναι από την Προς Εβραίους το ι´, 19- 31, που έχει ως περιεχόμενο την κρίση του Θεού, πολύ κοντά, δηλαδή, στο περιεχόμενο του σημερινού Ευαγγελικού Αναγνώσματος. Στο Συναξαριστή αναφέρεται το γεγονός τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης, μιας τέφρας που σκέπασε την Κωνσταντινούπολη, ως γεγονός που επισυνέβηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα του Μεγάλου, του Α´, (401-474). Είναι ο πρώτος αυτοκράτορας που στέφθηκε από Πατριάρχη το 457, στη μεταχαλκηδόνια περίοδο, την τόσο σημαντική για τις εορτές του Χριστού και της Θεοτόκου και την τιμή με την ίδρυση, ή την ανακαίνιση, ιερών ναών αφιερωμένων στο Χριστό και τη Θεοτόκο. Ο Συναξαριστής, όπως πολλά από τα νηπτικά, ή ομιλητικά κείμενα, τονίζουν το θέμα της μετάνοιας, το οποίο αποτελεί το θεμέλιο του εν Χριστώ βίου, ακόμη και εξ αφορμής συγκλονιστικών φυσικών φαινομένων, ώστε οι άνθρωποι να έχουν αυτογνωσία του μέτρου, να είναι ταπεινοί απέναντι σε όλο τον κόσμο, να αντιλαμβάνονται την περατότητα των δυνάμεών τους, για να συγκροτούνται σε ένα σώμα φιλαδελφείας και διακονίας των κοινών πραγμάτων. Πάντως, το φυσικό γεγονός τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης μπορεί να αναχθεί σε έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζουβίου. Παρόμοιο γεγονός ήταν η έκρηξη του ηφαιστείου της Ισλανδίας του 536, σύμφωνα με τους ασχολούμενους με την Ιστορία των Φυσικών Επιστημών, που σκέπασε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, και άλλαξε τη ζωή των κατοίκων της θέτοντας την αρχή του Μεσαίωνα ιδίως για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.

2. Επιπλέον ενδιαφέρουσα είναι η σημείωση του Τυπικοῦ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας για τις ακολουθίες της έκτης Νοεμβρίου, κατά την οποία εορτάζετο η Άθληση του Αγίου Παύλου, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, του Ομολογητή (350), με τη σύναξη στη Μεγαλη Εκκλησία και ημέρα Κυριακή, με Αναγνώσματα: Αποστολικό Ἑβρ. η´, 1-6 και Ευαγγελικό Λουκ. ιβ´, 8-12, ενώ η «μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας κατενεχθείσης κόνεως, ἐπὶ Λέοντος τοῦ μεγάλου βασιλέως τοῦ Βέσσου» γινόταν με σύναξη στο Αποστολείο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου «τῷ ὄντι ἐν τῷ Τρικόγχῳ», εντός, δηλαδή, του συγκροτήματος του Παλατίου, με λιτή από τη Μεγάλη Εκκλησία, στο Φόρο και επάνοδο στο Αποστολείο με συμμετοχή του Πατριάρχη και Αναγνώσματα: Αποστολικό Ἑβρ. ι´, 19-31 και Ευαγγελικό Λουκ. ιστ´, 19-31, το ίδιο, δηλαδή, με την Κυριακή Ε´ Λουκά. Η διαξαγωγή της συνάξεως στο Αποστολείο είχε ιδιαίτερη σημασία, γιατί ενεπλέκετο σ᾽ αυτήν και όλη εθιμοτυπία της αυτοκρατορικής αυλής. Επρόκειτο για πάνδημη, θα μπορούσαμε να πούμε, εορτή, μιας οικουμενικής ερμηνείας της κοινής λειτουργίας των χαρισμάτων του κοινού σώματος των Ορθοδόξων, Εκκλησίας και βασιλείας.

 

Β. Ι. 1. To Eυαγγελικό Ανάγνωσμα της Ε´ Κυριακής του Λουκά συνιστά ένα ιδιαίτερο γεγονός στον ενιαύσιο εκκλησιαστικό κύκλο, καθώς τοποθετείται σταθερά μεταξύ 30 Οκτωβρίου και 5 Νοεμβρίου και δεν ακολουθεί την αριθμητική σειρά των Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων από το Ευαγγέλιο του Ευαγγελιστή Λουκά. Το αυτό παρατηρείται και με τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα της Ι´ και ΙΑ´ Κυριακής του Λουκά, που διαβάζονται την Κυριακή προ της Κυριακής των Προπατόρων και την Κυριακή των Προπατόρων προ της εορτής των Χριστουγέννων αντίστοιχα, λόγω περιεχομένου. Γι᾽ αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να πούμε ότι η καθιέρωση έγινε περί τα τέλη του 4ου αιώνα με τον καθορισμό της εορτής των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου. Εξάλλου, ο ορισμός του Ευαγγελικού Αναγμνώσματος της Δ´ Κυριακής Λουκά κατά την Κυριακή των Πατέρων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου, μεταξύ 11 και 17 Οκτωβρίου, είναι μεταγενέστερος, μετά το 787, έτος συγκλήσεως της Συνόδου, με πρότυπο, κατά πάσα πιθανότητα, τις υπάρχουσες μεταθέσεις. Περισσότερο απορία δημιουργείται από τον καθορισμό του Ευαγγελικού Αναγνώσματος της Ε´ Κυριακής με τη μετάθεση και τη διάσπαση της αριθμητικής συνέχειας. Για μία πειστική εξήγηση θα πρέπει να συνδυάσουμε το περιεχόμενο των Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων των τριών προηγούμενων Κυριακών, τα οποία προέρχονται όλα από το όγδοο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου και αποτελούν μία νοηματική ενότητα, με τη συνέχεια του εορτολογικού κύκλου. Πρόκειται για το κήρυγμα της βασιλείας των ουρανών, όπως προκαταγγέλλεται από τον πρώτο στίχο του κεφαλαίου: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς καὶ αὐτὸς διώδευεν κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ», ενώ η συνέχεια θα πρέπει να συσχετισθεί με το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα και την επικείμενη εορτή της Συνάξεως των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών ασωμάτων δυνάμεων, ως εορτολογικός προχειρισμός για τις 8 Νοεμβρίου αλλά και με μία τροποποίηση των Καταβασιών ως αναγγελία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Ναό από τη Σύναξη των Αρχιστρατήγων και μέχρι την Παραμονή των Εισοδίων.

2. Ο εορτασμός της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων με τον κατονομασμό των δύο Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ κατά τον ένατο μήνα του παλαιού Ρωμαϊκού ημερολογίου αντιστοιχεί στις εννέα τάξεις των αγγέλων την όγδοη ημέρα του μήνα, ως ημέρα της ευαγγελιζόμενης υπό του Χριστού βασιλείας του Θεού. Οι δύο Αρχιστράτηγοι μετά των αγγελικών τάξεων διακονούν στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, παρόντες στις Θεοφάνειες του Άσαρκου Λόγου στους Πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, στα οράματα των Προφητών, στα προδρομικά γεγονότα της ελεύσεως του αυτού και Ενσάρκου, στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στην πορεία των Αποστόλων της Εκκλησίας, του αυτού και Πνευματικώς ορωμένου, συνόντος και διαδιδόμενου, προσφέροντος και προσφερομένου και δεχομένου μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος την αναίμακτο θυσία, όπως και αεί αναμενομένου Βασιλέως της Δόξης Ιησού Χριστού και διαρκώς ερχομένου κατά την όραση του Ευαγγελιστού Ιωάννου στην Αποκάλυψη.

3. Η εορτή της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων θα πρέπει να εισήλθε στο εορτολόγιο την περίοδο, ή περί αυτήν, εν σχέσει και με τον καθορισμό της εορτής των Χριστουγέννων με παγίωσή της μετά την Γ´ Οικουμενική Σύνοδο το 431, οπότε και ερμηνεύθηκαν πλείστα όσα χωρία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης σε μία ενότητα θεοφανικών γεγονότων, ως εξαγγελίες και προτυπώσεις του Ασάρκου Μεγάλης Βουλής Αγγέλου, του Κυρίου Σαβαώθ, του Κυρίου της Δόξης, του αυτού και Eνσάρκου κατά την Ενανθρώπηση, όμως σε διάκριση με τα πρόσωπα των ασωμάτων δυνάμεων, τους αγγέλους, οι οποίοι διακονούν στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας καθόλη την πορεία της μεταπατορικής ιστορίας του ανθρώπινου γένους έχοντες παγιωθεί στην πορεία της τελειώσεως. Είναι, εξάλλου, μία περίοδος που ακόμη και η νηπτική πράξη της Εκκλησίας με τα μοναστηριακά κέντρα της τίθεται συνοδικά με τους κανόνες λειτουργίας τους, και αρχίζει να διαμορφώνεται ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος με τη Δευτέρα ημέρα αφιερωμένη στις ασώματες δυνάμεις κατά την τάξη της δημιουργίας και της διακονίας.

 

ΙΙ. 1. Ο ευαγγελισμός της βασιλείας του Θεού, που ακούσαμε με τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα των τριών προηγούμενων Κυριακών ολοκληρώνεται με το ανάγνωσμα περί του πλουσίου και του παραλειφθέντος υπό των αγγέλων και εισελθόντος στους κόλπους Αβραάμ Λαζάρου. Το σημερινό, λοιπόν, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι ένας προχειρισμός της εορτής της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων και της κρίσεως του κόσμου, αλλά και μία πρόγευση του εκκλησιασμού των πάντων κατά την οικείαν έκαστος δεκτικότητα, πορευόμενοι προς το γεγονός του εκκλησιασμού της Υπεραγίας Θεοτόκου.

2. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα προέρχεται από το δέκατο έκτο κεφάλαιο, κατά το οποίο ο Χριστός ομιλεί στους Μαθητές του με παραβολές, ενώ τον παρακολουθούν οι Φαρισαίοι. Προηγείται η παραβολή του κακού οικονόμου, ο έλεγχος των Φαρισαίων, περί των οποίων ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει: «Ἤκουον δὲ ταῦτα πάντα οἱ Φαρισαῖοι φιλάργυροι ὑπάρχοντες, καὶ ἐξεμυκτήριζον αὐτόν» (Λουκ. ιστ´, 14), η ευθεία αναφορά ότι με τον Ιωάννη έχει ολοκληρωθεί η προφητική περίοδος και ότι έχει ήδη αρχίσει η βασιλεία του Θεού: «Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται» (Λουκ. ιστ´, 16), υποδεικνύων ο Χριστός ουσιαστικώς τον ίδιο ως τον αναμενόμενο Βασιλέα του Ισραήλ, το Θεό Αβραάμ, τον οποίο επικαλούνταν υποκριτικώς οι φιλάργυροι Φαρισαίοι, όπως κάνουν όλοι οι φιλάργυροι και κλέπτες των κοινών αγαθών πάντοτε, ο οποίος αναιρεί την επαγγελλόμενη υπό των Φαρισαίων δικαιοσύνη, δηλαδή την κατ᾽ αυτούς σωτηρία, αναιρώντας ακόμη και τις φυσικές συμβάσεις των ανθρώπων, όπως τις καθόριζε ο Νόμος. Εν συνεχεία ο Χριστός λέγει την παραβολή του σημερινού Ευαγγελικού Αναγνώσματος, κατά την οποία ο πλούσιος βρίσκεται μακράν του Αβραάμ μετά θάνατο, βασανιζόμενος, ενώ ο πτωχός Λάζαρος εν κόλποις Αβραάμ.

3. Πρέπει να επισημάνουμε και πάλι ότι ο παραβολικός τρόπος με τον οποίο εκφέρει ο Χριστός το λόγο του είναι ένας λόγος εισαγωγικός για την προετοιμασία των Μαθητών και όλων των ανθρώπων, ώστε να αναγνωρίσουν ότι ο ομιλών είναι ο ενεργήσας και τις Θεοφάνειες στους Πατριάρχες και τους Προφήτες, ο Θεός Αβραάμ και Μωϋσέως. Όπως τα θεοφανικά γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης καταγράφονται με ένα λόγο απλό, με εικόνες και λόγια από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και το φυσικό περιβάλλον, για να καταλαβαίνει όλος ο κόσμος, έτσι κι ο Χριστός, πάντα σε αντιστοίχηση προς τις προφητικές Θεοφάνειες και επαγγελίες χρησιμοποιεί τον παραβολικό λόγο, αλλά με κέντρο τη σχέση Θεού και κόσμου, Θεού και όλων των κτισμάτων του, από κτίσεως κόσμου κατά την αποκάλυψη αυτού εν αοράτοις και ορατοίς και κατά τον πλούτο της χρηστότητος αυτού και το μέγα του έλεος. Έτσι, με τη σημερινή παραβολή ο Χριστός αναιρεί τη φαρισαϊκή οργάνωση του Ισραήλ, ξαναθέτει το θέμα της αρχέγονης ισότητος των ανθρώπων, που διαταράσσεται από την ιδιοποίηση των κοινών αγαθών και του ιδιοτελούς πλουτισμού, ένας κόλαφος και για το σύγχρονο κόσμο, και ελέγχει τις εφήμερες συμβατικές σχέσεις των ανθρώπων, που συνιστούν ένα μεταπατορικό ειδωλοποιημένο σύστημα, το οποίο αντιστρατευόταν, και αντιστρατεύεται συνεχώς, την προφητική πίστη και επαγγελία για τον ανακαινισμό όλων των ανθρώπων εν αληθεία.

 

Γ. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα προέρχεται από την Επιστολή προς Γαλάτας. Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, η εκκλησιαστική κοινότητα της Γαλατίας, μια περιοχή πέριξ της σημερινής Άγκυρας, βασανιζόταν από τις εσωτερικές αντιθέσεις και διακρίσεις μεταξύ των χριστιανών της, των προερχομένων εξ Ιουδαίων και εξ εθνών. Το θέμα της περικοπής είναι, αν σώζεται ο άνθρωπος, αν είναι δίκαιος με άλλα λόγια κατενώπιον του Θεού, με τήρηση και των τυπικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου, κατά την παράδοση της Συναγωγής, ή αρκεί το Ευαγγέλιο, δηλαδή η πίστη στο Χριστό. Aυτή η συζήτηση βασανίζει ακόμη και σήμερα τη χριστιανοσύνη με μία μετατόπιση του θέματος σε συνδυασμό και με την Προς Ρωμαίους Επιστολή και τη δικαιοσύνη του Θεού, καθώς η δικαιοσύνη του Θεού και η δικαίωση του ανθρώπου συνδέθηκε στους νεότερους χρόνους της δυτικής χριστιανοσύνης με μία μεμονωμένη ερμηνευτική προσέγγιση, η οποία ξεπήδησε από το ερώτημα για το, αν η σωτηρία πηγάζει μόνο από τη χάρη του Θεού, οπότε ο άνθρωπος έχει προδιαγεγραμμένο τον προορισμό του, ή είναι αποτέλεσμα των «καλών έργων», με εκπλήρωση των θεϊκών επιταγών, νοουμένων ως ανταπόκρισης στη θεία δικαιοσύνη. Οι δύο εκδοχές οδήγησαν τη δυτική χριστιανοσύνη στον απόλυτο προορισμό και, κατά συνέπεια, το σύγχρονο αποχριστιανισμό των δυτικών κοινωνιών ως επανάσταση απέναντι στη θρησκευτική τους «καταπίεση». Από την άλλη, η εισαγωγή μιας υστερογενούς παραγωγής σκέψης, που προήλθε από αυτές τις κοινωνίες, σε μία αδύναμη Θεολογία, που αλλοιώθηκε από την κατεπιταγήν εκπλήρωση «θρησκευτικών» καθηκόντων, μετέτρεψε τη σχετική θεματολογία σε κοινωνιολογική ανάλυση και πολιτική διαμεσολάβηση παρασκηνιακής άσκησης εξουσίας, ή μοιράσματος της πολιτικής εξουσίας, ανεξαρτήτως του γεγονότος της εκκλησιαστικής συνέχειας, ακόμα και σε περιπτώσεις που γίνεται μία δραματική επίκληση του εκκλησιαστικού γεγονότος, ή ακόμη κι αν πρόκειται για ένα αφελή κοινωνικό προφητισμό με φιλανθρώπους που πετούν νομίσματα στις κερκίδες του ιπποδρόμου.

2. Στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, χωρίς να αναιρεί την παράδοση του Νόμου, όπου ως δικαίωση νοείται η σωτηρία ως τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου κατά τη μαρτυρία των Δικαίων του Ισραήλ, όπως ήταν κι ο ίδιος Ισραηλίτης, κάνει τη μετάβαση στον κάθε άνθρωπο. Ουσιαστικά αναιρεί, «θάπτει» την Ιουδαϊκή αποκλειστικότητα, και μεταβαίνει στο «πᾶσα σάρξ», στον κάθε άνθρωπο, θεμελιώνοντας το λόγο του όχι στις τυπικές διατάξεις, δια των οποίων οι ἐκ τοῦ νόμου οδήγησαν το Χριστό στο Σταυρό, αλλά στο Χριστό, που ο Ισραήλ σταύρωσε, που αναίρεσε, δηλαδή, με αυτήν την πράξη του τον ίδιο τον εαυτό του, ανοίγοντας στον κάθε άνθρωπο τη συσταύρωση με το Χριστό, δηλαδή, στην αναίρεση της αμαρτίας ως αρχέγονης παραβάσεως. Τελικώς, ο Απόστολος Παύλος από την αντίθεση Νόμος ή πίστη στο Χριστό μεταβαίνει στο Σταυρωθέντα Χριστό, και ασφαλώς καλεί τους Γαλάτες χριστιανούς, να υπερβούν την αμαρτητική κατάσταση, στην οποία υπόκεινται όλοι οι άνθρωποι, κάνοντας ως ζωή τους τη ζωή του Χριστού, του Υιού του Θεού. Έτσι, από το επιμέρους μεταβαίνει ο Απόστολος Παύλος στο όλο του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, καλώντας τους Γαλάτες να αρνηθούν όλη τη μεταπατορική αμαρτητική κατάσταση και να συσσωματωθούν στο Χριστό.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. β´, 16-20: «16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ιστ´, 19-31: «19 Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾽ ἡμέραν λαμπρῶς. 20 πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος 21 καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἐπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. 22 ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. 23 καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. 24 καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. 25 εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· 26 καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. 27 εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· 28 ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. 29 λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. 30 ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ᾽ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. 31 εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται».

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΤ´ ΛΟΥΚΑ, 26 Οκτωβρίου 2025, Μνήμη τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτου (305/6) καὶ ἡ Ἀνάμνησις τοῦ γεγονότος σεισμοῦ (740),- (21/10/2018), (Αριθμ. 48Β)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

 

1. Α. 1. Η σημερινή Κυριακή είναι μία υμνολογικά και λειτουργικά αλλά και φιλοκαλικά πλούσια Κυριακή, που έχει διαμορφωθεί σε βάθος χρόνου υπό δύο πόλους, τη Θεσσαλονίκη και την Κωνσταντινούπολη, το εκκλησιαστικό και φιλοκαλικό πλήρωμα αυτών των δύο πόλεων, τους Αγίους υμνογράφους των αλλά και το αυτοκρατορικό προσωπικό. Τα παραπάνω λέγονται για να γίνει κατανοητό πώς κάποιες εορτές συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους και πώς η βασιλεύουσα μπορούσε να ενσωματώνει και να αναπτύσσει τοπικές εορτές, να μεταδίδει δικές της και να καθορίζει το Τυπικό της ως πρότυπο για όλη την αυτοκρατορία, χωρίς να δρα ισοπεδωτικά στη λειτουργία των μοναστηριακών Τυπικών.

2. α. Ξεκινώντας από την εορτή της μνήμης του Αγίου Δημητρίου, σύμφωνα με το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, με μία πρώτη ματιά προκαλεί εντύπωση ότι δίδονται κάποιες λεπτομέρειες, αλλά ο Πατριάρχης σημμετέχει στην ακολουθία της ανάμνησης του σεισμού του 740, η οποία λάμβανε χώρα στην Παναγία των Βλαχερνών με λιτή στο Φόρο, όπως στις ιδιαίτερα σημαίνουσες εορτές με παρουσία του πατριάρχη.

β. Συγκεκριμένα, σημειώνεται ότι η σύναξη του Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου γινόταν «ἐν τῷ μαρτυρίῳ αὐτοῦ τῷ ὄντι ἐν τῷ Δευτέρῳ». Πρόκειται για εκκλησία δίπλα στην Πύλη του Ευγενίου ακριβώς στο μεταίχμιο Κεράτιου και Βοσπόρου στο δεύτερο λόφο στο χώρο των βυζαντινών τειχών. Το ότι κτίσθηκε αυτό το μαρτύριο στον πυρήνα των αυτοκρατορικών υπηρεσιών και συγκροτημάτων μπορεί να αναχθεί ως τοποθεσία ήδη από τους χρόνους του Αγίου Κωνσταντίνου με δεδομένο το γεγονός ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος καθοδόν προς την Κωνσταντινούπολη παρέμεινε στη Θεσσαλονίκη τα έτη 322-323 και ασφαλώς θα είχε λάβει γνώση του μαρτυρίου του Αγίου και της αρξάμενης τιμής στο χώρο της σημερινής Kρύπτης. Πάντως οι Θεσσαλονικείς είχαν αρνηθεί επί μακρόν και στον Ιουστινιανό να χορηγήσουν τίμια λείψανα του Αγίου, κρατώντας στην Πόλη της Θεσσαλονίκης την ιδιαίτερη τιμή στον Άγιο. Ίσως αυτή τη θέση μαρτυρεί το Δοξαστικό του Ανατολίου, μάλλον του Στουδίτη υμνογράφου, παρά του Πατριάρχου Αγίου Ανατολίου, με δεδομένο ότι επίσης οι Κανόνες στον Άγιο, που είναι ενταγμένοι στην Ακολουθία της εορτής, προέρχονται από πρόσωπα που έζησαν στη Θεσσαλονίκη, όπως ο Άγιος Θεοφάνης ο Γραπτός, της  περιόδου μετά τον Πατριάρχη Άγιο Γερμανό, εξόριστος στη Θεσσαλονίκη, και αργότερα πολύ ο ησυχαστής και συνοδοιπόρος του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Άγιος Φιλόθεος Κόκκινος, πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος, μάλιστα, σημειώνει στον Εγκωμιαστικό Κανόνα ότι η πατρική οικία του έχει την προστασία του Αγίου: «Νόσων καὶ δεινῶν ἀρρωστημάτων, δαιμόνων ἐπιβουλῆς τε σὺ διέσωσας, μέγιστε Δημήτριε, μύρου ταῖς ἀρδείαις σου, τὴν πατρικὴν οἰκίαν μοι, ἣν περ ἐφίλησας, τιμῶν τὴν ἀρετὴν τῶν τεκόντων, οἷς ἡμᾶς συνάπτοις, ὑμνοῦντάς σου τὴν χάριν», Καν. γ´, (β´ του Αγίου), Ωδή β´, τροπ. δ´. Εξάλλου, το Δοξαστικό του Ανατολίου παρέχει την πληροφορία ότι το σώμα του Αγίου βρίσκεται σε «περίκλιτο» ναό και ότι όλοι οι χριστιανοί προστρέχουν εκεί ζητώντας ίαση από τις ασθένειές τους και ότι η Θεσσαλονόκη είναι μία πόλη που μεγαλύνει τον Άγιο: «Ἔχει μὲν ἡ θειοτάτη σου ψυχὴ καὶ ἄμωμος, ἀοίδιμε Δημήτριε, τὴν οὐράνιον Ἱερουσαλὴμ κατοικητήριον, ἧς τὰ τείχη, ἐν ταῖς ἀχράντοις χερσὶ τοῦ ἀοράτου Θεοῦ ἐζωγράφηνται. Ἔχει δὲ καὶ τὸ πανέντιμον, καὶ ἀθλητικώτατόν σου σῶμα, τὸν περίκλιτον τοῦτον ναὸν ἐπὶ γῆς, ταμεῖον ἄσυλον θαυμάτων, νοσημάτων ἀλεξητήριον, ἔνθα προστρέχοντες, τὰς ἰάσεις ἀρυόμεθα. Φρούρησον πανεύφημε, τὴν σὲ μεγαλύνουσαν πόλιν, ἀπὸ τῶν ἐναντίων προσβολῶν, παρρησίαν ὡς ἔχων, πρὸς Χριστὸν τόν σὲ δοξάσαντα». Η μαρτυρία αυτή είναι της δεύτερης περιόδου της εικονομαχίας και είναι ενδεικτική και της αρχιτεκτόνησης του ναού του Αγίου Δημητρίου και του ιδιαιτέρου προνομίου της Θεσσαλονίκης να κατέχει ολόκληρο το σκήνωμα του Αγίου (σῶμα). Η πλήρης Ακολουθία με τους Κανόνες και τα Προφητικά Αναγνώσματα και ο συνεορτασμός μαζί με τη μνήμη του σεισμού του 740 πιθανόν να ανάγεται στον πατριάρχη Άγιο Φιλόθεο ως αυτόπτη γνώστη μάλιστα του εορτασμού του Μεγαλομάρτυρος στη Θεσσαλονίκη.

γ. Πάντως ιδαίτερη σημασία έχει το γεγονός ότι κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας κάθε μία από τις δύο εορτές είχε το ιδιαίτερο και αρμόζον για την κάθε εορτή Αποστολικό και Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Του Αγίου Β´ Τιμ. β´, 1-10 (όπως και στο σύγχρονο τυπικό) και Ἰω. ιε´, 17-16, 3, ενώ του σεισμού Ἑβρ. 12, 6-10 και Λουκ. 8, 22-25, στίχοι πριν από το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα.

 

Β. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα είναι ένα από τα ξεχωριστά αποσπάσματα των Επστολών του Αποστόλου Παύλου, που αποτέλεσε ένα πρότυπο κώδικα ερμηνείας του συνδυασμού πράξης και θεωρίας του κατά Χριστόν βίου αλλά και μιας ολόκληρης φιλόκαλης νηπτικής πράξης, μιας φωτοειδούς όρασης της ζωής της ησυχίας, αλλά και της αγωνιστικότητος και του θάρρους κατενώπιον του μαρτυρίου της πίστεως.

2. Με ένα προσωπικό τόνο δραματικής έντασης ο Απόστολος Παύλος προβάλλει τις δικές του κακουχίες, προδιαγράφοντας το δικό του μαρτύριο αλλά ίσως και του ίδιου του Απόστολου Τιμοθέου, στηρίζοντάς τον στη χάρη Ιησού Χριστού, στην ανταπόκριση στη συστράτευση, στο στέφανο του μαρτυρίου, στη νόμιμη άθληση και όχι την καθ᾽ υπόκριση, αλλά κυρίως στη μνήμη Ιησού Χριστού, που θα αποτελέσει τον πυρήνα της νηπτικής πράξης, και εντέλει στον εν Χριστώ δοξασμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Εκκλησία ωθεί τους χριστιανούς στο μαρτύριο, τους προετοιμάζει, όμως, να το αντέξουν, εάν χρειασθεί να κάνουν ομολογία πίστεως κατενώπιον των διωκτών, πράγμα που ουδέποτε έλειψε από τη ζωή της Εκκλησίας ακόμη και στις μέρες μας των τόσο τραγικών γεγονότων στη Μέση Ανατολή και όχι μόνο.

 

Γ. 1. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι συνέχεια της προηγούμενης Κυριακής, δηλαδή, της παραβολής του Σπορέως (Λουκ. η´, 5-15), όπου ο Χριστός αποκαλύπτεται ως ο Μέγας Σπορεύς, ο Δημιουργός του κόσμου και ο ἐρχόμενος των προφητικών επαγγελιών. Τούτο είναι ακόμη πιο σαφές από τον πρώτο στίχο του όγδοου κεφαλαίου, όπου ανήκει και η σημερινή Ευαγγελική περικοπή. Λέγει ο Ευαγγελιστής Λουκάς στην αρχή του κεφαλαίου: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς καὶ αὐτὸς διώδευεν κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ» (Λουκ. η´, 1). Όλο, λοιπόν, το όγδοο κεφάλαιο είναι κήρυγμα και ευαγγέλιο της βασιλείας τοῦ Θεού, μία βασιλεία που είναι για τον κάθε άνθρωπο και είναι όχι μία εσχατολογική προβολή υπεκφυγής του παρόντος, αλλά μία παρούσα πραγματικότητα «επεκτεινόμενη» στους άπειρους αιώνες της χάριτος του Θεού, που αναιρεί κάθε δαιμονική υποκρισία. Έτσι, ο Χριστός από τη Γαλιλαία, όπως μας πληροφορεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς, είχε μεταβεί στην αντίπερα όχθη της λίμνης Γεννησαρέτ και κήρυττε και ενεργούσε τις θεοσημίες ανοιχτά σε πόλεις και κεφαλοχώρια, σε όλο τον κόσμο, όχι σε Συναγωγές μόνο για τον Ισραήλ. Στην είσοδο της πόλεως των Γαδαρηνών, που είναι η ίδια με την πόλη των Γεργεσηνών, που είδαμε στο Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Ε´ Κυριακής Ματθαίου, συναντά ένα δαιμονιζόμενο άνθρωπο. Στο Ευαγγέλιο του Ματθαίου είναι δύο. Η περιγραφή της θεραπείας, όπως και η απώλεια των χοίρων, ταυτίζονται κειμενικά. Ταυτίζεται και η παριγραφή της αντίδρασης των κατοίκων, αφού παρακαλούν το Χριστό να απομακρυνθεί από τον τόπο τους. Πριν το περιστατικό με τη θεραπεία του δαιμονιζόμενου, που τον βασάνιζαν χιλιάδες εμπαθείς λογισμοί (λεγεών) να κάνει χίλια κακά στον εαυτό του και τους συνανθρώπους του, ο Χριστός μέσα στο καράβι είχε γαληνέψει με το λόγο του τα κύματα της λίμνης και είχε ελέγξει την ολιγοπιστία των μαθητών του, καθώς είχαν φοβηθεί ότι θα πνιγούν («εἶπε δὲ αὐτοῖς· Ποῦ ἐστιν ἡ πίστις ὑμῶν», Λουκ. η´, 25), τώρα στο προκείμενο οι μεν Γαδαρηνοί, όχι μόνο δεν αντιλαμβάνονται τη θεοσημία της θεραπείας, αλλά τον παρακαλούν να φύγει, γιατί έχασαν το κοπάδι των χοίρων, τους οποίους οι κάτοικοι παρανόμως εξέθρευαν, λόγω απαγορεύσεως από το Νόμο βρώσεως χοιρινού κρέατος, αντίθετα ο θεραπευθείς, τον οποίο ο Χριστός συμβούλευσε, παρά την επιθυμία του να μείνει μαζί τους, να πάει σπίτι του και να διηγηθεί τη θεοσημία: «Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός», δέχεται την αποκάλυψη ότι ο ενεργήσας τη θεραπεία είναι ο Θεός, και γίνεται και ο ίδιος ζωντανός κήρυκας για όλους τους ανθρώπους. Ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει: «καὶ ἀπῆλθε καθ᾽ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς», (Λουκ. η´, 39).

2. Το γεγονός της θεραπείας του δαινομιζόμενου, θεραπεία ενός πονεμένου ανθρώπινου πλάσματος, συνέβηκε σε μία περιοχή φυλετικών επιμειξιών, όπου πλην των κατοίκων της Γαλιλαίας, που εξ αυτού του γεγονότος οι κάτοικοι της Ιουδαίας δεν τους θεωρούσαν γνήσιους Ισραηλίτες, κατοικούσαν Έλληνες και Ρωμαίοι, οι οποίοι ήσαν και φορείς του ειδωλολατρικού κόσμου. Σ᾽ αυτόν τον ὄχλο, όπως λέγει το Ευαγγέλιο, απευθύνεται ο Χριστός κηρύττων και θεραπεύων, καθαιρών τις αντίθεες δυνάμεις και ευαγγελιζόμενος τη βασιλεία του Θεού, μία βασιλεία που είναι ανακαινισμός του ανθρώπινου γένους, ως οικουμενικό γεγονός και όχι αποκλειστική επαγγελία.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Β´ Τιμ. β´, 1-10: Σὺ οὖν, τέκνον μου, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ 2 καὶ ἃ ἤκουσας παρ᾿ ἐμοῦ διὰ πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοὶ ἔσονται καὶ ἑτέρους διδάξαι. 3 Συγκακοπάθησον ὡς καλὸς στρατιώτης Ἰησοῦ Χριστοῦ. 4 οὐδεὶς στρατευόμενος ἐμπλέκεται ταῖς τοῦ βίου πραγματείαις, ἵνα τῷ στρατολογήσαντι ἀρέσῃ 5 ἐὰν δὲ καὶ ἀθλῇ τις, οὐ στεφανοῦται ἐὰν μὴ νομίμως ἀθλήσῃ 6 τὸν κοπιῶντα γεωργὸν δεῖ πρῶτον τῶν καρπῶν μεταλαμβάνειν. 7 Νόει ὃ λέγω δώσει γάρ σοι ὁ Κύριος σύνεσιν ἐν πᾶσιν. 8 Μνημόνευε Ἰησοῦν Χριστὸν ἐγηγερμένον ἐκ νεκρῶν, ἐκ σπέρματος Δαυίδ, κατὰ τὸ εὐαγγέλιόν μου, 9 ἐν ᾧ κακοπαθῶ μέχρι δεσμῶν ὡς κακοῦργος ἀλλὰ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ οὐ δέδεται. 10 διὰ τοῦτο πάντα ὑπομένω διὰ τοὺς ἐκλεκτούς, ἵνα καὶ αὐτοὶ σωτηρίας τύχωσιν τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ μετὰ δόξης αἰωνίου.

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. η´, 27-39: «27 ἐξελθόντι δὲ αὐτῷ ἐπὶ τὴν γῆν ὑπήντησεν αὐτῷ ἀνήρ τις ἐκ τῆς πόλεως, ὃς εἶχε δαιμόνια ἐκ χρόνων ἱκανῶν, καὶ ἱμάτιον οὐκ ἐνεδιδύσκετο, καὶ ἐν οἰκίᾳ οὐκ ἔμενεν, ἀλλ᾽ ἐν τοῖς μνήμασιν. 28 ἰδὼν δὲ τὸν Ἰησοῦν καὶ ἀνακράξας προσέπεσεν αὐτῷ καὶ φωνῇ μεγάλῃ εἶπε· Τί ἐμοὶ καὶ σοί, Ἰησοῦ υἱὲ τοῦ Θεοῦ τοῦ ὑψίστου; δέομαί σου, μή με βασανίσῃς. 29 παρήγγειλε γὰρ τῷ πνεύματι τῷ ἀκαθάρτῳ ἐξελθεῖν ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου. πολλοῖς γὰρ χρόνοις συνηρπάκει αὐτόν, καὶ ἐδεσμεῖτο ἁλύσεσι καὶ πέδαις φυλασσόμενος, καὶ διαρρήσσων τὰ δεσμὰ ἠλαύνετο ὑπὸ τοῦ δαίμονος εἰς τὰς ἐρήμους. 30 ἐπηρώτησε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· Τί σοί ἐστιν ὄνομα; ὁ δὲ εἶπε· Λεγεών· ὅτι δαιμόνια πολλὰ εἰσῆλθεν εἰς αὐτόν· 31 καὶ παρεκάλει αὐτὸν ἵνα μὴ ἐπιτάξῃ αὐτοῖς εἰς τὴν ἄβυσσον ἀπελθεῖν. 32 Ἦν δὲ ἐκεῖ ἀγέλη χοίρων ἱκανῶν βοσκομένη ἐν τῷ ὄρει· καὶ παρεκάλουν αὐτὸν ἵνα ἐπιτρέψῃ αὐτοῖς εἰς ἐκείνους εἰσελθεῖν· καὶ ἐπέτρεψεν αὐτοῖς. 33 ἐξελθόντα δὲ τὰ δαιμόνια ἀπὸ τοῦ ἀνθρώπου εἰσῆλθον εἰς τοὺς χοίρους, καὶ ὥρμησεν ἡ ἀγέλη κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν λίμνην καὶ ἀπεπνίγη. 34 ἰδόντες δὲ οἱ βόσκοντες τὸ γεγενημένον ἔφυγον, καὶ ἀπήγγειλαν εἰς τὴν πόλιν καὶ εἰς τοὺς ἀγρούς. 35 ἐξῆλθον δὲ ἰδεῖν τὸ γεγονός, καὶ ἦλθον πρὸς τὸν Ἰησοῦν, καὶ εὗρον καθήμενον τὸν ἄνθρωπον, ἀφ᾽ οὗ τὰ δαιμόνια ἐξεληλύθει, ἱματισμένον καὶ σωφρονοῦντα παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ, καὶ ἐφοβήθησαν. 36 ἀπήγγειλαν δὲ αὐτοῖς οἱ ἰδόντες πῶς ἐσώθη ὁ δαιμονισθείς. 37 καὶ ἠρώτησαν αὐτὸν ἅπαν τὸ πλῆθος τῆς περιχώρου τῶν Γαδαρηνῶν ἀπελθεῖν ἀπ᾽ αὐτῶν, ὅτι φόβῳ μεγάλῳ συνείχοντο· αὐτὸς δὲ ἐμβὰς εἰς τὸ πλοῖον ὑπέστρεψεν. 38 ἐδέετο δὲ αὐτοῦ ὁ ἀνήρ, ἀφ᾽ οὗ ἐξεληλύθει τὰ δαιμόνια, εἶναι σὺν αὐτῷ· ἀπέλυσε δὲ αὐτὸν ὁ Ἰησοῦς λέγων· 39 Ὑπόστρεφε εἰς τὸν οἶκόν σου καὶ διηγοῦ ὅσα ἐποίησέ σοι ὁ Θεός. καὶ ἀπῆλθε καθ᾽ ὅλην τὴν πόλιν κηρύσσων ὅσα ἐποίησεν αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς».

Τετάρτη 15 Οκτωβρίου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ´ ΛΟΥΚΑ,19 Ὀκτωβρίου 2025 (7-10-2018), (Αριθμ. 46B)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

A. Η παρατηρούμενη μετατόπιση της Κυριακής Γ´ Λουκά, μετά την Κυριακή Δ´ Λουκά, οφείλεται στο γεγονός ότι το Ευαγγελικό και Αποστολικό Ανάγνωσμα της Δ´ Λουκά είναι καθορισμένο για την εορτή των Θεοφόρων Πατέρων της εν Νικαία Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου, η δε Δ´ Λουκά, επομένως, καθορισμένη μεταξύ 11-17 Οκτωβρίου.

 

Β. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα της Γ´ Κυριακής του Λουκά προέρχεται και πάλι από τη Β´ Προς Κορινθίους Επιστολή, όπως και της προηγούμενης Κυριακής. Καθ᾽ οδόν, λοιπόν, για την Κόρινθο για τρίτη φορά, έχων σχηματίσει ο Απόστολος Παύλος μία γενική εικόνα από τις κατά τόπους εκκλησίες της Μ. Ασίας και ευρύτερα, της Μακεδονίας και της Αχαΐας, θίγει και υπαινίσσεται όχι μόνο τα θέματα των Κορινθίων, οι οποίοι κατά βάση ήταν εξ εθνών χριστινοί, αλλά με εξομολογητικό τόνο ακουμπάει στο βασανισμό της Αποστολικής Εκκλησίας από παλινδρομήσεις των μελών της, κοπιάζοντας για την ενότητά της, για την άρση των αντιθέσεων και, ιδίως, για την οικουμενική φιλαδελφία των χριστιανών ανεξαρτήτως προελεύσεως, εάν ήταν εξ εθνών ή εξ Ιουδαίων. Φαίνεται ότι και στην Κόρινθο υπήρξε κάποιο πρόβλημα μεταξύ των τελευταίων, όχι, βέβαια, στο βαθμό που είχε εκδηλωθεί στην περιοχή της Γαλατίας. Αυτό περιγράφεται στο ενδέκατο κεφάλαιο, πριν από το σημερινό ανάγνωσμα, ενώ αναφέρεται και πάλι ο Απόστολος στη γενναιοδωρία των Μακεδόνων («τὸ γὰρ ὑστέρημά μου προσανεπλήρωσαν οἱ ἀδελφοὶ ἐλθόντες ἀπὸ Μακεδονίας», Β´ Κορινθ. ια´, 9), αλλά ομιλεί και περί των ψευδαποστόλων, οι οποίοι προήρχοντο, κυρίως, από τους Ιουδαΐζοντες χριστιανούς, επειδή, κυρίως έναντί τους η ιουδαϊκή του καταγωγή υπήρξε πρόσκομμα, καθώς δεν μπορούσαν να επιβάλουν στους χριστιανούς αδελφούς τους την αναγκαστική τήρηση των διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου, τουλάχιστον με την ανοχή του[1]. Αφήνει, μάλιστα, να φανεί και το παράπονό του απέναντι στους συμπατριώτες του Ιουδαίους για βασανισμούς, ακόμη και για την αμφισβήτηση της αποστολικότητός του, υπογραμμίζοντας στους Κορίνθιους: «τὰ μὲν σημεῖα τοῦ ἀποστόλου κατειργάσθην ἐν ὑμῖν ἐν πάσῃ ὑπομονῇ, ἐν σημείοις καὶ τέρασι καὶ δυνάμεσι», (Β´ Κορινθ. ιβ´, 12).

2. Ερχόμενοι στην ερμηνεία της σημερινής Αποστολικής περικοπής πρέπει να επισημάνουμε ότι είναι μία από τις πλέον δύσκολες ερμηνευτικά περικοπές, λόγω της φρασεολογίας περί του τρίτου ουρανού και τις ποικίλες απόψεις επ᾽ αυτού. Όμως, εμπεριέχεται σ᾽ αυτήν η προσωπική μαρτυρία του Αποστόλου Παύλου περί της Αποστολικής του κλήσεως, ενός Αποστόλου μεθορίου μεταξύ Νόμου και Ευαγγελικής χάριτος, μιας μαρτυρίας για την ανακεφαλαιωτική πορεία της Εκκλησίας, όπου εντάσσονται παλαιός και νέος Ισραήλ σε μία και την αυτή συνέχεια και παράδοση ζωής των απ᾽ αιώνος Αγίων. Πρόκειται για κεφαλαιώδες θέμα, της μεταβάσεως, δηλαδή, από τους αυτόπτες και αυτήκοους μάρτυρες Απόστολους και Ευαγγελιστές του εν σαρκί αποκαλυφθέντος Υιού και Λόγου του Θεού Πατρός στους Αγίους θεωρούς, του αυτού εν δόξη καθεζομένου εκ δεξιών του Πατρός και εν Αγίω Πνεύματι ορωμένου και, μάλιστα, στα πρώτα βήματα της συγκροτήσεως της Αποστολικής Εκκλησίας σε μία ενότητα ζωής, καταγραφής και λατρείας. Εν τη πορεία της η Εκκλησία θα συνεχίσει να επιμαρτυρεί αυτήν τη θεοφανική μαρτυρία με τους Αγίους της στους ανοιχτούς ορίζοντες της χάριτος, μεταβάλλοντας το γράμμα του Νόμου σε πνεύμα, ερμηνευτική πρόταση και μαρτυρία ζωής, υπερβαίνοντας τη περιχαράκωση τόσο της ιουδαϊκής αποκλειστικότητας όσο και τά δυϊστικά στερεότυπα του ειδωλολατρικού κόσμου. Σ᾽ αυτήν την πορεία η κλήση του Αποστόλου Παύλου αποτελεί πρόκριμα ελλόγιμης πράξης για τους Αποστολικούς Πατέρες, τους Απολογητές, τον Άγιο Γρηγόριο το Θεολόγο, τους Φιλοκαλικούς Πατέρες, Αγίους και Οσίους, τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και όλη τη νηπτική παράδοση και πράξη του μοναχισμού της Ορθοδόξου Εκκλησίας.

3. Κατά ταύτα, η μαρτυρία του Αποστόλου για την κλήση του περιλαμβάνει τρία στοιχεία: α) την ομολογία περί του Θεού Πατρός κατά την υπό του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού αποκάλυψη, συμφωνούσα με τη δοξολογική προφητική ομολογία του Ευλογητού Θεού στους αιώνες, β) τη μαρτυρία περί της διαρκούς παρουσίας του Θεού στη ζωή του Αποστόλου σε εξωτερικούς και εσωτερικούς πειρασμούς, γ) την κλήση του Απόστολου Παύλου καθ᾽ οδόν προς τη Δαμασκό, ως θεοφανικό γεγονός όχι ενός ατομικού βιώματος, αλλά της αποκαλύψεως του εν δόξη Κυρίου Ιησού Χριστού, που είναι συγχρόνως κλήση για την αποστολική διακονία, για το κοινόν της Εκκλησίας, όπως λέγει στην κατακλείδα της Επιστολής: «Διὰ τοῦτο ταῦτα ἀπὼν γράφω, ἵνα παρὼν μὴ ἀποτόμως χρήσωμαι κατὰ τὴν ἐξουσίαν ἣν ἔδωκέ μοι ὁ Κύριος εἰς οἰκοδομὴν καὶ οὐκ εἰς καθαίρεσιν» (κεφ. ιγ´, 10). Η Επιστολή κατακλείεται ακροτελεύτια με την ευχητική ομολογία του Τριαδικού Θεού σε μία αντιστοιχία με την προφητική δοξολογία του Ευλογητού εις τους αιώνας: «Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν».

4. Στην κηρυγματική ερμηνεία των Πατέρων και τη νηπτική πράξη της Εκκλησίας ο τρίτος ουρανός ταυτίζεται με την κατάσταση της θεωρίας της δόξης του Τριαδικού Θεού κατά της αποκάλυψη του άσαρκου, ένσαρκου και Πνευματικώς ορωμένου και μετεχομένου εν τη Θεία Ευχαριστία Λόγου του Θεού Πατρός, προσδεχομένου την αναίμακτη θυσία μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος, μία κατάσταση κατά την οποία ο άνθρωπος αποπαύων από όλες τις δυνάμεις του, αισθητές και νοητές, ενεργείται υπό του Αγίου Πνεύματος, γενόμενος θεοειδής, όπως οι Προφήτες, οι Απόστολοι, όλοι οι Άγιοι της Εκκλησίας ως συμπαρεκτεινόμενης στους αιώνες Πεντηκοστής. Γι᾽ αυτό στην ησυχαστική περίοδο ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς βλέπει σε μία ενότητα Σινά, Θαβώρ και τρίτο ουρανό, κατά το έλεος Ιησού Χριστού, όπως συνοπτικά εκφράζεται στο συνεχές αίτημα της μονολόγιστης ευχής, ως απόπαυσης του ευχομένου από κάθε ατομική ενέργεια, ώστε να καταστεί ο ευχόμενος ενεργούμενος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος μετά πάντων των απ᾽ αιώνος Αγίων.

 

Γ. Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι συνέχεια της Επί του Όρους Ομιλίας και των θεοσημιών που ενήργησε ο Χριστός κατενώπιον του ὄχλου. Προηγείται η εκ του μακρόθεν θεραπεία του δούλου του εκατόνταρχου, κατά την οποία ο Χριστός επήνεσε την πίστη ενός αλλογενούς εθνικού, ενώ οι Ιουδαίοι τον παρακαλούσαν να τόν βοηθήσει ως ευεργέτη του γένους τους. Τίποτα δεν είχαν καταλάβει από την Ομιλία του. Έπεται η ανάσταση του γιου της χήρας στην είσοδο της πόλεως Ναΐν κατενώπιον πολλού ὄχλου, που ακολούθησε το Χριστό και τους Μαθητές του. Ο Χριστός, ενώ είχε ομιλήσει ως ο προκαταγγελθείς υπό των Προφητών Υιός του Θεού, επιτρέπει να εκδηλωθούν τα φυσικά και αδιάβλητα πάθη του: «ἐσπλαγχνίσθη ἐπ᾽ αὐτῇ», ως τέλειος άνθρωπος «δι᾽ ἡμᾶς» και όχι φαινομενικά. Πάντως, θα πρέπει να επισημανθεί ότι οι θεοσημίες και τα θαύματα γίνονται ενώπιον όλων των ανθρώπων κι όχι στον κλειστό χώρο της Συναγωγής, πράγμα που σημαίνει ότι ο εν σαρκί αποκαλυπτόμενος Υιός του Θεού απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους και όχι μόνο προς τον Ισραήλ. Στην κατακλείδα του Αναγνώσματος ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει ότι μετά την ανάσταση του νεανίσκου: «16 ἔλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι Προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι Ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ».

Ο Χριστός ενεργεί τα θαύματα και τις θεοσημίες αποκαλυπτόμενος ως Θεός κατενώπιον όλων των ανθρώπων, καταργώντας ουσιαστικώς τις συμβάσεις και τις αποκλειστικότητες του Ισραήλ, χωρίς να εξαναγκάσει κανέναν για την αποδοχή. Πρόκειται για κλήση ανακαινισμού της προαιρέσεως του ανθρώπου κατά τη δεκτικότητα και την ελευθερία εκάστου.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Β´ Κορινθ. ια´, 31-ιβ´, 9): «31 Ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. 32 ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, 33 καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ.- 1 Καυχᾶσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. 2 Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. 3 καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· 4 ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ῥήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. 5 ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. 6 ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. 7 Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. 8 ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα, ἵνα ἀποστῇ ἀπ' ἐμοῦ· 9 καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾽ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ζ´, 11-16: «11 Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ ἑξῆς ἐπορεύετο εἰς πόλιν καλουμένην Ναΐν· καὶ συνεπορεύοντο αὐτῷ οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ ἱκανοὶ καὶ ὄχλος πολύς. 12 ὡς δὲ ἤγγισε τῇ πύλῃ τῆς πόλεως, καὶ ἰδοὺ ἐξεκομίζετο τεθνηκὼς υἱὸς μονογενὴς τῇ μητρὶ αὐτοῦ, καὶ αὕτη ἦν χήρα, καὶ ὄχλος τῆς πόλεως ἱκανὸς ἦν σὺν αὐτῇ. 13 καὶ ἰδὼν αὐτὴν ὁ Κύριος ἐσπλαγχνίσθη ἐπ' αὐτῇ καὶ εἶπεν αὐτῇ· Μὴ κλαῖε· 14 καὶ προσελθὼν ἥψατο τῆς σοροῦ, οἱ δὲ βαστάζοντες ἔστησαν, καὶ εἶπε· Νεανίσκε, σοὶ λέγω, ἐγέρθητι. 15 καὶ ἀνεκάθισεν ὁ νεκρὸς καὶ ἤρξατο λαλεῖν, καὶ ἔδωκεν αὐτὸν τῇ μητρὶ αὐτοῦ. 16 ἔλαβε δὲ φόβος πάντας, καὶ ἐδόξαζον τὸν Θεόν, λέγοντες ὅτι Προφήτης μέγας ἠγήγερται ἐν ἡμῖν, καὶ ὅτι Ἐπεσκέψατο ὁ Θεὸς τὸν λαὸν αὐτοῦ».



[1]. Κορίνθ. ια´, 22-28: «Ἑβραῖοι εἰσί; κἀγώ· Ἰσραηλῖται εἰσί; κἀγώ· σπέρμα Ἀβραὰμ εἰσί; κἀγώ· 23 διάκονοι Χριστοῦ εἰσί; παραφρονῶν λαλῶ, ὑπὲρ ἐγώ· ἐν κόποις περισσοτέρως, ἐν πληγαῖς ὑπερβαλλόντως, ἐν φυλακαῖς περισσοτέρως, ἐν θανάτοις πολλάκις· 24 ὑπὸ Ἰουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρὰ μίαν ἔλαβον, 25 τρὶς ἐραβδίσθην, ἅπαξ ἐλιθάσθην, τρὶς ἐναυάγησα, νυχθήμερον ἐν τῷ βυθῷ πεποίηκα· 26 ὁδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις λῃστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις· 27 ἐν κόπῳ καὶ μόχθῳ, ἐν ἀγρυπνίαις πολλάκις, ἐν λιμῷ καὶ δίψει, ἐν νηστείαις πολλάκις, ἐν ψύχει καὶ γυμνότητι· 28 χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπίστασίς μου ἡ καθ᾽ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν».

Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Δ´ ΛΟΥΚΑ, Τῶν Θεοφόρων Πατέρων τῆς ἐν Νικαίᾳ Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (787), 12 Οκτωβρίου 2025 (15-10-2023), (Αριθμ. 47Β)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

Α. 1. Την Κυριακή μεταξύ 11-17 Οκτωβρίου η Εκκλησία εορτάζει τη μνήμη τῶν Αγίων Πατέρων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου, που συνεκλήθη από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ´ και τη μητέρα του Ειρήνη, την Αθηναία, στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας στη Νίκαια της Βιθυνίας το 787, και ο οποίος ναός, μετά το 1922, το 2012 μετατράπηκε σε τζαμί. Βρισκόμαστε ακόμη στην εποχή της Εκκλησίας των πέντε Πατριαρχείων με τον Πάπα Ρώμης Αδριανό, Ταράσιο Κωνσταντινουπόλεως, που είναι αδελφός του πατρός του Αγίου Φωτίου, Πολιτιανό Αλεξανδρείας, Θεοδώρητο Αντιοχείας και Ηλία Ιεροσολύμων. Αυτή είναι η πρώτη φάση λήξης της εικονομαχίας, εναντίον της προσπάθειας που έγινε, κυρίως από την αυτοκρατορική εξουσία και από τους μονοφυσιτικούς και ανεικονικούς κύκλους, να καταργήσουν τη λειτουργική χρήση των αγίων εικόνων, καταργώντας εμμέσως την ερμηνεία της πίστεως κατά τις συνοδικές ερμηνευτικές προτάσεις των Οικουμενικών Συνόδων Γ´- ΣΤ´ και ουσιαστικώς κατά το Σύμβολο της Πίστεως, ως ομολογείται η ενανθρώπηση του Λόγου. Η δεύτερη φάση της εικονομαχίας λήγει με την αναστήλωση των αγίων εικόνων με υποστηρίκτρια την αυτοκράτειρα Θεοδώρα το 842, επί Πατριάρχου Αγίου Μεθοδίου, ένα γεγονός που εορτάζουμε κατά την Α´ Κυριακή των Νηστειών (Μεγάλη Τεσσαρακοστή), η οποία ονομάζεται Κυριακή της Ορθοδοξίας ως προχειρισμός του Πάσχα.

2. Η σημερινή εορτή των 367 Αγίων Πατέρων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου βρίσκεται σε μία συνέχεια με την εορτή των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων της Α´ Οικουμενικής Συνόδου του 325, πάλι στη Νίκαια, που εορτάζεται την Ζ´ Κυριακή μετά το Πάσχα, ή την Κυριακή μεταξύ της Αναλήψεως και της Πεντηκοστής, αλλά πολύ περισσότερο συνάπτεται με την εορτή των Αγίων 630 Θεοφόρων Πατέρων της Δ´ Οικουμενικής Συνόδου του 451 στη Χαλκηδόνα, τρεις μήνες πριν, σε μία από τις Κυριακές Ματθαίου. Έχω σημειώσει «ότι σχεδόν όλος ο μήνας Ιούλιος είναι γεμάτος με τις μνήμες Αγίων Μεγαλομαρτύρων, ανδρών και γυναικών, που μαρτύρησαν ομολογώντας την πίστη στο Χριστό, κυρίως κατά την πρώτη χριστιανική περίοδο, όταν ακόμη η Εκκλησία δεν ήταν αναγνωρισμένη ως δημόσια θρησκευτική οντότητα, ενώ οι χριστιανοί, λόγω του κηρύγματος της ισότητας όλων των ανθρώπων, εθεωρούντο ως ανατρεπτικός- επαναστατικός κίνδυνος για την κοινωνική τάξη και ασφάλεια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η οποία είχε μία εκπληκτική δημόσια οργάνωση». Πάνω στα τίμια λείψανα των Αγίων Μαρτύρων η Εκκλησία καθιέρωσε τους ιερούς ναούς της. Άγια λείψανα και άγιες εικόνες είναι δομικά στοιχεία της εκκλησιαστικής παραδόσεως, έτσι που με τον έβδομο κανόνα της η Ζ´ Οικουμενική Σύνοδος ερμηνεύει σε μία συνέχεια με τη λειτουργική χρήση των αγίων εικόνων την καθιέρωση των σεπτών ναών με τίμια λείψανα: «Ὅσοι οὖν σεπτοὶ ναοὶ καθιερώθησαν ἐκτὸς ἁγίων λειψάνων μαρτύρων, ὁρίζομεν ἐν αὐτοῖς κατάθεσιν γίνεσθαι λειψάνων μετὰ τῆς συνήθους εὐχῆς. Ὁ δὲ ἄνευ ἁγίων λειψάνων καθιερῶν ναόν, καθαιρείσθω, ὡς παραβεβηκὼς τὰς ἐκκλησιαστικὰς παραδόσεις».

3. Οι εορτές των Αγίων Πατέρων της Χαλκηδόνος και της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου δομούνται λειτουργικά με κοινό αγιογραφικό και υμνολογικό υλικό. Δοξαστικά, Απόστιχα, Στιχηρά, Απολυτίκιο, Κάθισμα, Προφητικά Αναγνώσματα του Εσπερινού και Αποστολικό Ανάγνωσμα συμπίπτουν. Εξάλλου, στο πρώτο Στιχηρό των Αγίων Πατέρων στον Εσπερινό της σημερινής εορτής λέγεται ότι ο Πατριάρχης Γερμανός ο Νέος (1222-1240) συγκρότησε τον κανόνα της Ακολουθίας των Αγίων Πατέρων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου ως σύνοψη της πίστης των Ορθοδόξων σύμφωνα με τις επτά Οικουμενικές Συνόδους, και, μάλιστα, κατά τη δύσκολη περίοδο της Λατινοκρατίας,: «Τὰς ἑπτὰ Συνόδους τὰς τῶν Πατέρων, κατὰ διαφόρους καιροὺς συστάσας, εἰς ἕνα συνήθροισεν ἑνὶ Κανόνι τῷ δέ, μάλα καλῶς ὁ Πατριάρχης, ὁ Γερμανὸς ὁ νέος, γράφων ὁμοῦ τε καὶ κρατύνων, τὰ δόγματα τὰ τούτων, ὃς καὶ πρέσβεας αὐτοὺς ἀγρύπνους, τῆς σωτηρίας τῷ Κυρίῳ προβάλλεται, καὶ τοῦ ποιμνίου συμποίμενας».

4. Ο Όρος της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου αποτελεί μία επιβεβαίωση της ενότητος των θεοφανικών γεγονότων Παλαιάς και Καινής Διαθήκης ως γνώση που χαρίζει το Άγιο Πνεύμα στην Εκκλησία, κατά το Σύμβολο της Πίστεως και τους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων Γ´- ΣΤ´, «πρὸς πίστωσιν τῆς ἀληθινῆς καὶ οὐ κατὰ φαντασίαν τοῦ θεοῦ Λόγου ἐνανθρωπήσεως». Έτσι, η λειτουργική χρήση των εικόνων παραπέμπουν στα εικονιζόμενα πρόσωπα, όπως ο Σταυρός είναι τύπος, σημείο, σημάδι, που παραπέμπει στο Σταυρωθέντα, τον Κύριο της Δόξης, το δρώντα το Μυστήριο της Θείας υπέρ ημών Οικονομίας, όπως ομολογείται σύμφωνα από όλους τους Αγίους της Εκκλησίας, Προφήτες, Απόστολους και Συνοδικούς Πατέρες. Κατά ταύτα, ο α´ κανόνας της Συνόδου αποτελεί μάθημα ερμηνείας και εφαρμογής της Πατερικής Παραδόσεως, ενώ ο β´ κανόνας συνιστά την προϋπόθεση και το τεκμήριο ευθύνης της συνέχειας της συνοδικής πράξεως και παραδόσεως, καθώς προσδιορίζει με ένα τρόπο άκρως αυστηρό τα κριτήρια της ιερατικής, έτι δε πλέον και της μητροπολιτικής αξίας, για να μην αυτοσχεδιάζουν ανοήτως οι ποιμένες περί τη νουθεσία των χριστιανών και τη συνοδική συνέχεια: «Ὅθεν ὁρίζομεν, πάντα τὸν προάγεσθαι μέλλοντα εἰς τὸν τῆς ἐπισκοπῆς βαθμόν, πάντως τὸν Ψαλτῆρα γινώσκειν, ἵνα, ὡς ἐκ τούτου, καὶ πάντα τὸν κατ᾽ αὐτὸν κλῆρον οὕτω νουθετῇ μυεῖσθαι. Ἀνακρίνεσθαι δὲ ἀσφαλῶς ὑπὸ τοῦ μητροπολίτου, εἰ προθύμως ἔχει ἀναγινώσκειν ἐρευνητικῶς, καὶ οὐ παροδευτικῶς, τούς τε ἱεροὺς κανόνας, καὶ τὸ ἅγιον Εὐαγγέλιον, τήν τε τοῦ θείου Ἀποστόλου βίβλον, καὶ πᾶσαν τὴν θείαν Γραφήν· καὶ κατὰ τὰ θεῖα ἐντάλματα ἀναστρέφεσθαι, καὶ διδάσκειν τὸν κατ᾽ αὐτὸν λαόν. Οὐσία γὰρ τῆς καθ’ ἡμᾶς ἱεραρχίας ἐστὶ τὰ θεοπαράδοτα λόγια, ἤγουν ἡ τῶν θείων Γραφῶν ἀληθινὴ ἐπιστήμη, καθὼς ὁ μέγας ἀπεφήνατο Διονύσιος. Εἰ δὲ ἀμφισβητοίη, καὶ μὴ ἀσμενίζοι οὕτω ποιεῖν τε καὶ διδάσκειν, μὴ χειροτονείσθω. Ἔφη γὰρ προφητικῶς ὁ Θεός· Σὺ ἐπίγνωσιν ἀπώσω, κἀγὼ ἀπώσομαί σε τοῦ μὴ ἱερατεύειν μοι».

5. Γι᾽ αυτό στην Πατριαρχική Σχολή, ήδη από το 12 αι., υπήρχαν τρεις διδάσκαλοι, του Ευαγγελίου, του Αποστόλου και του Ψαλτήρος, ενώ σήμερα περί άλλα τυρβάζονται ιερείς και θεολόγοι, αποδομούντες με αυτοσχεδιασμούς την εκκλησιαστική συνέχεια με μία οίηση μεγαλύτερη και του Αρείου.

6. Η συνεχής αναφορά από την υμνολογία της εορτής και του Κανόνα των Αγίων Πατέρων, ποίημα του Θεοφάνους του Γραπτού, στις διατυπώσεις και τη συνοδική ερμηνεία του Συμβόλου της πίστεως, μαζί με τις προφητικές εξαγγελίες, έχουν ως κέντρο τόσο την ομολογία του Τριαδικού Θεού όσο και το μυστήριο της εκουσίας ενανθρωπήσεως του Υιού και Λόγου, την υπέρ ημών οικονομία υπό το δογματικό ορισμό της Παναγίας ως Θεοτόκου. Υπ᾽ αυτήν την οπτική η ορολογία που επεξηγεί το άρθρο του Συμβόλου του Πίστεως «σαρκωθέντα ... καὶ ἐνανθρωπήσαντα» και η συναφής ορολογία σὰρξ και σῶμα και σωματούμενος, αναφέρονται στο μυστήριο της ενανθρωπήσεως ότι, δηλαδή, ο Λόγος δημιούργησε εξ άκρας συλλήψεως, ἀσυνδυάστως, κατά το σημερινό Κανόνα, την ιδία αυτού ανθρώπινη φύση και γι᾽ αυτό εικονίζεται αγκαλοφορούμενος. Στο Θεοτοκίο της πρώτης Ωδής λέγεται: «Ὡς οἱ Πατέρες εὐσεβῶς ἐδίδαξαν, ὁμολογοῦμεν πιστῶς, Παρθενικὴν μήτραν, ἀνωδίνως τέξασαν, μετὰ σαρκὸς τὸν ἄσαρκον, προσκυνοῦμέν τε τούτου, στηλογραφοῦντες τὴν μόρφωσιν, καὶ τιμητικῶς ἀσπαζόμεθα», και γι᾽ αυτό η μεν προσκύνηση είναι «σχετική», δεν υποκαθιστά τον ενανθρωπήσαντα, όπως στον ειδωλικό κόσμο, είναι, δηλαδή, υπόμνηση της γενομένης χάριτος, και η αναστήλωση, ιδίως της εικόνας του Χαλκίτη Χριστού πάνω από την κεντρική πύλη του Παλατίου, δήλωνε ότι το παλάτιο και όλη η αυτοκρατορία ετίθεντο υπό το έλεός του Χριστού και της Θεομήτορος. Εξάλλου, η παρουσία της Θεοτόκου ως η απόλυτη βεβαίωση ότι ο Λόγος ενηνθρώπησε πραγματικά, παρήγαγε, ιδίως με τους Κανόνες όχι μόνο μία δοξολογική θεολογική ερμηνεία αλλά την τιμητική προσκύνηση με παραγωγή εικόνων, μοναστηριών, κοπή νομισμάτων, όπου ακόμη και η στέψη των αυτοκρατόρων απεικονίζεται να γίνεται από τη Θεοτόκο.

 

Β. 1. To σημερινό Aποστολικό Ανάγνωσμα αποτελεί το τέλος της Προς Τίτον Επιστολής του Αποστόλου Παύλου. Πρόκειται, πραγματικώς, για τον Επίλογο, του οποίου ο νοηματικός πυρήνας του είναι η έκφραση της αρχής της περικοπής «Πιστός ὁ λόγος». Η Προς Τίτον είναι μία σύντομη προσωπική επιστολή τριών παραγράφων, όπου ο Απόστολος Παύλος επισημαίνει στον Τίτο να προσέξει τους ανθρώπους που η σκέψη τους είναι στο κέρδος, δηλαδή στο χρήμα και την καταδυναστευτική εξουσία που πηγάζει από αυτό: στ. 11 «αἰσχροῦ κέρδους χάριν» (κεφ. α´, 11) και στις παραχρήσεις του βίου, έχοντας κατά νουν ότι «11 Ἐπεφάνη γὰρ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ ἡ σωτήριος πᾶσιν ἀνθρώποις, 12 παιδεύουσα ἡμᾶς ἵνα ἀρνησάμενοι τὴν ἀσέβειαν καὶ τὰς κοσμικὰς ἐπιθυμίας σωφρόνως καὶ δικαίως καὶ εὐσεβῶς ζήσωμεν ἐν τῷ νῦν αἰῶνι, 13 προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν τῆς δόξης τοῦ μεγάλου Θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ» (κεφ. β´, 11-13).

2. Υπενθυμίζει ότι προ της κλήσεώς του από το Χριστό ήταν κι αυτός ένας άνθρωπος χωρίς ελπίδα, και η μεταστροφή του δεν προέρχεται από το ότι τώρα έγινε ένας καλός και δίκαιος (δηλ. τηρεί το Νόμο) αλλά οφείλεται στο έλεος του Χριστού και την ένταξή του στην Εκκλησία. Να πώς το λέει αυτολεξεί ο Απόστολος: «3 Ἦμεν γάρ ποτε καὶ ἡμεῖς ἀνόητοι, ἀπειθεῖς, πλανώμενοι, δουλεύοντες ἐπιθυμίαις καὶ ἡδοναῖς ποικίλαις, ἐν κακίᾳ καὶ φθόνῳ διάγοντες, στυγητοί, μισοῦντες ἀλλήλους· 4 ὅτε δὲ ἡ χρηστότης καὶ ἡ φιλανθρωπία ἐπεφάνη τοῦ σωτῆρος ἡμῶν Θεοῦ, 5 οὐκ ἐξ ἔργων τῶν ἐν δικαιοσύνῃ ὧν ἐποιήσαμεν ἡμεῖς, ἀλλὰ κατὰ τὸν αὐτοῦ ἔλεον ἔσωσεν ἡμᾶς διὰ λουτροῦ παλιγγενεσίας καὶ ἀνακαινώσεως Πνεύματος ἁγίου, 6 οὗ ἐξέχεεν ἐφ᾽ ἡμᾶς πλουσίως διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ σωτῆρος ἡμῶν, 7 ἵνα δικαιωθέντες τῇ ἐκείνου χάριτι κληρονόμοι γενώμεθα κατ᾽ ἐλπίδα ζωῆς αἰωνίου» (κεφ. γ´, 3-7). Ακολουθεί, λοιπόν, ο στίχος «8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι». Ουσιαστικά ο Απόστολος Παύλος υπενθυμίζει στον Τίτο ότι η διακονία του έχει να κάνει με τις συνέπειες της πίστης στο Χριστό, όχι ως έργο και ζωή που τη δικαιούμαστε, γιατί τηρούμε κάποιες εντολές, αλλά γιατί είμαστε ηλεημένοι, όχι εξουσιαστικά, αλλά ως αποδέκτες της χάριτος, η οποία αφορά σ᾽ όλο τον κόσμο. Γι᾽ αυτό στον Κανόνα της εορτής τονίζεται και ξανατονίζεται ότι ο πλούτος της Εκκλησίας και της θεογνωσίας είναι τα επτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος, ούτε ιδέες, ούτε θεωρίες, ούτε αξίες, δηλαδή όλα αυτά τα ωραία λογάκια, που εκφέρονται, για να ξεγελούν τους ανθρώπους... Όλα αυτά που μας πλασσάρονται και για πολύ σύγχρονα, ένα ομοίωμα της πολιτικής ατζέντας των σύγχρονων και αυριανών κοσμοκρατόρων της καταδυνάστευσης των ανθρώπων με θρησκευτικό, ουσιαστικώς, ειδωλικό περιεχόμενο, όπου η θεογνωσία αντικαθίσταται άνευ αιδούς με την ανθρωπογνωσία του εθνικού κόσμου. Πολύ παλαιά ιστορία για την Εκκλησία, ακόμη και για τον Ισραήλ των αποκαλυπτικών χρόνων!

 

Γ. 1. Η σημερινή Ευαγγελική περικοπή της παραβολής του σπορέως, όπως συνηθίζεται να λέγεται, έρχεται ως επιστέγασμα των ήδη λεχθέντων. Ο Χριστός, μετά την ανάσταση του υιού της χήρας της Ναΐν, έχει συνάντηση με δύο από τους μαθητές του Ιωάννη, οι οποίοι τον ρωτούν: «σὺ εἶ ὁ ἐρχόμενος ἢ ἕτερον προσδοκῶμεν;» (Λουκ. ζ´, 20), απαντώντας τους να πουν στον Ιωάννη για τις θεοσημίες που ενεργεί. Ο Χριστός, λοιπόν, ομιλεί για τον Ιωάννη, όταν αναχώρησαν οι δύο, λαός και τελώνες βαπτίζονται από τον Ιωάννη, όχι οι Φαρισαίοι. Ακολουθεί η φιλοξενία του σε σπίτι Φαρισαίου, η προσέλευση της μετανοηθείσας αμαρτωλής, η συγχώρεσή της, η αμφισβήτηση από τους συνανακειμένους «τίς οὗτός ἐστιν ὃς καὶ ἁμαρτίας ἀφίησιν;», ο έπαινος της πίστεως της γυναικός: «Ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην» (Λουκ. ζ´, 50), και στην αρχή του η´ κεφαλαίου δίδεται η πληροφορία από το Λουκά ότι ο Χριστός περνούσε από πόλεις και μεγαλοχώρια «1... κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ», ενώ διενεργούσε θεοσημίες στο λαό, που κάθε φορά γινόταν και περισσότερος. Και, καθώς έβλεπε να πληθαίνει ο κόσμος, περιμένοντας, μάλλον, κι άλλα θαύματα, είπε την παραβολή του σπορέως σε ένα ακροατήριο που γνώριζε από σπορά ενός χωραφιού και από τις τυχόν απώλειες του σπόρου, φανερώνοντάς τους με παραβολικό τρόπο, με ένα παράδειγμα πολύ χειροπιαστό, παρμένο από την αγροτική ζωή των ανθρώπων, ότι είναι ο μεγάλος σπορέας, ότι είναι ο ερχόμενος του Ισραήλ, όπως είχε απαντήσει παραπάνω στους δύο μαθητές του Ιωάννη.

2. Ο Χριστός, όπως πριν από αυτόν οι Προφήτες κατά την καταγραφή των θεοφανικών γεγονότων, χρησιμοποιεί τον παραστατικό, παραβολικό λόγο, μία γλώσσα παραδειγματική, με εικόνες και σύμβολα παρμένα από τη φυσική πραγματικότητα, όπως π.χ. το αμπέλι, το χωράφι, ο σπόρος, η πέτρα, το δίχτυ, το φως, γι᾽ αυτό στην πατερική ερμηνευτική λέγονται φυσικά σύμβολα, που παραπέμπουν σε γεγονότα και πρόσωπα, σε «γενόμενα» κι όχι σε διανοητικά σχήματα και τεχνάσματα της φαντασίας, που κατασκευάζονται από τη διάνοια και τη φαντασία του ανθρώπου και δεν αντιστοιχούν σε κάποια χειροπιαστή πραγματικότητα, που είναι διανοήματα και υποθέσεις που γίνονται κι απογίνονται και πολλάκις χρησιμοποιούνται, για να αποκρύψουν την αλήθεια και να ξεγελάσουν τους ανθρώπους. Χρησιμοποιεί, λοιπόν, εδώ την παραβολή του σπορέως, για να προβληματίσει τον όχλο, ο οποίος τον ακολουθεί και περιμένει θαύματα, ότι είναι ο Θεός, που καθαιρεί τις αντίθεες δυνάμεις, καλώντας τους σε καρποφορία, στη βασιλεία του Θεού, η οποία απαιτεί, όμως, υπομονή, σαν το σπόρο που σπέρνεται, και το φύτρωμά του απαιτεί από το γεωργό υπομονή, για να φυτρώσει και να καρποφορήσει, τους καλεί σε μετάνοια και πίστη καρποφορίας.

3. Ο Χριστός, λοιπόν, είτε ενεργεί θεοσημίες, είτε ομιλεί με παραβολές, ετοιμάζει τον ὄχλο, δηλαδή, όλο τον κόσμο κι όχι μόνο τους εισερχόμενους στη Συναγωγή, να πιστεύσουν ότι ήγγικε η βασιλεία του Θεού, ως παρόν γεγονός και όχι απλώς σαν κάτι μελλοντικό, για την άλλη ζωή, μία εσχατολογική προβολή ερήμην της ιστορίας, (που είναι και πολύ της μόδας σα σπουδαία νέα θεολογία, μια συγκαλυμμένη απάτη υπό λεκτικά σχήματα, ανέρειστους ερμηνευτικούς αυτοσχεδιασμούς και θολά διανοήματα), μία υποκριτική υπεκφυγή αναλήψεως ευθύνης στο παρόν, ότι είναι ο ερχόμενος των προφητικών οράσεων, καθώς κάνει, επίσης, η Εκκλησία σήμερα παιδαγωγώντας μας προς την εορτή της Ενανθρωπήσεως, κατά την ερμηνευτική συνέχεια των Αγίων Πατέρων των επτά Οικουμενικών Συνόδων και των Κανόνων τους.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Τίτ. γ´, 8-15: «8 Πιστὸς ὁ λόγος· καὶ περὶ τούτων βούλομαί σε διαβεβαιοῦσθαι, ἵνα φροντίζωσι καλῶν ἔργων προΐστασθαι οἱ πεπιστευκότες τῷ Θεῷ. ταῦτά ἐστι τὰ καλὰ καὶ ὠφέλιμα τοῖς ἀνθρώποις· 9 μωρὰς δὲ ζητήσεις καὶ γενεαλογίας καὶ ἔρεις καὶ μάχας νομικὰς περιίστασο· εἰσὶ γὰρ ἀνωφελεῖς καὶ μάταιοι. 10 αἱρετικὸν ἄνθρωπον μετὰ μίαν καὶ δευτέραν νουθεσίαν παραιτοῦ, 11 εἰδὼς ὅτι ἐξέστραπται ὁ τοιοῦτος καὶ ἁμαρτάνει ὢν αὐτοκατάκριτος. 12 Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρός σε ἢ Τυχικόν, σπούδασον ἐλθεῖν πρός με εἰς Νικόπολιν· ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμάσαι. 13 Ζηνᾶν τὸν νομικὸν καὶ Ἀπολλὼ σπουδαίως πρόπεμψον, ἵνα μηδὲν αὐτοῖς λείπῃ. 14 μανθανέτωσαν δὲ καὶ οἱ ἡμέτεροι καλῶν ἔργων προΐστασθαι εἰς τὰς ἀναγκαίας χρείας, ἵνα μὴ ὦσιν ἄκαρποι. 15 Ἀσπάζονταί σε οἱ μετ᾽ ἐμοῦ πάντες. ἄσπασαι τοὺς φιλοῦντας ἡμᾶς ἐν πίστει. χάρις μετὰ πάντων ὑμῶν· ἀμήν».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. η´, 5-15: «5 Ἐξῆλθεν ὁ σπείρων τοῦ σπεῖραι τὸν σπόρον αὐτοῦ. καὶ ἐν τῷ σπείρειν αὐτὸν ὃ μὲν ἔπεσε παρὰ τὴν ὁδόν, καὶ κατεπατήθη, καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ κατέφαγεν αὐτό· 6 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐπὶ τὴν πέτραν, καὶ φυὲν ἐξηράνθη διὰ τὸ μὴ ἔχειν ἰκμάδα· 7 καὶ ἕτερον ἔπεσεν ἐν μέσῳ τῶν ἀκανθῶν, καὶ συμφυεῖσαι αἱ ἄκανθαι ἀπέπνιξαν αὐτό. 8 καὶ ἕτερον ἔπεσεν εἰς τὴν γῆν τὴν ἀγαθήν, καὶ φυὲν ἐποίησε καρπὸν ἑκατονταπλασίονα. ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω. 9 Ἐπηρώτων δὲ αὐτὸν οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ λέγοντες· Τίς εἴη ἡ παραβολὴ αὕτη;. 10 ὁ δὲ εἶπεν· Ὑμῖν δέδοται γνῶναι τὰ μυστήρια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, τοῖς δὲ λοιποῖς ἐν παραβολαῖς, ἵνα βλέποντες μὴ βλέπωσι καὶ ἀκούοντες μὴ συνιῶσιν. 11 Ἔστι δὲ αὕτη ἡ παραβολή· ὁ σπόρος ἐστὶν ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ· 12 οἱ δὲ παρὰ τὴν ὁδόν εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, εἶτα ἔρχεται ὁ διάβολος καὶ αἴρει τὸν λόγον ἀπὸ τῆς καρδίας αὐτῶν, ἵνα μὴ πιστεύσαντες σωθῶσιν. 13 οἱ δὲ ἐπὶ τῆς πέτρας οἳ ὅταν ἀκούσωσι, μετὰ χαρᾶς δέχονται τὸν λόγον, καὶ οὗτοι ῥίζαν οὐκ ἔχουσιν, οἳ πρὸς καιρὸν πιστεύουσι καὶ ἐν καιρῷ πειρασμοῦ ἀφίστανται. 14 τὸ δὲ εἰς τὰς ἀκάνθας πεσόν, οὗτοί εἰσιν οἱ ἀκούσαντες, καὶ ὑπὸ μεριμνῶν καὶ πλούτου καὶ ἡδονῶν τοῦ βίου πορευόμενοι συμπνίγονται καὶ οὐ τελεσφοροῦσι. 15 τὸ δὲ ἐν τῇ καλῇ γῇ, οὗτοί εἰσιν οἵτινες ἐν καρδίᾳ καλῇ καὶ ἀγαθῇ ἀκούσαντες τὸν λόγον κατέχουσι καὶ καρποφοροῦσιν ἐν ὑπομονῇ».