ΚΥΡΙΑΚΗ Ε´ ΛΟΥΚΑ, 2 Νοεμβρίου 2025(5-11-2023) (Αριθμ. 50Β)
Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν
Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.
Α. 1. Για το καθορισμένο Ευαγγέλιο της Ε´ Κυριακής Λουκά, το οποίο διαβάζεται προ της έκτης Νοεμβρίου, πέραν της θεολογικής προτάσεως που παρατίθεται στη συνέχεια στη δεύτερη ενότητα, αξίζει να αναφερθεί η σημείωση που καταγράφεται στο Τυπικὸ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ότι το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Ε´ Κυριακής Λουκά, ήτοι Λουκ. ιστ´, 19-31, πρέπει να διαβάζεται την Κυριακή «πρὸ τοῦ γενέσθαι τὴν μνήμην τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης τῇ ἕκτῃ τοῦ παρόντος μηνός», με αναφορά, μάλιστα, ότι και το Αποστολικό Ανάγνωσμα πρέπει να είναι από την Προς Εβραίους το ι´, 19- 31, που έχει ως περιεχόμενο την κρίση του Θεού, πολύ κοντά, δηλαδή, στο περιεχόμενο του σημερινού Ευαγγελικού Αναγνώσματος. Στο Συναξαριστή αναφέρεται το γεγονός τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης, μιας τέφρας που σκέπασε την Κωνσταντινούπολη, ως γεγονός που επισυνέβηκε στα χρόνια του αυτοκράτορα Λέοντα του Μεγάλου, του Α´, (401-474). Είναι ο πρώτος αυτοκράτορας που στέφθηκε από Πατριάρχη το 457, στη μεταχαλκηδόνια περίοδο, την τόσο σημαντική για τις εορτές του Χριστού και της Θεοτόκου και την τιμή με την ίδρυση, ή την ανακαίνιση, ιερών ναών αφιερωμένων στο Χριστό και τη Θεοτόκο. Ο Συναξαριστής, όπως πολλά από τα νηπτικά, ή ομιλητικά κείμενα, τονίζουν το θέμα της μετάνοιας, το οποίο αποτελεί το θεμέλιο του εν Χριστώ βίου, ακόμη και εξ αφορμής συγκλονιστικών φυσικών φαινομένων, ώστε οι άνθρωποι να έχουν αυτογνωσία του μέτρου, να είναι ταπεινοί απέναντι σε όλο τον κόσμο, να αντιλαμβάνονται την περατότητα των δυνάμεών τους, για να συγκροτούνται σε ένα σώμα φιλαδελφείας και διακονίας των κοινών πραγμάτων. Πάντως, το φυσικό γεγονός τῆς κονίας τῆς κατενεχθείσης μπορεί να αναχθεί σε έκρηξη του ηφαιστείου του Βεζουβίου. Παρόμοιο γεγονός ήταν η έκρηξη του ηφαιστείου της Ισλανδίας του 536, σύμφωνα με τους ασχολούμενους με την Ιστορία των Φυσικών Επιστημών, που σκέπασε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης, και άλλαξε τη ζωή των κατοίκων της θέτοντας την αρχή του Μεσαίωνα ιδίως για τις χώρες της Δυτικής Ευρώπης.
2. Επιπλέον ενδιαφέρουσα είναι η σημείωση του Τυπικοῦ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας για τις ακολουθίες της έκτης Νοεμβρίου, κατά την οποία εορτάζετο η Άθληση του Αγίου Παύλου, πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, του Ομολογητή (350), με τη σύναξη στη Μεγαλη Εκκλησία και ημέρα Κυριακή, με Αναγνώσματα: Αποστολικό Ἑβρ. η´, 1-6 και Ευαγγελικό Λουκ. ιβ´, 8-12, ενώ η «μνήμη τῆς μετὰ φιλανθρωπίας κατενεχθείσης κόνεως, ἐπὶ Λέοντος τοῦ μεγάλου βασιλέως τοῦ Βέσσου» γινόταν με σύναξη στο Αποστολείο των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου «τῷ ὄντι ἐν τῷ Τρικόγχῳ», εντός, δηλαδή, του συγκροτήματος του Παλατίου, με λιτή από τη Μεγάλη Εκκλησία, στο Φόρο και επάνοδο στο Αποστολείο με συμμετοχή του Πατριάρχη και Αναγνώσματα: Αποστολικό Ἑβρ. ι´, 19-31 και Ευαγγελικό Λουκ. ιστ´, 19-31, το ίδιο, δηλαδή, με την Κυριακή Ε´ Λουκά. Η διαξαγωγή της συνάξεως στο Αποστολείο είχε ιδιαίτερη σημασία, γιατί ενεπλέκετο σ᾽ αυτήν και όλη εθιμοτυπία της αυτοκρατορικής αυλής. Επρόκειτο για πάνδημη, θα μπορούσαμε να πούμε, εορτή, μιας οικουμενικής ερμηνείας της κοινής λειτουργίας των χαρισμάτων του κοινού σώματος των Ορθοδόξων, Εκκλησίας και βασιλείας.
Β. Ι. 1. To Eυαγγελικό Ανάγνωσμα της Ε´ Κυριακής του Λουκά συνιστά ένα ιδιαίτερο γεγονός στον ενιαύσιο εκκλησιαστικό κύκλο, καθώς τοποθετείται σταθερά μεταξύ 30 Οκτωβρίου και 5 Νοεμβρίου και δεν ακολουθεί την αριθμητική σειρά των Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων από το Ευαγγέλιο του Ευαγγελιστή Λουκά. Το αυτό παρατηρείται και με τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα της Ι´ και ΙΑ´ Κυριακής του Λουκά, που διαβάζονται την Κυριακή προ της Κυριακής των Προπατόρων και την Κυριακή των Προπατόρων προ της εορτής των Χριστουγέννων αντίστοιχα, λόγω περιεχομένου. Γι᾽ αυτές τις περιπτώσεις μπορούμε να πούμε ότι η καθιέρωση έγινε περί τα τέλη του 4ου αιώνα με τον καθορισμό της εορτής των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου. Εξάλλου, ο ορισμός του Ευαγγελικού Αναγμνώσματος της Δ´ Κυριακής Λουκά κατά την Κυριακή των Πατέρων της Ζ´ Οικουμενικής Συνόδου, μεταξύ 11 και 17 Οκτωβρίου, είναι μεταγενέστερος, μετά το 787, έτος συγκλήσεως της Συνόδου, με πρότυπο, κατά πάσα πιθανότητα, τις υπάρχουσες μεταθέσεις. Περισσότερο απορία δημιουργείται από τον καθορισμό του Ευαγγελικού Αναγνώσματος της Ε´ Κυριακής με τη μετάθεση και τη διάσπαση της αριθμητικής συνέχειας. Για μία πειστική εξήγηση θα πρέπει να συνδυάσουμε το περιεχόμενο των Ευαγγελικών Αναγνωσμάτων των τριών προηγούμενων Κυριακών, τα οποία προέρχονται όλα από το όγδοο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου και αποτελούν μία νοηματική ενότητα, με τη συνέχεια του εορτολογικού κύκλου. Πρόκειται για το κήρυγμα της βασιλείας των ουρανών, όπως προκαταγγέλλεται από τον πρώτο στίχο του κεφαλαίου: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς καὶ αὐτὸς διώδευεν κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ», ενώ η συνέχεια θα πρέπει να συσχετισθεί με το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα και την επικείμενη εορτή της Συνάξεως των Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ και των λοιπών ασωμάτων δυνάμεων, ως εορτολογικός προχειρισμός για τις 8 Νοεμβρίου αλλά και με μία τροποποίηση των Καταβασιών ως αναγγελία της εορτής των Εισοδίων της Θεοτόκου στο Ναό από τη Σύναξη των Αρχιστρατήγων και μέχρι την Παραμονή των Εισοδίων.
2. Ο εορτασμός της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων με τον κατονομασμό των δύο Αρχιστρατήγων Μιχαήλ και Γαβριήλ κατά τον ένατο μήνα του παλαιού Ρωμαϊκού ημερολογίου αντιστοιχεί στις εννέα τάξεις των αγγέλων την όγδοη ημέρα του μήνα, ως ημέρα της ευαγγελιζόμενης υπό του Χριστού βασιλείας του Θεού. Οι δύο Αρχιστράτηγοι μετά των αγγελικών τάξεων διακονούν στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας, παρόντες στις Θεοφάνειες του Άσαρκου Λόγου στους Πατριάρχες Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ, στα οράματα των Προφητών, στα προδρομικά γεγονότα της ελεύσεως του αυτού και Ενσάρκου, στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, στην πορεία των Αποστόλων της Εκκλησίας, του αυτού και Πνευματικώς ορωμένου, συνόντος και διαδιδόμενου, προσφέροντος και προσφερομένου και δεχομένου μετά του Πατρός και του Αγίου Πνεύματος την αναίμακτο θυσία, όπως και αεί αναμενομένου Βασιλέως της Δόξης Ιησού Χριστού και διαρκώς ερχομένου κατά την όραση του Ευαγγελιστού Ιωάννου στην Αποκάλυψη.
3. Η εορτή της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων θα πρέπει να εισήλθε στο εορτολόγιο την περίοδο, ή περί αυτήν, εν σχέσει και με τον καθορισμό της εορτής των Χριστουγέννων με παγίωσή της μετά την Γ´ Οικουμενική Σύνοδο το 431, οπότε και ερμηνεύθηκαν πλείστα όσα χωρία της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης σε μία ενότητα θεοφανικών γεγονότων, ως εξαγγελίες και προτυπώσεις του Ασάρκου Μεγάλης Βουλής Αγγέλου, του Κυρίου Σαβαώθ, του Κυρίου της Δόξης, του αυτού και Eνσάρκου κατά την Ενανθρώπηση, όμως σε διάκριση με τα πρόσωπα των ασωμάτων δυνάμεων, τους αγγέλους, οι οποίοι διακονούν στο Μυστήριο της Θείας Οικονομίας καθόλη την πορεία της μεταπατορικής ιστορίας του ανθρώπινου γένους έχοντες παγιωθεί στην πορεία της τελειώσεως. Είναι, εξάλλου, μία περίοδος που ακόμη και η νηπτική πράξη της Εκκλησίας με τα μοναστηριακά κέντρα της τίθεται συνοδικά με τους κανόνες λειτουργίας τους, και αρχίζει να διαμορφώνεται ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος με τη Δευτέρα ημέρα αφιερωμένη στις ασώματες δυνάμεις κατά την τάξη της δημιουργίας και της διακονίας.
ΙΙ. 1. Ο ευαγγελισμός της βασιλείας του Θεού, που ακούσαμε με τα Ευαγγελικά Αναγνώσματα των τριών προηγούμενων Κυριακών ολοκληρώνεται με το ανάγνωσμα περί του πλουσίου και του παραλειφθέντος υπό των αγγέλων και εισελθόντος στους κόλπους Αβραάμ Λαζάρου. Το σημερινό, λοιπόν, Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι ένας προχειρισμός της εορτής της Συνάξεως των ασωμάτων δυνάμεων και της κρίσεως του κόσμου, αλλά και μία πρόγευση του εκκλησιασμού των πάντων κατά την οικείαν έκαστος δεκτικότητα, πορευόμενοι προς το γεγονός του εκκλησιασμού της Υπεραγίας Θεοτόκου.
2. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα προέρχεται από το δέκατο έκτο κεφάλαιο, κατά το οποίο ο Χριστός ομιλεί στους Μαθητές του με παραβολές, ενώ τον παρακολουθούν οι Φαρισαίοι. Προηγείται η παραβολή του κακού οικονόμου, ο έλεγχος των Φαρισαίων, περί των οποίων ο Ευαγγελιστής Λουκάς σημειώνει: «Ἤκουον δὲ ταῦτα πάντα οἱ Φαρισαῖοι φιλάργυροι ὑπάρχοντες, καὶ ἐξεμυκτήριζον αὐτόν» (Λουκ. ιστ´, 14), η ευθεία αναφορά ότι με τον Ιωάννη έχει ολοκληρωθεί η προφητική περίοδος και ότι έχει ήδη αρχίσει η βασιλεία του Θεού: «Ὁ νόμος καὶ οἱ προφῆται ἕως Ἰωάννου· ἀπὸ τότε ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ εὐαγγελίζεται καὶ πᾶς εἰς αὐτὴν βιάζεται» (Λουκ. ιστ´, 16), υποδεικνύων ο Χριστός ουσιαστικώς τον ίδιο ως τον αναμενόμενο Βασιλέα του Ισραήλ, το Θεό Αβραάμ, τον οποίο επικαλούνταν υποκριτικώς οι φιλάργυροι Φαρισαίοι, όπως κάνουν όλοι οι φιλάργυροι και κλέπτες των κοινών αγαθών πάντοτε, ο οποίος αναιρεί την επαγγελλόμενη υπό των Φαρισαίων δικαιοσύνη, δηλαδή την κατ᾽ αυτούς σωτηρία, αναιρώντας ακόμη και τις φυσικές συμβάσεις των ανθρώπων, όπως τις καθόριζε ο Νόμος. Εν συνεχεία ο Χριστός λέγει την παραβολή του σημερινού Ευαγγελικού Αναγνώσματος, κατά την οποία ο πλούσιος βρίσκεται μακράν του Αβραάμ μετά θάνατο, βασανιζόμενος, ενώ ο πτωχός Λάζαρος εν κόλποις Αβραάμ.
3. Πρέπει να επισημάνουμε και πάλι ότι ο παραβολικός τρόπος με τον οποίο εκφέρει ο Χριστός το λόγο του είναι ένας λόγος εισαγωγικός για την προετοιμασία των Μαθητών και όλων των ανθρώπων, ώστε να αναγνωρίσουν ότι ο ομιλών είναι ο ενεργήσας και τις Θεοφάνειες στους Πατριάρχες και τους Προφήτες, ο Θεός Αβραάμ και Μωϋσέως. Όπως τα θεοφανικά γεγονότα της Παλαιάς Διαθήκης καταγράφονται με ένα λόγο απλό, με εικόνες και λόγια από την καθημερινή ζωή των ανθρώπων και το φυσικό περιβάλλον, για να καταλαβαίνει όλος ο κόσμος, έτσι κι ο Χριστός, πάντα σε αντιστοίχηση προς τις προφητικές Θεοφάνειες και επαγγελίες χρησιμοποιεί τον παραβολικό λόγο, αλλά με κέντρο τη σχέση Θεού και κόσμου, Θεού και όλων των κτισμάτων του, από κτίσεως κόσμου κατά την αποκάλυψη αυτού εν αοράτοις και ορατοίς και κατά τον πλούτο της χρηστότητος αυτού και το μέγα του έλεος. Έτσι, με τη σημερινή παραβολή ο Χριστός αναιρεί τη φαρισαϊκή οργάνωση του Ισραήλ, ξαναθέτει το θέμα της αρχέγονης ισότητος των ανθρώπων, που διαταράσσεται από την ιδιοποίηση των κοινών αγαθών και του ιδιοτελούς πλουτισμού, ένας κόλαφος και για το σύγχρονο κόσμο, και ελέγχει τις εφήμερες συμβατικές σχέσεις των ανθρώπων, που συνιστούν ένα μεταπατορικό ειδωλοποιημένο σύστημα, το οποίο αντιστρατευόταν, και αντιστρατεύεται συνεχώς, την προφητική πίστη και επαγγελία για τον ανακαινισμό όλων των ανθρώπων εν αληθεία.
Γ. 1. Το Αποστολικό Ανάγνωσμα προέρχεται από την Επιστολή προς Γαλάτας. Όπως έχουμε ήδη σημειώσει, η εκκλησιαστική κοινότητα της Γαλατίας, μια περιοχή πέριξ της σημερινής Άγκυρας, βασανιζόταν από τις εσωτερικές αντιθέσεις και διακρίσεις μεταξύ των χριστιανών της, των προερχομένων εξ Ιουδαίων και εξ εθνών. Το θέμα της περικοπής είναι, αν σώζεται ο άνθρωπος, αν είναι δίκαιος με άλλα λόγια κατενώπιον του Θεού, με τήρηση και των τυπικών διατάξεων του Μωσαϊκού Νόμου, κατά την παράδοση της Συναγωγής, ή αρκεί το Ευαγγέλιο, δηλαδή η πίστη στο Χριστό. Aυτή η συζήτηση βασανίζει ακόμη και σήμερα τη χριστιανοσύνη με μία μετατόπιση του θέματος σε συνδυασμό και με την Προς Ρωμαίους Επιστολή και τη δικαιοσύνη του Θεού, καθώς η δικαιοσύνη του Θεού και η δικαίωση του ανθρώπου συνδέθηκε στους νεότερους χρόνους της δυτικής χριστιανοσύνης με μία μεμονωμένη ερμηνευτική προσέγγιση, η οποία ξεπήδησε από το ερώτημα για το, αν η σωτηρία πηγάζει μόνο από τη χάρη του Θεού, οπότε ο άνθρωπος έχει προδιαγεγραμμένο τον προορισμό του, ή είναι αποτέλεσμα των «καλών έργων», με εκπλήρωση των θεϊκών επιταγών, νοουμένων ως ανταπόκρισης στη θεία δικαιοσύνη. Οι δύο εκδοχές οδήγησαν τη δυτική χριστιανοσύνη στον απόλυτο προορισμό και, κατά συνέπεια, το σύγχρονο αποχριστιανισμό των δυτικών κοινωνιών ως επανάσταση απέναντι στη θρησκευτική τους «καταπίεση». Από την άλλη, η εισαγωγή μιας υστερογενούς παραγωγής σκέψης, που προήλθε από αυτές τις κοινωνίες, σε μία αδύναμη Θεολογία, που αλλοιώθηκε από την κατεπιταγήν εκπλήρωση «θρησκευτικών» καθηκόντων, μετέτρεψε τη σχετική θεματολογία σε κοινωνιολογική ανάλυση και πολιτική διαμεσολάβηση παρασκηνιακής άσκησης εξουσίας, ή μοιράσματος της πολιτικής εξουσίας, ανεξαρτήτως του γεγονότος της εκκλησιαστικής συνέχειας, ακόμα και σε περιπτώσεις που γίνεται μία δραματική επίκληση του εκκλησιαστικού γεγονότος, ή ακόμη κι αν πρόκειται για ένα αφελή κοινωνικό προφητισμό με φιλανθρώπους που πετούν νομίσματα στις κερκίδες του ιπποδρόμου.
2. Στο σημερινό Αποστολικό Ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος, χωρίς να αναιρεί την παράδοση του Νόμου, όπου ως δικαίωση νοείται η σωτηρία ως τήρηση του Μωσαϊκού Νόμου κατά τη μαρτυρία των Δικαίων του Ισραήλ, όπως ήταν κι ο ίδιος Ισραηλίτης, κάνει τη μετάβαση στον κάθε άνθρωπο. Ουσιαστικά αναιρεί, «θάπτει» την Ιουδαϊκή αποκλειστικότητα, και μεταβαίνει στο «πᾶσα σάρξ», στον κάθε άνθρωπο, θεμελιώνοντας το λόγο του όχι στις τυπικές διατάξεις, δια των οποίων οι ἐκ τοῦ νόμου οδήγησαν το Χριστό στο Σταυρό, αλλά στο Χριστό, που ο Ισραήλ σταύρωσε, που αναίρεσε, δηλαδή, με αυτήν την πράξη του τον ίδιο τον εαυτό του, ανοίγοντας στον κάθε άνθρωπο τη συσταύρωση με το Χριστό, δηλαδή, στην αναίρεση της αμαρτίας ως αρχέγονης παραβάσεως. Τελικώς, ο Απόστολος Παύλος από την αντίθεση Νόμος ή πίστη στο Χριστό μεταβαίνει στο Σταυρωθέντα Χριστό, και ασφαλώς καλεί τους Γαλάτες χριστιανούς, να υπερβούν την αμαρτητική κατάσταση, στην οποία υπόκεινται όλοι οι άνθρωποι, κάνοντας ως ζωή τους τη ζωή του Χριστού, του Υιού του Θεού. Έτσι, από το επιμέρους μεταβαίνει ο Απόστολος Παύλος στο όλο του μυστηρίου της Θείας Οικονομίας, καλώντας τους Γαλάτες να αρνηθούν όλη τη μεταπατορική αμαρτητική κατάσταση και να συσσωματωθούν στο Χριστό.
Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. β´, 16-20: «16 εἰδότες δὲ ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. 17 Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἆρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; μὴ γένοιτο. 18 εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. 19 ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. 20 Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ».
Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. ιστ´, 19-31: «19 Ἄνθρωπος δέ τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾽ ἡμέραν λαμπρῶς. 20 πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος 21 καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἐπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. 22 ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. 23 καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. 24 καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. 25 εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· 26 καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. 27 εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· 28 ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. 29 λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωϋσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. 30 ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ᾽ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. 31 εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωϋσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου