ELLENOPHONIA

Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2012

Δέσπω Ἀθ. Λιάλιου, Κρίση στην Παιδεία, κρίση στην Κοινωνία, Φιλογένεια και Παγκοσμιοποίηση (Δεύτερη ἐκδοχή)



 
Ἡ παιδεία, ὡς διαδικασία ἀναζήτησης τῆς ἀλήθειας γιὰ τὸν κόσμο καὶ τὴ ζωή, καὶ προσαρμογὴ στὸ ποικίλο περιβάλλον, ὑπῆρξε Ἑλληνικὴ κατάκτηση, ἀπὸ τὶς ἀπαρχὲς τῆς σκέψης περὶ τὸν 6ο αἰ. π.Χ. στὸν εὐρύτερο χῶρο τῆς Μεσογείου μέχρι καὶ τὴν ἵδρυση του Νεοελληνικοῦ κράτους μὲ τὴ γενναία συμβολὴ τοῦ Καποδίστρια, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ πάτρωνας τῆς δημόσιας ἐκπαιδεύσεως κι ἕνας ἀπὸ τοὺς πρωτοπόρους φιλογενεῖς Νεοέλληνες, ποὺ ἔθεσε στόχο τὴν ὀργάνωση τῶν δομῶν της, ὥστε νὰ ἀποκτήσει ἡ Ἑλλάδα ἐξειδικευμένους δημόσιους λειτουργοὺς καὶ ἐπαγγελματίες τεχνικοὺς καὶ στρατιωτικοὺς πεζικάριους καὶ ναυτικούς. Στὰ περίπου 180 χρόνια ἀπὸ τότε οἱ Νεοέλληνες προσπάθησαν νὰ ἀφομοιώσουν τὰ συμβαίνοντα στὸ ἱστορικὸ γίγνεσθαι τῆς περιοχῆς καὶ τοῦ κόσμου, εὑρισκόμενοι σὲ μία πορεία ἀμφιταλάντευσης, ἂν ἀνήκουν στὴ γειτονιά τους τὴν Ἀνατολὴ καὶ τὴ Βαλκανική, ἢ εἰς τὴ Δύση, ὅπως ὁραματίσθηκαν οἱ πρῶτοι καλαμαράδες της. Ὡστόσο ἐν σχέσει μὲ τὴν ὀργάνωση τῆς ἐκπαιδεύσεως μετὰ τὴν πρώτη θετικὴ προσπάθεια τοῦ Καποδίστρια τὸ Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, τὸ Μετσόβιο Πολυτεχνεῖο καὶ ἰδίως τὸ ΑΠΘ ὀργανώθηκαν μὲ πρότυπα τὰ Πανεπιστήμια τῆς Κεντρώας Εὐρώπης, τὰ ὁποῖα παρεῖχαν μία ἰσορροπημένη δυνατότητα ἀνάπτυξης ἀνάμεσα στὶς λεγόμενες ἀνθρωπιστικὲς καὶ τὶς φυσικὲς ἐπιστῆμες.
Μετὰ ἀπὸ δύο σχεδὸν αἰῶνες τριτοβάθμιας ἐκπαίδευσης, ποὺ ἀποτέλεσε τον κύριο πυρήνα διαμόρφωσης τῆς νεοελληνικῆς δημόσιας ζωῆς, σήμερα ἀναδύονται ἀμείλικτα τὰ ἐρωτήματα γιὰ τὸ κατὰ πόσο ὑπάρχει ἡ δυνατότητα κρατικῆς παροχῆς γιὰ τὴν τερατώδη διασπορὰ ΑΕΙ καὶ ΤΕΙ σὲ ὅλη τὴν Ἑλλάδα, σὲ 66 πόλεις, ἀλλὰ καὶ ἵδρυση πολλῶν ἱδρυμάτων στὴν ἴδια πόλη (πέντε στὴ Θεσσαλονίκη, δέκα στὴν Ἀττική, καὶ δὲν λογαριάζω ἐκεῖνα τοῦ στρατοῦ, τῆς ἀστυνομίας καὶ τῆς δημόσιας διοίκησης), χωρὶς κανένα σχεδιασμὸ καὶ προοπτικὴ ἐπιβίωσης, καὶ ποιά ἡ θέση τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἐπιστημῶν, ἰδίως ἐκείνων ποὺ συνδέονται μὲ τὸν Ἑλληνικὸ πολιτισμό, σὲ ἕνα κόσμο ποὺ δεν ἔχει σύνορα καὶ ἀποσκοπεῖ στὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη καὶ τὸ κέρδος, ἀνεξάρτητα ἀπὸ πεποιθήσεις καὶ δράσεις ἐπιμέρους συλλογικοτήτων. Ἔτσι τὰ ἐρωτήματα αὐτὰ συνδέονται ἐπιπλέον μὲ ἄλλα καίρια ποὺ ἀφοροῦν στὴν ἴδια τὴν ὕπαρξη συλλογικοτήτων. Μποροῦν π.χ. οἱ συλλογικότητες νὰ ἀντισταθοῦν στὶς καταιγιστικὲς ἐξελίξεις ποὺ σημειώθηκαν μεταπολεμικὰ καὶ ὁσημέραι ἐπέφεραν ἰσοπεδωτικὲς ἀλλοιώσεις στὸν τρόπο ζωῆς τῶν λαῶν σὲ σημεῖο  ποὺ παραδοσιακὰ πρότυπα νὰ θεωροῦνται ὀπισθοδρομική ἔκφραση ἢ καὶ νὰ ἐνοχλοῦν σφόδρα τὴν πολιτικὴ  ἢ τὴν οἰκονομικὴ ἐλίτ, ἡ ὁποία δρᾶ συνήθως ἐρήμην τῶν πολιτῶν, ὅπως καὶ στην περίπτωση τῆς πελατειακῆς ἵδρυσης ΑΕΙ καὶ ΤΕΙ στὶς ἐκλογικές τους περιφέρειες; Καὶ ἀσφαλῶς ἡ ἵδρυση αὐτῶν τῶν ἱδρυμάτων μὲ ρυθμοὺς καὶ νοοτροπίες γηπεδικὲς καὶ ὄχι φιλογένειας, ἀφοῦ καθόλου δὲν συνέβαλαν ἀπὸ τὴν προσωπικὴ περιουσία τους, βαρύνουν τοὺς πρωτεργάτες, ποὺ χρησιμοποίησαν τὸν κρατικὸ κορβανὰ ὄχι μόνο νὰ στηθοῦν ἀχρείαστες Σχολὲς καὶ Τμήματα, ἀλλὰ στέρησαν κρατικοὺς πόρους ἀπὸ τὰ ἱστορικὰ ἱδρύματα νὰ ὁλοκληρώσουν τὶς ὑποδομὲς καὶ τὴ διοικητική τους ὀργάνωση. Π.χ. ἐνῶ ἱδρύονταν, ἰδίως μετὰ το 1982, Τμήματα καὶ Τμηματάκια σὲ κάθε πρωτεύουσα νομοῦ στὸ Ἀριστοτέλειο ποὺ ἱδρύθηκε τὸ 1925, ἔχει να προσληφθεῖ διοικητικὸς ὑπάλληλος μὲ διαγωνισμὸ ἀπὸ τὸ 1987, δηλ. ἐδῶ καὶ 25 ἔτη.
Πρέπει να σημειώσω ὅτι τέτοιας ὑφῆς ἐρωτήματα, ἀφήνοντας κατὰ μέρος τὴν Ἑλληνικὴ ἰδιαιτερότητα, δὲν ἀποτελοῦν προνόμιο τῆς Ἑλληνικῆς πανεπιστημιακῆς κοινότητας, ἢ γενικότερα τῆς Ἑλληνικῆς κοινωνίας. Ἡ κρίση στὰ Πανεπιστήμια σ᾽ ὅλο τον κόσμο, καὶ ἡ μετατροπή τους σὲ οἰκονομικὲς ἐπιχειρήσεις, ἦταν φυσικὸ νὰ πλήξουν κυρίως τὶς ἀνθρωπιστικὲς ἐπιστῆμες, τῶν ὁποίων τὸ παραγόμενο ἔργο δὲν ἔχει ἄμεση οἰκονομικὴ ἀποτίμηση, συνιστᾶ ὅμως τὴν κινητήρια δύναμη τῆς κοινωνικῆς συνείδησης μὲ τὸ πάντρεμα τῶν κοινωνικῶν ἰδεῶν καὶ ἀναλύσεων μὲ τὴ σταθερὰ ἀποτίμηση τῶν ἀγωνιῶν καὶ τῶν ἀντιστάσεων τῶν τοπικῶν συλλογικοτήτων, ποὺ ἀναμετρῶνται μὲ τὴν καθημερινότητα τῆς ζωῆς καὶ τῆς ἱστορίας «ἀλλιῶς».
I. Ἔτσι πιὸ συγκεκριμένα ἡ ἔνταση ποὺ παρατηρεῖται στὶς μέρες μας γιὰ τὴν ἔρευνα ἐπὶ τοῦ ἐπιστητοῦ τῶν ἀνθρωπιστικῶν ἐπιστημῶν, ὅπως ἐπίσης καὶ ἡ θέση τῶν ἀνθρωπιστικῶν σπουδῶν στὴν ὀργάνωση τῶν Πανεπιστημίων, εἶναι θέματα, ποὺ ἀνάγονται στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽50, δηλ. στὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ δυτικὸς λεγόμενος κόσμος ἀνασκοπεῖ τὴ μεταπολεμικὴ κοινωνιοπολιτική του αὐτοσυνειδησία καὶ τὴν οἰκονομική του ἀνασυγκρότηση. Ἡ προσπάθεια γιὰ ταχεία ἀνόρθωση ἀπὸ τις ἐκτεταμένες πολεμικὲς καταστροφὲς ἀλλὰ καὶ τὰ ἀποτελέσματα τῆς πολεμικῆς βιομηχανίας ποὺ ἀναπτύχθηκε μὲ τὸν ἀνταγωνισμὸ γιὰ παγκόσμια ἐπιβολὴ ἀπὸ τὶς δυνάμεις ποὺ κυριάρχησαν μεταπολεμικὰ ἀνέδειξαν ἀναγκαιότητες καὶ πρακτικὲς ποὺ ἦταν ἄγνωστες ἐν πολλοῖς στὴν ἀκαδημαϊκὴ κοινότητα, τουλάχιστον τῆς προπολεμικῆς Εὐρώπης, ποὺ εἶχε ὑπηρετήσει κατεξοχὴν ἐθνικοὺς στόχους, καὶ ὅπου ἡ φιλογένεια παρέσχε ἐξαιρετικὰ δείγματα κοινωνικῆς εὐαισθησίας καὶ εὐεργεσίας. Σ᾽ αὐτὸ τὸ πλαίσιο ἀκόμη καὶ οἱ θεωρητικὲς ἐπιστῆμες, ὅπως τὰ θεωρητικὰ μαθηματικὰ καὶ ἡ φυσική, στὸ μέτρο ποὺ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ δημιουργήσουν οἰκονομικὸ ἀνταγωνισμὸ θὰ μποροῦσαν νὰ θεωρηθοῦν, τουλάχιστον ἐπὶ τῶν ἡμερῶν μας, ἀντιπαραγωγικὲς ἐπιστῆμες. Ἡ σύνδεση τῆς ἐπιστήμης μὲ τὴν παραγωγή, καὶ ἐσχάτως μὲ μία κατὰ παραγγελία καινοτομία στὴν ὑπηρεσία μιᾶς ἀμέσου ἐφαρμόσιμης παραγωγικῆς διαδικασίας δὲν ἀφήνει εὐρὺ περιθώριο στὴν ἐφαρμογὴ τοῦ ἀρχεγονικοῦ «ὀρέγεσθαι τοῦ οἰδέναι». Ἀκόμη καὶ τοῦ θείου Ἀλβέρτου θὰ τοῦ ἀπερρίπτετο τὸ αἴτημα γιὰ χρηματοδότηση ἐπὶ τῆς διερευνήσεως τοῦ γαλάζιου τοῦ οὐρανοῦ, μία πρόταση ποὺ δὲν ἔχει τὴν παραμικρὴ σχέση μὲ τὴν ἐπιχειρηματικότητα καὶ τὴν ἐμπορευματοποίηση τῆς παιδείας καὶ τῆς ἔρευνας, ποὺ δέχονται ὡστόσο οὐκ ὀλίγη κριτική.
Ὑπὸ τὸ φῶς τῶν νέων οἰκονομικῶν καὶ κοινωνικῶν συνθηκῶν οἱ λεγόμενες ἀνθρωπιστικὲς ἐπιστῆμες ἐπλήγησαν περισσότερο, ἀφοῦ σ᾽ αὐτὲς ἡ πρακτικὴ ἐφαρμογὴ καὶ τὰ παραγόμενα ἀγαθὰ εἶναι ἐνπολλοῖς ἀνέφικτο νὰ ἀποτιμηθοῦν μὲ χρηματοοικονομικοὺς ὅρους.
Ἡ βαθμιαῖα διαμορφούμενη τάση περιορισμοῦ τῶν ἀνθρωπιστικῶν σπουδῶν στὴν Εὐρώπη ἄρχισε νὰ μορφοποιεῖται μὲ τὶς κρατικὲς περικοπὲς κυρίως στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽80 στὰ Βρεταννικὰ πανεπιστήμια, τὰ ὁποῖα ἐπιδόθηκαν σὲ ἕνα εἶδος ἐπιχειρηματικότητας μὲ τὴ μεταξὺ ἄλλων προσέλκυση φοιτητῶν, προσβλέποντας στὴν καταβολὴ ὑψηλῶν διδάκτρων, πράγμα ποὺ ἦταν ἀδιανόητο ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ ἱστορικὰ πανεπιστήμια τῆς κεντρώας Εὐρώπης, τὰ ὁποῖα ἀναδύθηκαν ὑπὸ τὸ κοινωνικὸ αἴτημα τῆς παροχῆς μόρφωσης σ᾽ ὅλους τοὺς πολίτες ἀδιακρίτως καταγωγῆς, οἰκονομικῶν δυνατοτήτων καὶ κοινωνικῶν συμβάσεων, ὡς ἐπίτευξη ἀξιῶν ποὺ εἶχαν ἀναδυθεῖ μὲ τὴν Ἀναγέννηση, τὸ Διαφωτισμὸ καὶ τὴν ὀργάνωση τῶν ἐθνικῶν δημοκρατιῶν, καὶ πέραν τῶν τοπικῶν παρεκτροπῶν.
Ἀνεξάρτητα δηλ. ἀπὸ τὶς ἐπιχορηγήσεις ἢ τὴ χρηματοδοτούμενη ἔρευνα ἀπὸ ἑταιρεῖες μὲ τὴν ὑπογραφὴ πρωτοκόλλων συνεργασίας, ἢ ἀκόμη τὶς φιλογενεῖς δράσεις καὶ τὰ κληροδοτήματα, τὸ πανεπιστήμιο στὸν εἰκοστὸ αἰώνα ὑπῆρξε ἡ δημοκρατικὴ κατάκτηση τῆς ἐλευθερίας τοῦ πνεύματος τῶν λαῶν τῆς Εὐρώπης, οἱ ὁποῖοι εἶχαν βγεῖ θριαμβευτὲς μέσα ἀπὸ σκληρὲς ἀντιπαραθέσεις μὲ τὴν Ρωμαιοκαθολικὴ ἐκκλησία καὶ τὴν ἄκαμπτη αὐθεντία της, ὅπως ἐπίσης καὶ μὲ τὴ φεουδαλικὴ ἢ τὴ γραφειοκρατικὴ ὀργάνωση τῆς κοινωνίας στὴν κεντρώα Εὐρώπη, τὴν πανεπιστημιακὴ ὀργάνωση τῆς ὁποίας μιμήθηκαν σὲ συνδυασμὸ μὲ το κολλεγιακὸ σύστημα τὰ πρῶτα πανεπιστήμια τῆς Ἀμερικῆς, καὶ τὰ ὁποῖα θὰ ἀποτελέσουν τὴν ὀμπροσθοφυλακὴ τῆς ἔρευνας ἀμέσως μετὰ τὴ λήξη του Β´ παγκόσμιου πολέμου.
Τὴν ἴδια περίοδο ἐμφανίζεται στὰ πανεπιστήμια καὶ τὰ ἐρευνητικὰ κέντρα μία σημειωτικὴ ὁρολογίας εἰλημμένης ἀπὸ τὸν κόσμο τῆς ἐπιχειματικότητος, ποὺ καθιερώνεται ὡς νοοτροπία στὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ᾽70, ὁπότε φαίνεται νὰ κλείνει ἡ περίοδος τῶν «παχέων ἀγελάδων» γιὰ τὴν τριτοβάθμια ἐκπαίδευση, ἀκόμη καὶ στὴν Ἀμερική, καὶ νὰ ἀνοίγει μαζὶ καὶ ἡ περιπέτεια τῶν ἀνθρωπιστικῶν καὶ κοινωνικῶν σπουδῶν. Ἀπό τὸ Πανεπιστήμιο ποὺ ἐφοδίαζε τὴν κοινωνία μὲ τὴν κάθε εἴδους ἡγεσία της, τὸ πανεπιστήμιο κλήθηκε, ἰδίως στὶς χῶρες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης, νὰ συνδεθεῖ μὲ τὴν παραγωγὴ καὶ τὴν ἀπασχόληση καὶ μάλιστα νὰ διαμορφώσει τὸν ἑνιαῖο εὐρωπαϊκὸ χῶρο τῆς τριτοβάθμιας ἐκπαίδευσης μὲ τὴ γενιὰ τῶν εὐρωπαίων πολιτῶν (Generation E).
II. Στὴν Ἑλλάδα ἡ εὐρωπαϊκὴ ὁλοκλήρωση γιὰ τὴν τριτοβάθμια ἐκπαίδευση ξεκίνησε μὲ ἀποσπασματικὸ τρόπο. Συνήθως οἱ κρατικὲς παρεμβάσεις γίνονται ἐκ τῶν «ἄνω», μὲ προσωπικὲς προκαταλήψεις τῶν κυβερνώντων, χωρὶς οὐσιαστικὸ διάλογο μὲ τοὺς ἐνδιαφερόμενους, μὲ διαρροὲς πρὸς τοὺς δημοσιογράφους καὶ τοὺς κομματικοὺς παράγοντες, ἢ μὲ τὸν τρόπο τῶν παράλληλων μονολόγων. Ἐξάλλου ἐκ τῶν «ἄνω» διεσπάρησαν ἀνὰ τὴν ἐπικράτεια τμήματα ΑΕΙ καὶ ΤΕΙ, ἀνάλογα μὲ τὶς πιέσεις τῶν τοπικῶν παραγόντων καὶ τῶν «ἐθνικῶν» ἐκπροσώπων. Τμήματα ἐμφανίζονταν στὰ ἀπογραφικὰ δελτία καὶ ἐκ τῶν ὑστέρων ἡ Σύγκλητος ἐπικύρωνε τὴν ἵδρυση, τὴ στιγμὴ ποὺ τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας ἀποφασίζει καὶ γιὰ τὸ τελευταῖο μάθημα ἑνὸς Μεταπτυχιακοῦ Προγράμματος. Σήμερα ἡ ἐλεγχόμενη νομοθετικὰ ἀπὸ τὸ Ὑπουργεῖο Παιδείας μεταπτυχιακὴ ἔρευνα ἔχει σταματήσει τοὺς δεῖκτες της στὰ 2008.
Οἱ ἐπιπτώσεις τῆς ἐπιβολῆς μιᾶς νομοθεσίας χωρὶς τὴ συνδρομὴ τῆς πανεπιστημιακῆς κοινότητας καὶ τὸν ἀπαραίτητο ἐσωτερικὸ διάλογο ἀναδύει ἀνὰ τριετία σχεδὸν τὴν ἐπαγγελία «μεταρρυθμίσεων», ποὺ οὐσιαστικὰ ὁδηγοῦν σὲ ἀποπροσανατολισμὸ ἀπὸ τὰ πραγματικὰ προβλήματα γιὰ τὴ βελτίωση τῆς παρεχόμενης παιδείας καὶ μιᾶς στοχευμένης ἐρευνητικῆς ὀργάνωσης, ἡ ὁποία θὰ βοηθοῦσε τὴν οἰκονομικὴ ἀνάπτυξη καὶ τὴ συνεργασία τουλάχιστον στοὺς ἀνοιχτοὺς ὁρίζοντες τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἕνωσης. Καὶ παρὰ τὶς ζυμώσεις ποὺ συντελοῦνται στὰ πανεπιστήμια ἀνὰ τὸν κόσμο, στὴν Ἑλλάδα ὁ ὅποιος διάλογος ἀνακόπτεται ἀπὸ τὴν ἐξουσιαστικὴ ἀντίληψη τῆς πολιτικῆς ἡγεσίας τοῦ τόπου ποὺ θεωρεῖ ὅτι μπορεῖ νὰ νομοθετεῖ ἐρήμην τῶν «ὑπηκόων» μὲ νομοθετήματα ποὺ μεταφέρονται ἀπὸ τὸ ἐξωτερικό, ὡς ἀντιγραφικὰ κακέκτυπα, εἴτε κατὰ τὴν πολιτικὴ στόχευση εἴτε κατὰ προσωπικὴ ἐμπειρία τῶν φορέων τῆς πολιτείας, εἴτε κατὰ πολιτικὴ διαπλοκή.
Τὴν τελευταία διετία τὸ ἑλληνικὸ Πανεπιστήμιο δέχθηκε μία πρωτοφανὴ ἐπίθεση καὶ ἀπαξίωση ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἡγεσία τοῦ τόπου,  ἀπὸ αυτὴ ποὺ τὴν περασμένη 30ετία ἔγιναν τα ΑΕΙ σὲ κάθε πόλη, καὶ φυτεύθηκε κι ἀπὸ ἕνα ΤΕΙ σὲ κάθε χωριό, συγκρίνοντάς το τὸ ἑλληνικὸ Πανεπιστήμιο ἀκόμη καὶ μὲ τὸ Harvard τῶν δισεκατομμυρίων τοῦ προϋπολογισμοῦ του καὶ μιᾶς ἐρευνητικῆς κοινότητας ποὺ ἔφτασε στὸν Ἄρη. Ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἑλληνικὴ κοινωνία, ἐξαθλιωμένη, καλεῖται νὰ ζήσει μὲ τὶς ἴδιες συνθῆκες τῶν λαῶν τῆς Βαλκανικῆς, ὅπου τα Πανεπιστήμιά της παρουσιάζονται στὴν καλύτερη περίπτωση μετὰ τὴ θέση 3.500 στὶς παγκόσμιες κατατάξεις, ἐνῶ τὰ ἑλληνικά, ἀναλόγως τῶν ἑταιρειῶν ἀπὸ τὴ θέση 158 μέχρι τὴν τέταρτη καὶ πέμπτη ἑκατοντάδα καὶ με προϋπολισμοὺς ποὺ δὲν φθάνουν οὔτε ἑνὸς καὶ μόνο ἐργαστηρίου τῶν λεγομένων καλῶν Πανεπιστημίων τῆς Ἀμερικῆς καὶ τῆς Βρεταννίας τῶν 55.000 $, ἤ τῶν 12.500Ε διδάκτρων ἀνὰ φοιτητὴ κατ᾽ ἔτος. Ἐκτὸς κι ἂν θὰ πρέπει στὸ νέο τοπίο ἡ πολιτεία μαζὶ μὲ τὴν ἐθνικὴ πτώχευση νὰ κληρονομήσει καὶ μία νέα γενιὰ πτυχιούχων ποὺ μὲ τὴν ἀποφοίτησή τους θὰ κουβαλοῦν ἤδη καὶ προσωπικὰ ἕνα χρέος σπουδῶν ἀπὸ δίδακτρα ποὺ θὰ τοὺς ἐπιβληθοῦν ὁσονούπω, γιὰ νὰ συνάδει ἡ παραχώρηση τῆς ἐθνικῆς κυριαρχίας μὲ τὴν παραχώρηση τῆς προσωπικῆς ἐλευθερίας, ὁπότε ἡ φιλογένεια ἀντισταθμίζεται μὲ τὴν ἐθνικὴ προδοσία, ὅσο κι ἂν φέρει τὸ μανδύα τῆς προόδου, τῆς μεταρρύθμισης, τῆς ἀνταγωνιστικότητας καὶ τῆς ἀριστείας ἐν μέσω ἐξαθλίωσης καὶ εὐτελισμοῦ κάθε ἀνθρώπινης ἀξιοπρέπειας.
Ἀντ᾽αὐτῶν τῶν κούφων λόγων μόνη πρόταση γιὰ μιὰ σταθερὴ προοπτικὴ θὰ ἦταν ἡ κοινὴ συστράτευση καὶ ἡ ἀπομόνωση ὅλων ἐκείνων τῶν δυνάμεων ποὺ δροῦν μὲ ἀποκλεισμοὺς καὶ ἀποκλειστικότητες καὶ ἀπίστευτη ὑποδούλωση στὸν παντὸς εἴδους καταδυναστευτικὸ ἔλεγχο τοῦ κοινωνικοῦ σώματος, ἐμμένοντες οἱ ὑπολοιπόμενοι στὸ ὕψιστο ἀγαθὸ μιᾶς παιδείας ποὺ δίνει τὴ δυνατότητα στοὺς Ἕλληνες πολίτες νὰ ἀναπτυχθοῦν κατὰ τὶς δυνατότητές τους καὶ μόνο, ἐκπληρώνοντας ὅλοι, ὡς κοινωνικὸ σῶμα, τοὺς ὅρους τῆς φιλογένειάς μας.

(Εἰσήγηση στὸ Σύλλογο Βλατσιωτών 04-11-12)

Δεν υπάρχουν σχόλια: