HELLENOPHONIA

Πέμπτη 6 Νοεμβρίου 2025

 

ΚΥΡΙΑΚΗ Ζ´ ΛΟΥΚΑ, 9 Νοεμβρίου 2025, (29/10/2023), (Αριθμ. 49Β)

 

Τὸ Μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας κατὰ τὰ Ἀναγνώσματα τῆς Κυριακῆς καί τινων ἑορτῶν

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Α.Π.Θ.

 

 

 

Α. Κατά το Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, εκτός των σήμερα εορταζομένων Αγίων, ως πρώτο θέμα τίθεται η «μνήμη τῆς ἁγίας Θεοτόκου ἐν τῷ Παραδείσῳ, πλησίον τοῦ ἁγίου μάρτυρος Μωκίου, καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ ναοῦ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Προτασίου». Αξίζει να γίνει και πάλι μνεία για την περιοχή πέριξ του ναού του Αγίου Μωκίου, η μνήμη του οποίου συμπίπτει με τα εγκαίνια της Κωνσταντινουπόλεως την 11η Μαΐου, αποτελώντας ένα από τους χριστιανικούς πυρήνες της Νέας Ρώμης, εδραιωμένης στούς Μεγαλομάρτυρες του νέου κόσμου, ο οποίος είχε βιώσει προηγουμένως το διωγμό και το μαρτύριο. Έτσι, πλάι στο ναό του Αγίου Μωκίου, ένα χώρο μάλλον επιτηρούμενο, λόγω της Μωκίας ανοιχτής Δεξαμενής, κοντά στο Προφητείο, ιδρύεται πολύ νωρίς και εκκλησία της Θεοτόκου. Επιπλέον, ο ναός της Θεοτόκου των Προτασίου ανήκει στην περιοχή βόρεια της Παναγίας των Χαλκοπρατείων, κοντά «ἐν τοῖς Οὐβρικίου». Ας σημειωθεί ότι πέριξ της Αγίας Σοφίας, που είναι αφιερωμένη στη Σοφία και Λόγο του Θεού Πατρός, το Χριστό, δομούνται εκκλησίες, νοτιοανατολικά αλλά και βοριοδυτικά της εισόδου της, με κύρια την Παναγία των Χαλκοπρατείων, παρεκκλησία και μοναστήρια αφιερωμένα στην Παναγία, που δίνουν μία οπτική αγκαλιάσματος της ίδιας της Αγίας Σοφίας.

 

Β. Με το Αποστολικό Ανάγνωσμα ο Απόστολος Παύλος αντιμετωπίζει ένα θέμα που είχε προκύψει στην τοπική εκκλησία της Γαλατίας, η οποία ήταν στην περιοχή της σημερινής Άγκυρας. Φαίνεται ότι πολλοί χριστιανοί αυτής της εκκλησίας είχαν ιουδαϊκές ρίζες και είτε τηρούσαν τις ιουδαϊκές συνήθειες, παρανοώντας ότι οι προφητικές επαγγελίες ανακεφαλαιώθηκαν στο Χριστό με άνοιγμα προς όλα τα έθνη, εκφαίνων ο Χριστός την καθολικότητα της Εκκλησίας, είτε υπό το πρόσχημα της περιτομής προσπάθησαν να κρύψουν τη χριστιανική τους πίστη, καθώς κατά τόπους είχαν αρχίσει να αναδύονται οι χριστιανικές εκκλησιαστικές κοινότητες, και οι Ρωμαϊκές αρχές είχαν αρχίσει ήδη να καταδιώκουν τους χριστιανούς ως ανθρώπους που εισήγαγαν μια άγνωστη θρησκεία. Σημειωτέον ότι οι Ιουδαίοι με τις Συναγωγές τους ήσαν αναγνωρισμένη θρησκευτική οντότητα από τη Ρωμαϊκή διοίκηση. Ο Απόστολος Παύλος, αντιλαμβανόμενος αυτήν τη μεθόδευση από κάποιους εξ Ιουδαίων χριστιανούς, που φαίνεται ότι είχαν στο νου τους να κάνουν και δική τους ομαδούλα, αποτελώντας ουσιαστικά μία ασθένεια διακρίσεων στο σώμα της Εκκλησίας, γράφει ότι όσοι πιέζουν τους χριστιανούς να περιτέμνονται, το κάνουν για να αποφεύγουν το διωγμό και συγχρόνως να περηφανεύονται ότι έφεραν και προσήλυτους: «12... οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. 13 οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται». Έτσι, επαναλαμβάνει ότι στην Εκκλησία με το Σταυρό του Χριστού, δηλαδή, με τη Σταυρική Θυσία, έχει καταργηθεί ο αρχαίος κόσμος, κάθε άλλη θυσία και λατρεία, υπάρχει η καινή κτίση και ο νέος Ισραήλ του Θεού και η χάρη του Κυρίου, που έχει νεκρώσει τον ειδωλικό κόσμο της αποστασίας και αδελφοκτονίας. Μάλιστα ο Απόστολος Παύλος, βλέποντας την ιουδαϊκή υποκρισία των Γαλατών χριστιανών τους ομιλεί αυστηρώς προβάλλοντας τους δικούς του βασανισμούς και τις διώξεις, τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου και με δυο κουβέντες τους λέγει: παρατάτε με, με την υποκρισία σας («17 Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω»). Ασφαλώς η Εκκλησία δεν ωθεί τους χριστιανούς στο μαρτύριο, τους ετοιμάζει, όμως, εάν τους συμβεί, να το αντέξουν εν Κυρίω.

 

Γ. 1. Το σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα είναι η κατακλείδα από το όγδοο κεφάλαιο του Κατά Λουκάν Ευαγγελίου. Μετά τη θεραπεία του δαιμονιζόμενου στη χώρα των Γαδαρηνών ο Χριστός επέστρεψε στην άλλη όχθη της λίμνης της Γεννησαρέτ, αφού οι Γαδαρηνοί τον είχαν παρακαλέσει να φύγει από τα μέρη τους. Εκεί, λέει ο Ευαγγελιστής Λουκάς, τον περίμενε με αγωνία ο ὄχλος. Όπως έχω ήδη σημειώσει επανειλημμένα, ο Χριστός κηρύττει και ενεργεί τις θεοσημίες δημόσια προς όλους τους ανθρώπους, στον πολυεθνικό όχλο της Γαλιλαίας, σε Ισραηλίτες, και ποικίλους εθνικούς, γιατί ο Ενανθρωπήσας Λόγος ανακαίνισε αδιακρίτως όλο το ανθρώπινο γένος, ως Δημιουργός, Κύριος και Βασιλεύς πάσης της κτίσεως, όπως λέμε στο Σύμβολο της Πίστεως: Καὶ εἰς ἕνα Κύριον, Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ... οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος». Εξάλλου, στον πρώτο στίχο του κεφαλαίου λέγεται ότι ο Χριστός γυρνούσε σε πόλεις και χωριά κομίζοντας το Ευαγγέλιο της βασιλείας του Θεού: «Καὶ ἐγένετο ἐν τῷ καθεξῆς καὶ αὐτὸς διώδευεν κατὰ πόλιν καὶ κώμην κηρύσσων καὶ εὐαγγελιζόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, καὶ οἱ δώδεκα σὺν αὐτῷ».

2. Περνώντας, λοιπόν, και πάλι στην αντίπερα όχθη, στο σημερινό Ευαγγελικό Ανάγνωσμα διαβάζουμε ότι προσήλθε για βοήθεια στο Χριστό ο Αρχισυνάγωγος Ιάειρος, πέφτοντας στα πόδια του και παρακαλώντας τον να σώσει τη δωδεκαετή κόρη του, που ήταν ετοιμοθάνατη. Η στάση του Ιάειρου, δεδομένης και της θέσεώς του, με τις ιάσεις να επιτελούνται στους ιερούς τόπους του Ισραήλ, ήταν μία στάση μετανοίας και ουσιαστικής ομολογίας ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού. Καθοδόν προς το σπίτι του Ιαείρου, κι ενώ οι όχλοι, πλήθος ανθρώπων ασυγκράτητο κόντευε να τους συνθλίψει, έχουμε τη θεραπεία της αιμορροούσας γυναίκας, που άγγιξε με ακατανίκητη πίστη και μόνο το ιμάτιο του Χριστού. Ο Χριστός παριστάνει άγνοια για την εξελθούσα από αυτόν δύναμη, για να δείξει στους ανθρώπους ότι είναι τέλειος άνθρωπος και όχι κάποιο εξωπραγματικό φανταστικό όν, ενώ συγχρόνως επαινεί πατρικώς, ως ο Δημιουργός, (θύγατερ), την αιμορροούσα για την πίστη της: «Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην». Και, ενώ μιλούσε με την αιμορρούσα, έρχεται η πληροφορία ότι η κόρη του Αρχισυνάγωγου πέθανε. Ο Χριστός λέγει ότι δεν πέθανε, αλλά ότι κοιμάται. Εν συνεχεία εισέρχεται στο σπίτι, έχοντας μαζί του τους τρεις Μαθητές, οι οποίοι εν συνεχεία ήταν παρόντες και στη Μεταμόρφωση, Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Ο Χριστός πιάνει το χέρι της κόρης και με το λόγο του καλεί το κορίτσι να σηκωθεί. Το κορίτσι επανέρχεται στη ζωή, και ο Χριστός ζητάει να φάει, για να καταδειχθεί ότι η επάνοδος στη ζωή ήταν πραγματικό γεγονός. Στους αυτόπτες του γεγονότος δίνει την εντολή, να μην πουν σε κανέναν τίποτα, γιατί ο Χριστός δεν ενεργούσε τις θεοσημίες και τα θαύματα, για να εντυπωσιάσει τους ανθρώπους, να τους επιβληθεί καταδυναστευτικά με τη θεϊκή του δύναμη, καταργώντας την ελευθερία τους, αλλά παιδαγωγώντας τους, και πρώτους απ᾽ όλους τους Μαθητές του, να τους κάνει δεκτικούς της επαγγελίας ότι ήγγικε η βασιλεία του Θεού, διενεργούμενη από το Χριστό κατά τις επαγγελίες των Προφητών, να αναγνωρίσουν από τις επιτελούμενες θεοσημίες ότι είναι ο Υιός του Θεού, ο Κύριος και Δημιουργός παντός του ανθρώπινου γένους, που αίρει το μεσότοιχο μεταξύ της ζωής και του θανάτου, οδηγώντας τον άνθρωπο στη βασιλεία του Θεού, που δεν έχει τέλος, αναιρώντας ουσιαστικά το φόβο της απώλειας. Έτσι θεραπεύει μια γυναίκα από τον όχλο, ανασταίνει και την κόρη του Ιάειρου, και, μάλιστα, εκτός Συναγωγής, αναιρώντας συγχρόνως και την ιουδαϊκή αποκλειστικότητα των ιερών τόπων.

3. Στην Πατερική ερμηνευτική, όπως ενσωματώθηκε στις συνοδικές ερμηνευτικές διατυπώσεις για το μέγα μυστήριο της Ενανθρωπήσεως του Λόγου, η καταγραφή του γεγονότος της ανάστασης της κόρης του Ιάειρου μας οδηγεί στην ομολογία ότι ο Χριστός είναι ο Θεάνθρωπος, δρα τις θεοσημίες ως ο Θεός, όμως χρησιμοποιώντας ταυτοχρόνως το χέρι και την ανθρώπινή του φωνή, είναι ο ένας και ο αυτός, τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, γι᾽ αυτό και είναι για το ανθρώπινο γένος ο εγγυητής όχι μόνο του ανακαινισμού αλλά και της εισαγωγής μας κατά χάρη στην άκτιστη ζωή της Αγίας Τριάδος, στη βασιλεία του Τριαδικού Θεού.

 

Αποστολικό Ανάγνωσμα: Γαλ. στ´, 11-18: «1 Ἴδετε πηλίκοις ὑμῖν γράμμασιν ἔγραψα τῇ ἐμῇ χειρί. 12 ὅσοι θέλουσιν εὐπροσωπῆσαι ἐν σαρκί, οὗτοι ἀναγκάζουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, μόνον ἵνα μὴ τῷ σταυρῷ τοῦ Χριστοῦ διώκωνται. 13 οὐδὲ γὰρ οἱ περιτετμημένοι αὐτοὶ νόμον φυλάσσουσιν, ἀλλὰ θέλουσιν ὑμᾶς περιτέμνεσθαι, ἵνα ἐν τῇ ὑμετέρᾳ σαρκὶ καυχήσωνται. 14 Ἐμοὶ δὲ μὴ γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μὴ ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾽ οὗ ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται κἀγὼ τῷ κόσμῳ. 15 ἐν γὰρ Χριστῷ Ἰησοῦ οὔτε περιτομή τι ἰσχύει οὔτε ἀκροβυστία, ἀλλὰ καινὴ κτίσις. 16 καὶ ὅσοι τῷ κανόνι τούτῳ στοιχήσουσιν, εἰρήνη ἐπ᾽ αὐτοὺς καὶ ἔλεος, καὶ ἐπὶ τὸν Ἰσραὴλ τοῦ Θεοῦ. 17 Τοῦ λοιποῦ κόπους μοι μηδεὶς παρεχέτω· ἐγὼ γὰρ τὰ στίγματα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματί μου βαστάζω. 18 Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ μετὰ τοῦ πνεύματος ὑμῶν, ἀδελφοί· ἀμήν».

 

Ευαγγελικό Ανάγνωσμα: Λουκ. η´, 41-56: «41 καὶ ἰδοὺ ἦλθεν ἀνήρ, ᾧ ὄνομα Ἰάειρος, καὶ οὗτος ἄρχων τῆς συναγωγῆς ὑπῆρχε· καὶ πεσὼν παρὰ τοὺς πόδας τοῦ Ἰησοῦ παρεκάλει αὐτὸν εἰσελθεῖν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ, 42 ὅτι θυγάτηρ μονογενὴς ἦν αὐτῷ ὡς ἐτῶν δώδεκα καὶ αὕτη ἀπέθνῃσκεν. Ἐν δὲ τῷ ὑπάγειν αὐτὸν οἱ ὄχλοι συνέπνιγον αὐτόν. 43 καὶ γυνὴ οὖσα ἐν ῥύσει αἵματος ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἥτις ἰατροῖς προσαναλώσασα ὅλον τὸν βίον οὐκ ἴσχυσεν ὑπ᾽ οὐδενὸς θεραπευθῆναι, 44 προσελθοῦσα ὄπισθεν ἥψατο τοῦ κρασπέδου τοῦ ἱματίου αὐτοῦ, καὶ παραχρῆμα ἔστη ἡ ῥύσις τοῦ αἵματος αὐτῆς. 45 καὶ εἶπεν ὁ Ἰησοῦς· Τίς ὁ ἁψάμενός μου; ἀρνουμένων δὲ πάντων εἶπεν ὁ Πέτρος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ· Ἐπιστάτα, οἱ ὄχλοι συνέχουσί σε καὶ ἀποθλίβουσι καὶ λέγεις τίς ὁ ἁψάμενός μου; 46 ὁ δὲ Ἰησοῦς εἶπεν· Ἥψατό μού τις· ἐγὼ γὰρ ἔγνων δύναμιν ἐξελθοῦσαν ἀπ᾽ ἐμοῦ. 47 ἰδοῦσα δὲ ἡ γυνὴ ὅτι οὐκ ἔλαθε, τρέμουσα ἦλθε καὶ προσπεσοῦσα αὐτῷ δι᾽ ἣν αἰτίαν ἥψατο αὐτοῦ ἀπήγγειλεν αὐτῷ ἐνώπιον παντὸς τοῦ λαοῦ, καὶ ὡς ἰάθη παραχρῆμα. 48 ὁ δὲ εἶπεν αὐτῇ· Θάρσει, θύγατερ, ἡ πίστις σου σέσωκέ σε· πορεύου εἰς εἰρήνην. 49 Ἔτι αὐτοῦ λαλοῦντος ἔρχεταί τις παρὰ τοῦ ἀρχισυναγώγου λέγων αὐτῷ ὅτι Τέθνηκεν ἡ θυγάτηρ σου· μὴ σκύλλε τὸν διδάσκαλον. 50 ὁ δὲ Ἰησοῦς ἀκούσας ἀπεκρίθη αὐτῷ λέγων· Μὴ φοβοῦ· μόνον πίστευε, καὶ σωθήσεται. 51 ἐλθὼν δὲ εἰς τὴν οἰκίαν οὐκ ἀφῆκεν εἰσελθεῖν οὐδένα εἰ μὴ Πέτρον καὶ Ἰωάννην καὶ Ἰάκωβον καὶ τὸν πατέρα τῆς παιδὸς καὶ τὴν μητέρα. 52 ἔκλαιον δὲ πάντες καὶ ἐκόπτοντο αὐτήν. ὁ δὲ εἶπε· Μὴ κλαίετε· οὐκ ἀπέθανεν, ἀλλὰ καθεύδει. 53 καὶ κατεγέλων αὐτοῦ, εἰδότες ὅτι ἀπέθανεν. 54 αὐτὸς δὲ ἐκβαλὼν ἔξω πάντας καὶ κρατήσας τῆς χειρὸς αὐτῆς ἐφώνησε λέγων· Ἡ παῖς, ἐγείρου. 55 καὶ ἐπέστρεψε τὸ πνεῦμα αὐτῆς, καὶ ἀνέστη παραχρῆμα, καὶ διέταξεν αὐτῇ δοθῆναι φαγεῖν. 56 καὶ ἐξέστησαν οἱ γονεῖς αὐτῆς· ὁ δὲ παρήγγειλεν αὐτοῖς μηδενὶ εἰπεῖν τὸ γεγονός».

Δεν υπάρχουν σχόλια: